Η ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Χρυσόστομου Γκαγκάτση για τον προεδρικό θώκο της ΕΠΟ και η παράλληλη ανακοίνωση της παραίτησης του από τον ΠΑΟΚ, μου δίνει την ευκαιρία επιτέλους να γράψω. Γραφει ο Κώστας Βασιλόπουλος
Να γράψω όσα γνωρίζω και νιώθω για τον άνθρωπο και παράγοντα, Μάκη Γκαγκάτση. Μπορούσα να τα γράψω και πριν. Κανείς δεν με εμπόδιζε. Δεν το έκανα γιατί δεν μπορούσα να διαχειριστώ τη γκρίνια του, κάθε φορά που διάβαζε κάτι θετικό και έκανα το… λάθος να το γράψω εγώ.
Προτιμά να ασχολούνται μαζί του ασκώντας του κριτική, καλόπιστη ή και κακόπιστη, παρά να τον επαινούν, ακόμα και όταν το δικαιούται. Για να έχω λοιπόν το κεφάλι μου ήσυχο, απέφευγα τις αναφορές αν και δεν ήταν εύκολο, με όσα έχει πετύχει μέχρι τώρα στην θητεία του στον ΠΑΟΚ.
Τον Μάκη τον γνωρίζω από παιδί. Μαθητής ήταν όταν τον πρωτογνώρισα. Γεμάτος όνειρα και φιλοδοξίες για τη ζωή. Φανατικός ποδοσφαιρόφιλος (και μπασκετόφιλος) και πολιτικοποιημένος από τα εφηβικά του χρόνια, δεν ήθελε να έχει απλά το επώνυμο… Γκαγκάτσης αλλά να το τιμήσει, αξιοποιώντας την ποδοσφαιρική και επαγγελματική κληρονομιά του πατέρα του και τις αξίες με τις οποίες τον «προίκισε» η η μητέρα του (όπως και την αγάπη για τη Νομική) που τόσο γρήγορα και άδικα έφυγε από τη ζωή, προκαλώντας στον Μάκη και τις δυο του αδελφές, αβάσταχτο πόνο.
Πριν ακόμα τελειώσει το σχολείο και ξεκινήσει την φοιτητική του πορεία στη Νομική της Κομοτηνής και αργότερα στο Οικονομικό της Θεσσαλονίκης (πτυχιούχος δις όπως αντιλαμβάνεστε) ακολουθούσε συνοδεύοντας τον πατέρα του, σε κάποια από τα ταξίδια της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου στο εξωτερικό. Ταξίδια ιστορικά (EURO Πορτογαλίας, EURO Αυστρίας, τουρνέ σε Αυστραλία – Σαουδική Αραβία και αλλά πολλά )που είχα την τύχη να ζήσω, εργαζόμενος στο γραφείο τύπου της Ελληνικής Ποδοαφαιρικής Ομοσπονδίας επί 12 χρόνια.
Άκουγε προσεκτικά τις ατέλειωτες συζητήσεις που γινόταν μεταξύ των μελών του διοικητικού συμβουλίου της ΕΠΟ, στα lobby των ξενοδοχείων, παρατηρούσε τους πάντες και τα πάντα, κατέγραφε συμπεριφορές, μελετούσε αντιδράσεις και δεν δέχονταν ούτε λέξη εις βάρος του ΠΑΟΚ.
Ακόμα και όταν γνώριζε ότι κάποιοι πρόεδροι Ενώσεων, θέλοντας να τον «πειράξουν» (με αγάπη πάντα), με όχι ιδιαίτερα κολακευτικές αναφορές στον ΠΑΟΚ, ο Μάκης ύψωνε -παρά το νεαρό της ηλικίας του- ανάστημα για να κλείνουν….ενοχλητικές αναφορές στον ΠΑΟΚ, που δεν ήταν και στην καλύτερη κατάσταση είναι η αλήθεια, εκείνα τα χρόνια.
Έμαθε από μικρό παιδί να αγαπά τον ΠΑΟΚ και την Εθνική ομάδα. Με πατέρα τον Βασίλη Γκαγκάτση, τον πιο πετυχημένο (κατά την άποψη μου αλλά και με δεδομένη την πορεία της εθνικής μας ομάδας επί των ημερών του), παράγοντα στην ιστορία του Ελληνικού ποδοσφαίρου, και να ήθελε, δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς.
Πριν ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές του, ο Θόδωρος Ζαγοράκης, σχεδόν 16 χρόνια πίσω, ένα Κυριακάτικο βράδυ μετά από νίκη του ΠΑΟΚ επί του Ηρακλή στην Τούμπα για το πρωτάθλημα, τον φώναξε στο bar της ταράτσας του MAKEDONIA PALACE και του πρότεινε να αναλάβει την διοικητική ανασυγκρότηση της ΠΑΕ ΠΑΟΚ.
Η απόφαση για τον Μάκη ήταν εύκολη… «Δέχομαι να δουλεύω όλη μέρα στην ΠΑΕ, με την προϋπόθεση να λείπω όταν πρέπει να δώσω μάθημα στη σχολή για να πάρω το πτυχίο και ότι άλλο απαιτείται στο μέλλον για να ολοκληρώσω τις σπουδές μου».
Την απάντηση του Ζαγοράκη την φαντάζεστε. Από εκείνο το βράδυ, ο Μάκης Γκαγκάτσης έπαψε να είναι φίλαθλος του ΠΑΟΚ. Πέρασε στην άλλη όχθη, ξεκινώντας μια λαμπρή (όπως ακριβώς το γράφω) παραγοντική καριέρα στον Ελληνικό αθλητισμό και το Ελληνικό ποδόσφαιρο.
Επί ημερών Ζαγοράκη στην Τούμπα, ο Μάκης Γκαγκάτσης, εξελίχθηκε σε καρδιά και πνεύμονα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ. Έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση του προέδρου, του αντιπροέδρου Ηλία Βιολίδη και του στενού τους συνεργάτη και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, Ανδρέα Μανδρίνου, κερδίζει την εμπιστοσύνη των υπαλλήλων, με τη βοήθεια των οποίων δημιουργεί μια διοικητική δομή, που δεν είχε ποτέ στο παρελθόν ο Δικέφαλος.
Τα χρόνια παιρνούν, οι εμπειρίες του εμπλουτίζονται και στην πορεία, αφού μεσολαβεί η εποχή Ζήση Βρύζα στην ΠΑΕ ΠΑΟΚ (που αναθέτει εν λευκώ στον Μάκη τα διοικητικά θέματα) εμφανίζεται ο Ιβάν Σαββίδης που ουσιαστικά κληρονομεί τον Μάκη Γκαγκάτση από τον Θόδωρο Ζαγοράκη και τον Ζήση Βρύζα.