Μια δύσκολη σεζόν με σκαμπανεβάσματα ολοκληρώθηκε για τον ΠΑΟΚ Β, με τους «ασπρόμαυρους» να αποφεύγουν τις περιπέτειες στα Play Out και να συνεχίζουν στη Super League 2.
Τον δικό του απολογισμό, μιλώντας αποκλειστικά στο INPAOK, έκανε ο Μάριος Σινανάι. Ο 21χρονος αμυντικός ήταν ένας από τους βασικούς «πυλώνες» της δεύτερης ομάδας του Δικεφάλου, ουσιαστικά στην πρώτη του «γεμάτη» χρονιά στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Kατέγραψε συνολικά 19 συμμετοχές, αγωνιζόμενος, κυρίως, ως αριστερός μπακ αλλά και αριστερός κεντρικός αμυντικός και φώναξε «παρών».
Σε μια συνέντευξη- αποκάλυψη στο INPAOK μίλησε για την χρονιά που ολοκληρώθηκε, το μέλλον του και την πρόταση ανανέωσης από τον Δικέφαλο, αλλά και την δική του πορεία στην «ασπρόμαυρη» οικογένεια, από το 2014 μέχρι και σήμερα, ερχόμενος από τα Τρίκαλα και την ακαδημία Καρακούση.
Αναλυτικά τα όσα είπε:
Μια δύσκολη σεζόν έφτασε στο τέλος της, με την ομάδα να αποφεύγει τις «περιπέτειες». Τι κρατάς από αυτή τη σεζόν;
«Σίγουρα ήταν μια διαφορετική σεζόν, με αρκετούς νέους ποδοσφαιριστές. Σίγουρα η Super League 2 είναι ένα διαφορετικό πρωτάθλημα, πιο… ανδρικό. Εμάς η φιλοσοφία μας ήταν διαφορετική. Θέλαμε να έχουμε τη μπάλα στα πόδια μας, να παίζουμε το ποδόσφαιρο μας και να δημιουργούμε ευκαιρίες. Ήταν δύσκολο για όλους μας να προσαρμοστούμε στα δεδομένα της κατηγορίας. Δεν μας άξιζε η θέση που καταλάβαμε στο φινάλε, αλλά δείξαμε χαρακτήρα, βγάλαμε την προσωπικότητα, δεν θέλαμε να αδικήσουμε περισσότερο τους εαυτούς μας, σώσαμε την χρονιά και πλέον συνεχίζουμε, κοιτάμε την επόμενη χρονιά».
Πως ξεκίνησες να αγωνίζεσαι στη δεύτερη ομάδα;
«Ο κάθε προπονητής κρίνει διαφορετικά, πότε σωστά και πότε λάθος και δεν είναι η θέση των ποδοσφαιριστών να το κρίνουν. Ο προπονητής κρίνει με βάση το ότι είναι αυτό που πιστεύει ότι θα είναι το καλύτερο για την ομάδα. Η προηγούμενη χρονιά ήταν δύσκολη για εμένα, με τον κύριο Αλεξιάδη να μην θεωρεί ότι άξιζα να έχω χρόνο συμμετοχής. Τον σέβομαι κι αυτόν και την απόφαση του. Με πείσμωσε, με έκανε πιο δυνατό και μου έμαθε το ανδρικό ποδόσφαιρο. Η φετινή χρονιά ξεκίνησε με ένα προπονητή που σέβομαι και εκτιμάω, τον κ. Παπαβασιλείου. Ήμασταν χρόνια μαζί, με γνωρίζει από μικρό παιδί. Με πίστεψε και μου έδωσε την ευκαιρία. Τον ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία που μου έδωσε φέτος. Από την πλευρά μου δούλεψα πολύ, πείσμωσα και πιστεύω ότι είχα μια καλή χρονιά, μετά από ένα χρόνο που δεν είχα παιχνίδια».
Πως σου φάνηκε η πρώτη σου επαγγελματική χρονιά; Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετώπισες στην προσαρμογή σου;
«Ο στόχος πάντα είναι να παίξεις στην πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ. Έτσι, πρέπει να βγάλεις προσωπικότητα και χαρακτήρα. Είναι λογικό οι αντίπαλοι να είναι πιο έμπειροι, αλλά εσύ αν θες να παίξεις στον ΠΑΟΚ, πρέπει να βγάλεις χαρακτήρα. Αυτό είναι το μέταλλο και η δυναμική στην ομάδα. Οι παίκτες που φορούν αυτή τη φανέλα πρέπει να δίνουν τα πάντα, να είναι οι καλύτεροι. Εμείς παίζουμε όχι απλά για να αποδείξουμε ότι είμαστε η καλύτερη ομάδα στη Super League 2, αλλά να είμαστε πρωταγωνιστές στην κατηγορία, για να καταφέρουμε να βρεθούμε και στην πρώτη ομάδα».
Πόσο μεγάλο είναι το κίνητρο να σε καλεί η πρώτη ομάδα για προπονήσεις;
«Πάντα υπάρχει το κίνητρο στην πρώτη ομάδα, όπως είπα, αυτός είναι ο στόχος όλων μας. Η Β’ ομάδα μας δίνει μια πολύ καλή ευκαιρία να μάθουμε το πως είναι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, κι από εκεί και πέρα να εξελιχθείς, να πάρεις τις βάσεις και να διεκδικήσεις την ευκαιρία στην πρώτηΌ ομάδα».
Ξεκινήσατε εντυπωσιακά τη σεζόν, ωστόσο στην πορεία ήρθε ένα μεγάλο σερί αρνητικών αποτελεσμάτων. Πως το εξηγείς;
«Με τον κύριο Παπαβασιλείου και τον κύριο Ταξίδη, που είναι και οι δύο νέοι προπονητές, είχαμε την φιλοσοφία να παίξουμε το ποδόσφαιρο που αρμόζει στον ΠΑΟΚ. Να έχουμε την κατοχή, να παίζουμε επιθετικά. Θα συμφωνήσω πως είχαμε μια πολύ καλή αρχή. Μπήκαμε δυνατά στη σεζόν, αλλά από τον Νοέμβριο άρχισαν τα πράγματα να μην έρχονται καλά για εμάς, να μην μας ευνοούν τα αποτελέσματα. Υπήρχε μια περίοδος που κάναμε την «κοιλιά» μας και αυτή μας έκανε να μπούμε σε περιπέτειες και να αδικήσουμε τους εαυτούς μας, μας δημιούργησε αμφιβολίες. Κρατάω τα θετικά όμως, δείξαμε με το καλό μας ξεκίνημα ότι έχουμε ταλέντο και αν πιστεύαμε παραπάνω στους εαυτούς μας θα μπορούσαμε να ήμασταν πιο ψηλά, ακόμα και στην πρώτη θέση, με την ποιότητα που βλέπω στους συμπαίκτες μου. Αυτό δεν έγινε, ίσως δεν είχαμε την εμπειρία και την καθοδήγηση για να κρατήσουμε την απόσταση που είχαμε από τις ομάδες που βρισκόντουσαν πιο χαμηλά στη βαθμολογία. Νομίζω ότι είναι κυρίως ευθύνη των ποδοσφαιριστών για την κοιλιά που είχαμε στα μέσα της σεζόν».
Τι νέο φέρνει η άφιξη του Νίκου Καραγεωργίου στον πάγκο της ομάδας, στα μισά της σεζόν; Πως αλλάζει η εικόνα σας;
«Μετά τη διακοπή ηρεμήσαμε, επιστρέψαμε διαφορετικοί, αποφορτισμένοι και με καινούργιο κίνητρο. Είδαμε ότι κάναμε κάτι λάθος και θέλαμε να τα καταφέρουμε, γιατί ήμασταν μια ομάδα που στο πρώτο κομμάτι της σεζόν δεν ήθελε σχεδόν κανείς να παίζει εναντίον μας, και στη συνέχεια γίναμε η ομάδα που περίμεναν όλοι για να πάρουν κάτι από αυτήν. Όσο για τον νέο προπονητή, τον εκτιμώ κι αυτόν πάρα πολύ. Πρόκειται για έναν πολύ καλό προπονητή κι επίσης ένα πολύ καλό άνθρωπο. Έχει μεγάλη καριέρα σαν προπονητής και σαν παίκτης. Μας έδωσε την αυτοπεποίθηση που μας έλειπε, σε ένα σημείο της σεζόν που είχαμε την αμφιβολία για τον εαυτό μας. Νομίζω ότι αυτό άλλαξε και καταφέραμε να πάρουμε τα αποτελέσματα που χρειαζόμασταν».
Το συμβόλαιο σου με τον ΠΑΟΚ ολοκληρώνεται στο τέλος του Ιουνίου. Ποιες οι σκέψεις σου για το μέλλον;
«Μου έχει γίνει πρόταση από την ομάδα και χαίρομαι πολύ για αυτό. Σίγουρα την έχω στο μυαλό μου, αλλά αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που πρέπει να απασχολεί εμένα, καθώς τα αναλαμβάνει άλλος. Εγώ θέλω να μείνω στην ομάδα, χαίρομαι που η ομάδα είδε τη δουλειά μου και θέλει να με ανταμείψει. Θα δούμε τι θα γίνει στο μέλλον».
Στα μέσα της σεζόν που ολοκληρώθηκε, βρέθηκε μαζί σας για προπονήσεις και ο Τιεμούε Μπακαγιόκο. Πως ήταν να προπονείστε με έναν ποδοσφαιριστή με μια τόσο σημαντική καριέρα;
«Πρόκειται για έναν ποδοσφαιριστή που έχει κάνει μια τεράστια καριέρα και μπορείς να πάρεις πολλά πράγματα από αυτόν, να σε βοηθήσει στο παιχνίδι σου. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που σου μιλούσε, σε βοηθούσε, σε εμψύχωνε στην προπόνηση. Τον εκτιμώ και τον σέβομαι πάρα πολύ. Είναι ένα καλό παιδί, ένα… κουλ άτομο που είναι πρόθυμος να σε βοηθήσει. Για εμένα ήταν πολύ σημαντικό ότι ήρθε ένας παίκτης αυτού του επιπέδου, να σε βοηθήσει, να σε καθοδηγήσει να σου πει πιο είναι το σωστό. Πολύ ήρεμος, κοινωνικός, προσπαθούσε να κάνει πράγματα για εσένα. Είναι χαρά και τιμή μου που τον γνώρισα, σπάνια γνωρίζεις έναν παίκτη με τόσο μεγάλη καριέρα, τον βλέπεις πως προπονείται. Επίσης, έκανε δώρο ένα ηχείο για την ομάδα και τον ευχαριστούμε για αυτό».
Αν μπορούσες να κρατήσεις μια συμβουλή, ποια θα ήταν;
«Επειδή τον ρώτησα, αυτό που μου είπε, να δουλεύεις καθημερινά στο μέγιστο. Αυτό θα κρατούσα από αυτό. Όπως είπε, αν δουλεύεις καθημερινά στο μέγιστο θα σε κάνει να καταλάβεις αυτομάτως ότι όντως μπορείς να κάνεις καριέρα στο υψηλό επίπεδο».
Κλείνεις έντεκα χρόνια στην ομάδα. Πως ξεκίνησε η «σχέση» σου με τον ΠΑΟΚ; Πως εντάχθηκες στην ομάδα;
«Είχαμε έρθει με την Ακαδημία Καρακούση για ένα τουρνουά στη Θεσσαλονίκη, στη Νέα Ραιδεστό, όπου συμμετείχαν ομάδες όπως ο ΠΑΟΚ, ο Άρης. Εγώ τότε έπαιζα με ποδοσφαιριστές δύο- τρία χρόνια μεγαλύτερους. Τότε λοιπόν παίξαμε με τον ΠΑΟΚ κι αν θυμάμαι καλά είχα σκοράρει δύο γκολ. Με είχε δει ο κύριος Μήττας, με πρότεινε για δοκιμαστικά. Εγώ ήμουν μικρός, είχα χαρεί , αλλά όπως είναι λογικό για την ηλικία, σκεφτόμουν πως δεν μπορώ να αφήσω τους φίλους μου για να πάω να παίξω σε μια άλλη ομάδα. Επίσης, φοβόμουν κιόλας. ήμουν δέκα χρονών, ένα παιδί από τα Τρίκαλα, καμία σχέση με την πόλη. Ήρθα, τα παιδιά με καλωσόρισαν με τον καλύτερο τρόπο, έκανα τις προπονήσεις μου, μου άρεσε ότι βρήκα παιδιά με εξαιρετική ποιότητα. Έμαθα για την ομάδα, καθιερώθηκα εδώ και αγάπησα τον σύλλογο κι έγινε οικογένεια μου. Με βοήθησε, τον βοήθησα από την μεριά μου και έχω φτάσει τώρα στην 11η χρονιά, πάμε για 12η, κι ελπίζω να συνεχίσουμε για πολλά χρόνια».
Πως ήταν να μένεις στους ξενώνες του ΠΑΟΚ;
«Όταν εγώ ήρθα στον ξενώνα ήμουν ο μικρότερος, 12 ετών. Τότε έμενα στους ξενώνες, μαζί με τον Σμυρλή και τον Ρουμιάντσεβ, αλλά και τον Καλόγηρο, τον Τασιούρα, τον Κούτσια. Είμαστε χρόνια μαζί, είμαστε δεμένοι σαν οικογένεια. Μεγαλώσαμε εδώ και σε μεγαλύτερη ηλικία αποχωρήσαμε, κρατώντας όλες αυτές τις στιγμές που ζήσαμε μαζί. Τις καλές, τις δύσκολες, τα χαζά μας. Αυτά τα χρόνια ήταν τα ομορφότερα που περάσαμε εδώ, παρά τις όποιες δυσκολίες μπορεί να συναντήσαμε στην αρχή».
Πόσο σημαντικό είναι για έναν νεαρό ποδοσφαιριστή, που είναι μακριά από το σπίτι του, να υπάρχουν αυτές οι υποδομές;
«Αρχικά για αυτό πρέπει να πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κ. Σαββίδη, που χάρις σε αυτόν υπάρχει και το σπίτι των ακαδημιών. Ποδοσφαιριστές από όλη την Ελλάδα έχουν την ευκαιρία να έρχονται εδώ και να μένουν στους ξενώνες. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, αφού τα παιδιά, πέραν της εκπαίδευσης που χρειάζονται, τους παρέχονται τα πάντα. Στέγη, μετακινήσεις, σχολεία, φροντιστήρια, προπονήσεις. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Επίσης, ήμασταν με τους συμπαίκτες μας, περνάγαμε χρόνο μαζί και ήμασταν σαν μια μικρή οικογένεια, ενώ είχαμε και μια οικογένεια που είναι μακριά μας. Αυτό το οικογενειακό κλίμα μας βοηθάει».
Στα μέσα της σεζόν που ολοκληρώθηκε έπρεπε να πάρεις μια σημαντική απόφαση, αναφορικά με την Εθνική που θα εκπροσωπήσεις. Πόσο δύσκολο ήταν να επιλέξεις ανάμεσα σε Ελλάδα κι Αλβανία;
«Σέβομαι κι αγαπώ και τις δύο χώρες. Η μια είναι αυτή που γεννήθηκα και στην άλλη μεγάλωσα. Είμαι στην Ελλάδα χρόνια, την αγαπώ κι έχω τους πάντες εδώ πέρα, ήθελα να παίξω εδώ, εδώ είναι η ζωή μου. Αγαπώ και τις δύο χώρες, και οι δύο είναι χώρες μου, αλλά νιώθω λίγο περισσότερο Έλληνας, ήταν μια δύσκολη απόφαση που την πήρα εγώ, μαζί με τους γονείς μου»
Πως ένιωσες όταν αγωνίστηκες με την Εθνική Ελλάδας;
«Είναι μεγάλη τιμή για κάθε ποδοσφαιριστή να έρχεται κλήση από την Εθνική. Είναι η μεγαλύτερη χαρά του ποδοσφαιριστή να παίζει για τη χώρα του. Περίμενα ότι ίσως έρθει η κλήση, αλλά ήταν ακόμα μεγαλύτερη η χαρά μου όταν έκανα την προπόνηση. Καλά για τον αγώνα, δεν το συζητάω, ανατρίχιασα όταν άκουσα τον Εθνικό ύμνο. Ήταν από τις καλύτερες μου στιγμές στο ποδόσφαιρο, κι ελπίζω να έρθουν κι άλλες».
Δεν είναι λίγα τα παιδιά των ακαδημιών του ΠΑΟΚ που αγωνίζονται στο εξωτερικό, σε υψηλό επίπεδο. Είναι κάτι που μπορεί να σου δώσει κίνητρο για να προσπαθήσεις να ακολουθήσεις κι εσύ τα βήματα τους;
«Είναι πολύ ευχάριστο να βλέπεις πρώην συμπαίκτες σου να αγωνίζονται στο εξωτερικό. Είναι χαρά σου που δούλεψες μαζί τους. Χαίρεσαι που αυτά τα παιδιά τα κατάφεραν, γιατί βλέπεις ότι ο ΠΑΟΚ δίνει ευκαιρίες στα παιδιά του, κι αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να προσπαθήσεις ακόμα παραπάνω, να περιμένεις την ευκαιρία σου και να ξεκινήσεις κι εσύ την καριέρα σου σιγά- σιγά».
Σε έχουμε να δει να αγωνίζεσαι τόσο ως αριστερός μπακ, όσο και σαν αριστερός κεντρικός αμυντικός. Ποια είναι η θέση που προτιμάς εσύ;
«Όταν ήρθα στις ακαδημίες του ΠΑΟΚ, τη σεζόν 2013-14, έπαιζα ως αριστερός μπακ. Στη συνέχεια άλλαξα θέση, έπαιξα σαν αριστεροπόδαρος στόπερ, αλλά νομίζω ότι θα διαλέξω τη θέση του μπακ. Θεωρώ ότι από εκεί μπορώ να προσφέρω περισσότερα στην ομάδα, να βοηθάω. Δύσκολη απόφαση, αλλά θα πω αριστερός μπακ».
Ποιοι είναι οι ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στη θέση σου και τους θαυμάζεις; Από ποιους προσπαθείς να «κλέψεις» στοιχεία;
«Θα σου πω τον αρχηγό, τον Βιεϊρίνια. Είναι από τους καλύτερους παίκτες που έχω δει στον ΠΑΟΚ. Έχει ιδανικά στοιχεία για το ποδόσφαιρο της σύγχρονης εποχής, πρόκειται για έναν θρύλο της ομάδας και είναι πολύ σημαντικό να έχεις τέτοια πρότυπα μεγαλώνοντας. Τον εκτιμώ, τον σέβομαι πάρα πολύ και μακάρι να καταφέρω να κάνω κι εγώ να κάνω κάτι από όσα έκανε κι αυτός, να πάρω κάποιον τίτλο με τον ΠΑΟΚ. Mου αρέσει πάρα πολύ επίσης ο Δημήτρης Γιαννούλης, ενώ από το εξωτερικό και το παρελθόν, μου άρεσε πολύ ο Μαλντίνι. Τρομερός ποδοσφαιριστής, ηγετικά στοιχεία».