Δεν έχω φαντασιωθεί την ομάδα μου σε τελικό Champions League. Τι να μου πει τώρα ο ΠΑΟΚ μπροστά από το κατσαρόλι; Ο ΠΑΟΚ είναι για να κάνει κανένα διπλό στην Αγγλία, να τρελαινόμαστε, να το βλέπουμε τρία χρόνια στο Youtube και να βάζουμε τις εφημερίδες μέσα σε ειδική συσκευασία – έχω εφημερίδα του 1985 που μπορώ να την ανοίξω σε κανένα καφέ, να διαβάζει ο διπλανός «ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΗΣ Ο ΠΑΟΚ» και να ψάχνει πού πάρκαρε την Time Machine. Νομίζω ότι και άλλοι θα έχουν το ίδιο σύνδρομο φυτεμένο στο μυαλό τους.
Είναι ωραίο, φθηνά ηδονικό, να ακούς την υπόσχεση του μεγαλομετόχου για Champions League, αλλά για να πας στην Ευρώπη πρέπει να βγάλεις τα λασπωμένα παπούτσια και να βάλεις ζελέ στο μαλλί.
Κάπως έτσι, δεν ντρέπομαι να ομολογήσω ότι το κυριακάτικο ΠΑΟΚ-Αστέρας Τρίπολης με απασχολεί περισσότερο από τον σημερινό τελικό.
Πρώτον, επειδή ο τελικός έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο. Το ΠΑΟΚ-Τρίπολη με κάτι απροσδιόριστο, που απλώς δανείζεται το όνομα και τους κανονισμούς του ποδοσφαίρου. Συνήθως εξελίσσεται σε κάτι που έχει πολλά θεάματα μέσα του – δράμα, κωμωδία, καράτε. Aν ακούς και την κερκίδα έχει και δύο έργα σεξ.
Δεύτερον, επειδή ο τελικός είναι, αν μη τι άλλο, κάτι το υγιές. Στην Τούμπα θα είναι αρρώστια με βεβαίωση γιατρού. Μουρμούρα, μπινελίκια και κάτι φοβισμένα τυπάκια που θα τρέχουν όχι για το επόμενο συμβόλαιο, αλλά για να πάνε χωρίς ράμματα στο σπίτι τους. Και αυτό έχει περισσότερο σασπένς, όπως και αν το δεις. To ματς δεν διαρκεί 90 λεπτά. Διαρκεί τρεις μέρες, τουλάχιστον. Περισσότερη ουσία, με λιγότερα λεφτά.
Τρίτον, επειδή στα μεγάλα ματς του Champions League δεν έχει πολλά πλάγια άουτ και φάουλ. Με αγχώνει αυτός ο ρυθμός. Είναι και όλο πράσινο το γήπεδο και κουράζει το μάτι. Στην Τούμπα θα έχει τις διακοπές του, έναν-δύο τσαμπουκάδες, ενώ οι νησίδες από χώμα σου θυμίζουν ότι το ποδόσφαιρο παίζεται από άνδρες.
Έχω επιχειρήματα, αλλά δεν πείθω τον γιο μου. Εκείνος είναι Ντόρτμουντ. Εδώ και δύο χρόνια. Επισήμως, βέβαια, δηλώνει ΠΑΟΚ, αλλά αρχίζω και φοβάμαι ότι γίνεται κάτι σαν το Χ.Ο. που έχω εγώ στην ταυτότητα. Μας έχει κάνει ζημιά η δορυφορική και το internet. Τα παιδιά μας δεν φεύγουν, απλώς, μετανάστες. Γίνονται και ξένες ομάδες. Οι γηπεδικές μας παραδόσεις φθίνουν, να δείτε που σε δέκα χρόνια θα έχουν εξαφανιστεί. Και εμείς, ρε, θα βλέπουμε τις άδειες καρέκλες και θα αναπολούμε την εποχή που ήταν σκέτο τσιμέντο, και αγοράζαμε μαξιλαράκι φελιζόλ – στα δύσκολα το έτρωγα σαν πασατέμπο. Πού πάμε, ρε…
Του Κώστα Γιαννακίδη