Ο Παναγιώτης Γλύκος σε συνέντευξη που έδωσε σε podcast αναφέρθηκε στην καριέρα του στον ΠΑΟΚ, στα συναισθήματα της πορείας, στον Ιβάν Σαββίδη, στους τίτλους, στις όμορφες και στις δύσκολες στιγμές, ενώ μίλησε και για την Εθνική στη Βραζιλία που είχε αστυνομία με όπλα έξω από τα δωμάτια.
Αναλυτικά όσα είπε:
Για τον Ιβάν Σαββίδη είπε:
«Με τον Ιβάν Σαββίδη αλλάζουν τα πάντα. Σαν να γύρισε μία σελίδα ενός βιβλίου που τελειώνει εκεί μια ιστορία και ξεκινούσε μία άλλη. Έτσι διαφορετικά. Όλα άλλαξαν».
Για τα συναισθήματα της διαδρομής του είπε:
«Περήφανος αισθάνομαι γιατί μετά από τόσα πολλά προβλήματα που είχα, κατάφερα να φτάσω να παίξω σε ένα τέτοιο επίπεδο. Αυτό με ευχαριστεί πάρα πολύ γιατί δεν το έβαλα ποτέ κάτω. Είτε ερχόταν ο μεγάλος τερματοφύλακας, το “όνομα”, αυτό ήταν η δύναμή μου. Ή, ο κόσμος όταν ήμουν σε δύσκολη φάση και με έκρινε με έντονο τρόπο, αρνητικά, αυτή ήταν η δύναμή μου εμένα, όσο περίεργο κι αν φαίνεται. Ήταν η δύναμή μου γιατί πάντα ήθελα να αποδεικνύω συνέχεια ότι κάνουνε λάθος. Ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει λάθος, δεν είναι ρομπότ.
Πόσο μάλλον για ένα άθλημα όπως το ποδόσφαιρο που είναι παιχνίδι λαθών. Στο ποδόσφαιρο κάνει λάθη ακόμη και ο προπονητής και ο πρόεδρος που είναι ήρεμος στην καρέκλα του, πόσο μάλλον εμείς που παίζουμε με 180 σφυγμούς και η μπάλα έρχεται με 1000, γλιστράει το ένα, γλιστράει το άλλο. Φυσικά ο κόσμος δεν θέλει να κάνεις λάθος, μακάρι να γινότανε αλλά δε γίνεται αυτό».
Πρόσθεσε:
«Είχα στιγμές που ήτανε δύσκολες αλλά δεν το έβαζα κάτω γιατί ήμουν πεισματάρης πολύ, μέσα από τη δουλειά μου. Μπορεί να είχα ρεπό και να μην πήγαινα να πιω καφέ, θα πήγαινα να κάνω κάτι άλλο ή να φτιάξω την ψυχολογία μου ή να γυμναστώ για να είμαι έτοιμος».
Συμπλήρωσε:
«Ποτέ δεν ένιωσα ότι ήρθε κάποιος καλύτερος από μένα. Ποτέ. Πολλοί άνθρωποι δεν είναι φτιαγμένοι για όλα. Ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του προσωπικότητα και τη δική του δύναμη. Εγώ είχα αυτό, είχα αυτή τη δύναμη για να μπορώ να ξεπερνάω αυτά τα προβλήματα και ό,τι μου συνέβαινε στη ζωή».
Για την απόκρουση στο σουτ του Πέτριτς, στο παιχνίδι ΠΑΟΚ-Παναθηναϊκός στην Τούμπα, είπε:
«Είναι μεγάλη στιγμή, προσωπικά για μένα. Δίνεις στην ομάδα σου, σε όλο τον κόσμο χαρά. Ήτανε δύσκολη απόκρουση Ο Πέτριτς με το δεξί, ενώ είναι αριστεροπόδαρος, κάνει ένα σουτ χωρίς να πέσει η μπάλα κάτω και τη στέλνει απέναντι γωνία και εμφανίζομαι εγώ με το χέρι μου -και δεν ξέρω ποιανού άλλου χέρι- και βγαίνει η μπάλα πάνω από το δοκάρι ίσα-ίσα».
Για το βραβείο του MVP της χρονιάς που πήρε, λίγες μέρες μετά τον τραυματισμό του που βγαίνει με τις πατερίτσες για να το παραλάβει στην Τούμπα, είπε:
«Λύγισα… Δεν μπορούσα να βγάλω κουβέντα. Ήταν μία στιγμή της καριέρας μου που δεν ήθελα να γίνει αυτός ο τραυματισμός. Δηλαδή ήμουν στην καλύτερη σεζόν ποδοσφαιρικά. Ήτανε πολύ δύσκολη στιγμή».
Για τον πρώτο τίτλο, το Κύπελλο στον Βόλο, είπε:
«Δεν το χάρηκα καθόλου. Έγινε κάτι, το γκολ που δέχτηκα, που δεν ήθελα να γίνει ούτε στα χειρότερα όνειρά μου δηλαδή να ανοίξει η γη και να με καταπιεί. Μέχρι να φτάσουμε στη Θεσσαλονίκη με την ομάδα ήμουνα με τα μούτρα κάτω. Μετά κάπως έφτιαξε (σ.σ.: η ψυχολογία) με τους πανηγυρισμούς που βγήκαμε πάνω από το πούλμαν αλλά μέσα μου… μαχαίρια. Και ήτανε πολύ δύσκολο και από την ώρα που έγινε μέχρι να τελειώσει το παιχνίδι, έγινε ένα λάθος, ok, αλλά δεν πρέπει να τα παρατήσεις. Έπρεπε μέσα μου να βρω -και εγώ δεν ξέρω τι- για να είμαι ok μέχρι να τελειώσει».
Για τη σεζόν του νταμπλ, είπε:
«Δύσκολο… Θα ήθελα φυσικά να είναι διαφορετικά τα πραγματα, δεν ήτανε, ναι το χάρηκα αλλά δεν το χάρηκα όσο θα ήθελα. Δεν είχε να κάνει με το αγωνιστικό κομμάτι, είχε να κάνει και με το όλο το κλίμα, δεν ένιωθα όπως ένιωθα τα προηγούμενα χρόνια, δεν ήμουνα κομμάτι. Ήμουνα στην ομάδα αλλά δεν ήμουνα κομμάτι ενεργό, κομμάτι που θα έπρεπε να είναι ο Παναγιώτης Γλύκος μετά από 10 χρόνια στην ομάδα. Πικρία είναι αυτό που λέω, αλλά είναι αλήθεια. Εγώ αυτό ένιωθα. Δεν το χάρηκα όσο θα ήθελα. Ναι μεν πρωτάθλημα double και κύπελλα αλλά…».
Μεταξύ άλλων, απάντησε σε σχετική ερώτηση για Μπερμπάτοφ:
«Ήταν απλησίαστος. Μιλάμε για ποιότητα παίκτη, δηλαδή “παιχτάρα” που λέμε. Έκανε κάτι πλασέ που εγώ δεν τα είχα ξαναδεί στη ζωή μου. Με το που ερχότανε η μπάλα την είχε κολλήσει ήδη -όχι την είχε κάνει κοντρόλ- την είχε κολλήσει ήδη και η μπάλα ήταν έτοιμη για να κάνει πλασέ. Ο άνθρωπος δεν έκανε ποτέ σουτ, έκανε ένα πλασέ που ήτανε σαν σουτ. Καμιά φορά όταν έβγαζα κάτι τέτοια, έλεγα “τι έβγαλα τώρα”. Και στην Μάντσεστερ που είχαμε ρωτήσει κάποιους, ήθελε να τρώει μόνος του γενικά δεν τον πλησιάζεις εύκολα, ήτανε μοναχικός άνθρωπος αλλά όταν έπιανε το κινητό του για να κάνει ένα live ήταν ένας άλλος άνθρωπος. Ελεγες δεν μπορεί να είναι αυτός, δηλαδή αυτό που κάνει τώρα είναι τελείως ψεύτικο, αλήθεια».
Για την Εθνική είπε:
«Ένας προπονητής έχει, ουσιαστικά, σε εισαγωγικά, και τα κολλήματα του. Δεν αλλάζει εύκολα, τερματοφύλακα ειδικά. Οπότε εγώ ουσιαστικά ήμουνα πίσω από τον Ορέστη (σ.σ.: Καρνέζη) πάντα. Ήμουνα σε αρκετές αποστολές της Εθνικής».
Για το παιχνίδι με την Ακτή Ελεφαντοστού που μπαίνει αλλαγή όταν τραυματίζεται ο Καρνέζης, είπε:
«Δε σκέφτεσαι πολλά. Γενικά εγώ όταν ξεκινούσα να μπω στο γήπεδο σβήνανε όλα, δηλαδή κατεβαίνανε κουρτίνες. Ό,τι και να γινόταν γύρω μου δεν με ενδιέφερε τίποτα Για μένα ήτανε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες μου στο ποδόσφαιρο. Ήταν η καλύτερη στιγμή της καριέρας μου. Το βάζω πάνω πάνω. Εκείνη την ημέρα, από τη στιγμή που μπήκα στο γήπεδο, έζησα μεγάλες στιγμές».
Συμπλήρωσε:
«Παίζαμε με την Ακτή Ελεφαντοστού και δεν ήμασταν ενθουσιασμένοι ότι θα γίνει κάτι, ότι θα χάσει δηλαδή η Ιαπωνία κι εμείς θα κερδίσουμε την Ακτή. Τα δεδομένα ήτανε πολύ λίγα”.
Για το επόμενο παιχνίδι, με την Κόστα Ρίκα που έπαιξε βασικός ο Καρνέζης, είπε:
“Ητανε πικρό πολύ. Η πικρία είναι ότι δεν ήταν 100% έτοιμος. Η φιλοσοφία που ήξερα ότι έχει ο Σάντος ότι ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζει, σε αυτό το παιχνίδι την αναίρεσε, δυστυχώς. Γιατί ο Αντρέας (σ.σ. Σάμαρης) που είχε μπει αλλαγή (σ.σ.: στο προηγούμενο παιχνίδι με την Ακτή) είχε αρχίσει (σ.σ.: στο παιχνίδι με την Κόστα Ρίκα) βασικός. Και ο Ορέστης όλη την εβδομάδα ήτανε εκτός, με θεραπείες όλη μέρα. Δηλαδή, έκανε μία προπόνηση πριν από το παιχνίδι και έπαιξε».
Για τον Σάντος είπε:
«Έχω πολύ μεγάλο σεβασμό για τον Σάντος, τον θεωρώ έναν από τους καλύτερους προπονητές που συνεργάστηκα ποτέ. Σαν άνθρωπος δεν τον πλησιάζεις εύκολα αλλά για μένα αυτό -και για την ελληνική νοοτροπία- είναι καλό γιατί άμα δώσει λίγο πάτημα και αέρα ο προπονητής εμείς δεν έχει, έλα μωρέ δεν είμαστε στρατιωτάκια. Εμείς είμαστε, έλα μωρέ, χαβαλέ το ένα το άλλο. Εγώ αυτό, τον φόβο ουσιαστικά, το σεβόμουνα. Δηλαδή ήξερα ότι πάντα, άμα κάνω κάτι, την άκουσα, δεν υπάρχει περίπτωση και για αυτό τον έχω έτσι ψηλά».