Ο τρόπος με τον οποίο ο ΠΑΟΚ, έφυγε με τον βαθμό της ισοπαλίας από την Αθήνα, είναι ακόμα ένα δείγμα, των δυνατοτήτων του ποδοσφαιρικού γκρουπ που ηγείται ο Ραζβάν Λουτσέσκου.
Ο ΠΑΟΚ επέστρεψε από την… κόλαση του 2-0, στον… παράδεισο του 2-2, αποδεικνύοντας στους αντιπάλους του, μα κυρίως στον ίδιο του τον εαυτό, πως διαθέτει τα ψυχικά αποθέματα που απαιτούνται, για να διεκδικήσει και να κατακτήσει τον φετινό τίτλο.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το 2-2, δεν θα είχα δικαίωμα να το χαρακτηρίσω ως… παράδεισο. Οι συνθήκες όμως που αντιμετώπισε ο Δικέφαλος κόντρα στην ΑΕΚ, δεν ήταν φυσιολογικές και την αποκλειστική ευθύνη, φέρει ο Στίλερ. Ο Γερμανός διαιτητής κατάφερε να εξελιχθεί σε αρνητικό πρωταγωνιστή του ντέρμπι κορυφής, με τον τρόπο που αντιμετώπισε τις δυο ομάδες.
Δεν υπάρχει λογική εξήγηση, για το πως είναι δυνατόν, ένας από τους κορυφαίους διαιτητές του γερμανικού ποδοσφαίρου, να αποτυγχάνει οικτρά να διευθύνει ένα ντέρμπι του Ελληνικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου. Με μια διαιτησία βγαλμένη από την εποχή της… παράγκας, ίσως και της απουσίας τηλεοπτικής κάλυψης των ποδοσφαιρικών αγώνων, επιχείρησε να αλλοιώσει το αποτέλεσμα του αγώνα, για λόγους που μόνο ο ίδιος μπορεί να μας εξηγήσει.
Η συνολική του παρουσία και ο προκλητικός τρόπος που αντιμετώπισε τους ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ σε σχέση με τους ποδοσφαιριστές της ΑΕΚ, δικαιολογημένα προκάλεσε την αγανάκτηση του ασπρόμαυρου οργανισμού και τον προβληματισμό ουδέτερων παρατηρητών, που διαπίστωσαν το άγχος του Στίλερ, να κρατήσει τον ΠΑΟΚ, μακριά απ΄ οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα. Αυτός ήταν και ο μόνος λόγος που Βίντα και Αμραμπάτ, κατάφεραν να ολοκληρώσουν το παιχνίδι, χωρίς να αποβληθούν. Θα μπορούσα να παραθέσω και άλλα γεγονότα αλλά το θεωρώ άσκοπο για όσους παρακολούθησαν την αναμέτρηση.
Υπό αυτές τις (επιεικώς άθλιες) συνθήκες λοιπόν, ο Δικέφαλος, βρήκε τρόπο να επιστρέψει σ΄ ένα παιχνίδι που, παίκτες, τεχνική ηγεσία και ο κόσμος των γηπεδούχων, θεώρησε ότι είχε τελειώσει μετά το 2-0. Κακώς. Πολύ κακώς, όπως αποδείχθηκε από την εξέλιξη του αγώνα.