Μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη είχε παραχωρήσει πριν από περίπου τρία χρόνια στο περιοδικό “Referee” ο Τάσος Σιδηρόπουλος, φωτίζοντας πτυχές του εαυτού του. Ο διαιτητής που ορίστηκε να διευθύνει το ΠΑΟΚ-Άρης της Κυριακής λέει μεταξύ άλλων πως μικρός υπήρξε ποδοσφαιριστής σε ομάδας της Θεσσαλονίκης ενώ μιλάει και για το βασικό επάγγελμα του.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
-Ποιος είναι ο Τάσος Σιδηρόπουλος εκτός γηπέδων;
Είμαι ένας ήρεμος και εξωστρεφής άνθρωπος. Η καθημερινότητα μου μοιράζεται μεταξύ δουλειάς και προπόνησης. Εργάζομαι στην ΕΛ.ΑΣ. και ειδικότερα στο γραφείο εγκληματολογικών ερευνών, ως προϊστάμενος της περιφερειακής μονάδας EURODAC Νοτίου Αιγαίου, που αφορά την λαθρομετανάστευση.
Πολλές ώρες τις αφιερώνω στο σκληρό και επίπονο κομμάτιτης προπόνησης για να μπορώ να αντεπεξέρχομαι στο υψηλό επίπεδο της Σούπερ Λίγκας. Τον υπόλοιπο ελεύθερο χρόνο μου προτιμώ να τον περνώ χαλαρώνοντας με την σύζυγο μου, τη Μικέλα, καθώς είμαι πρόσφατα παντρεμένος. Σίγουρα, το γεγονός ότι η γυναίκα μου είναι οπλισμένη με κατανόηση, αλλά παράλληλα επαγγελματίας και σκληρά εργαζόμενη, με βοηθά και με ωθεί στο να επιτύχω τους στόχους μου.
-Παίζατε ποδόσφαιρο πριν γίνετε διαιτητής και πώς ασχοληθήκατε με τη διαιτησία;
Υπήρξα ποδοσφαιριστής σε ομάδα της Θεσσαλονίκης κατά την διάρκεια των μαθητικών μου χρόνων. Ενας τραυματισμός και η παράλληλη εισαγωγή μου στην αστυνομία στάθηκαν αφορμή στο να σταματήσω να παίζω ποδόσφαιρο. Η γνωριμία μου, ωστόσο, μ’ έναν πολύ αξιόλογο άνθρωπο, πρώην διαιτητή, με οδήγησε στο να υπηρετήσω το άθλημα από άλλο πόστο…
-Κατά καιρούς έχει λεχθεί ότι θα μπορούσατε να είσαστε «διαιτητής-αθλητής στίβου» με τις επιδόσεις σας στα τεστ . Είχατε ή έχετε κάποια άλλη αθλητική δραστηριότητα;
Υπήρξα αθλητής από τα νεανικά μου χρόνια. Φοίτησα σε αθλητικό σχολείο και κατά καιρούς ασχολήθηκα με διάφορα αθλήματα όπως στίβο και τρίαθλο. Μετά, όμως, την σοβαρή ενασχόληση μου με την διαιτησία εστίασα προπονητικά σ’ αυτήν και απομακρύνθηκα από τις άλλες αθλητικές δραστηριότητες .
-Πόσο μεγάλη αισθάνεστε πως είναι η πίεση που σας ασκείτε όταν άπαντες στη χώρα μας ασχολούνται περισσότερο με τον διαιτητή ενός αγώνα και όχι με τις ομάδες;
Αναμφισβήτητα η πίεση που δεχόμαστε είναι μεγάλη. Όμως θεωρώ ότι δίνουμε μεγάλη βαρύτητα σε λάθος πράγματα . Αντί, δηλαδή, να επικεντρωνόμαστε στους ποδοσφαιριστές και στις τακτικές των ομάδων ασχολούμαστε με τις διαιτητικές αποφάσεις. Αυτό αποτελεί στρέβλωση του ποδοσφαίρου με πολλά αρνητικά αποτελέσματα με κυριότερο τη βία.
–Τα αυξημένα κρούσματα βίας, που την περασμένη σεζόν είχαν ως στόχο και διαιτητές και μάλιστα εκτός αγωνιστικών χώρων, πόσο σας προβληματίζουν και σε τι σκέψεις σας βάζουν;
Η οπαδοποίηση, ο φανατισμός και η βία αποτελούν αρνητικά φαινόμενα του σύγχρονου αθλητισμού. Αυτές οι παραβατικές συμπεριφορές χειραγωγούμενων ομάδων, οι οποίες, βέβαια, εντείνονται και από την σύγχρονη εποχή της έκλυσης των ηθών, της αλλοτρίωσης και της οικονομικής κρίσης δεν θα μπορούσαν να αφήσουν «ανενόχλητο» το χώρο της διαιτησίας. Τέτοιες συμπεριφορές μόνο θλίψη θα μπορούσαν να μου δημιουργήσουν, ιδιαίτερα όταν είμαι και εγώ κομμάτι του παζλ αυτών που πλήττονται.
Λύση υπάρχει και βρίσκεται τόσο στην πρόληψη, δηλαδή, στην αυστηροποίηση των ποινών, όσο και στην καταστολή τέτοιων παραβατικών συμπεριφορών εν τη γενέσει τους. Αρκεί βέβαια να αντικατασταθεί ο οπαδισμός από το ομαδικό πνεύμα και την αγάπη για το ποδόσφαιρο.
-Πώς νιώθετε όταν ακούτε να καθυβρίζονται τα αγαπημένα σας πρόσωπα κατά τη διάρκεια των αγώνων;
Σίγουρα όχι ευχαριστα. Από τα πρώτα χρόνια, όμως, της ενασχόλησής μου με την διαιτησία κατάλαβα ότι το να βρίζουν αγαπημένα μου πρόσωπα είναι ένα κομμάτι του παιχνιδιού, δυστυχώς αναπόφευκτο. Μαζί με τους δικούς μου ανθρώπους δημιουργήσαμε μια ισχυρή ασπίδα προστασίας, έτσι ώστε να μην μπορεί τίποτα απ΄ όλα αυτά να μας διαπεράσει.
-Yπάρχει τρόπος να καταπολεμηθεί η καχυποψία προς τα πρόσωπά σας;
Σε μια κοινωνία μόνιμης καχυποψίας εξαίρεση δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι διαιτητές. Σίγουρα κάποια λάθη έχουν ενισχύσει αυτήν την συμπεριφορά. Τα τελευταία χρόνια με την Διεύθυνση Ανάπτυξης Διαιτησίας και τώρα με την σύμβαση της ΟΥΕΦΑ πιστεύω ότι έχουν γίνει άλματα προς το καλύτερο. Σίγουρα θέλει χρόνο για να διαφοροποιηθεί η νοοτροπία των φίλαθλων. Πιστεύω, όμως, ότι συνειδητοποιώντας την σκληρή και σοβαρή δουλειά που γίνεται στα θέματα της εκπαίδευσης, της επιμόρφωσης αλλά και εκγύμνασης των διαιτητών οι συνθήκες αντιμετώπισής τους θα αλλάξουν.
-Σας ενοχλεί η εκτεταμένη ενασχόληση με τις διαιτητικές αποφάσεις κάθε Κυριακή βράδυ στα κανάλια;
Αυτό που μ΄ ενοχλεί δεν είναι η κριτική στις φάσεις, αν και μάλλον γίνεται με λάθος τρόπο. Το δυσάρεστο είναι ότι απομονώνονται φάσεις του αγώνα από μια κάμερα που είναι στημένη σε μια θέση στην οποία επ΄ ουδενί δεν θα μπορούσε να βρίσκεται ο διαιτητής σε πραγματικό χρόνο. Ενώ, λοιπόν, στα υπόλοιπα 90 λεπτά ισως να τα έχει πάει πάρα πολύ καλά, μ΄αυτόν τον τρόπο στιγματίζεται. Υπάρχουν, βέβαα, και θετικά στοιχεία, καθώς κάποιες φορές αναδεικνύονται σωστά οι αμφισβητούμενες διαιτητικές αποφάσεις. Πιστεύω, ωστόσο, ότι η κριτική των φάσεων πρέπει να ενταχθεί σ΄ ένα νέο πλαίσιο, το οποίο θα βοήθα στην επιμόρφωση των φίλαθλων αλλά και στην καλύτερη κατανόηση των κανόνων του ποδοσφαίρου. Δεν ωφελεί σε τίποτα να δούμε ποιος αδικήθηκε λιγότερο ή περισσότερο.
-Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι πλέον κάποιος να είναι διαιτητής σε υψηλό επίπεδο και τι λέτε σε αυτούς που υποστηρίζουν πως παίρνετε πολλά λεφτά για 90 λεπτά;
Η χώρα μας βιώνει μια πρωτοφανώς δύσκολη οικονομική συγκυρία. Όμως είναι πρόκληση η αμοιβή των διαιτητών και δεν είναι τα εκατομυρια που ξοδεύονται για ποδοσφαιριστές; Πρέπει, δηλαδή, να λειτουργούμε σαν επαγγελματίες και να αμειβόμαστε σαν ερασιτέχνες; Οι ομάδες προσφέρουν τα πάντα στους παίκτες τους, ενώ εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να πληρώνουμε οι ίδιοι τις ανάγκες μας. Όλοι βλέπουν τον διαιτητή μόνο για 90 λεπτά και μόνο στην Σούπερ Λίγκα και κανείς δεν τον βλέπει στις μικρότερες κατηγορίες, αλλά και στην καθημερινότητά του, η οποία περιλαμβάνει, πολλή προπόνηση, στερήσεις και μεγάλο χρόνο απουσίας από την οικογένεια. Είναι τρομακτικά δύσκολο και πρέπει να επενδύσουμε πολλά, υλικά και πνευματικά, για να διατηρηθούμε σε υψηλό επίπεδο και να φανούμε αντάξιοι των προσδοκιών αυτών που μας επέλεξαν για την συγκεκριμένη δουλειά.
-Πώς βιώνετε τη σημερινή δύσκολη οικονομική συγκυρία και ελπίζετε σ’ ένα καλύτερο μέλλον;
Ως Έλληνας πολίτης βιώνω και εγώ τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Αυτή η δυσάρεστη οικονομική συγκυρία, βέβαια, οφείλεται σε αλλαγές που αντί να γίνουν σταδιακά με το πέρασμα των χρόνων έγιναν βίαια και χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Ο κόσμος έχει υποστεί σοκ και μοιάζει ανήμπορος να αντιδράσει. Όχι τόσο στις επερχόμενες αλλαγές, αλλά στο να ενεργοποιηθεί ξανά για ν΄ αρχίσουμε να ανακάμπτουμε ως κοινωνία. Τα πράγματα είναι δύσκολα και η αλήθεια είναι ότι φταίμε και εμείς οι ίδιοι, καθώς παραμελήσαμε βασικές αρχές της κοινωνίας μας, όπως η οικογένεια, η φίλια και αναδείξαμε ως πρωτεύουσες αξίες στη ζωή μας το λάιφ στάιλ και τον ευκαιριακό πλουτισμό.
Προσωπικά είμαι συνετός άνθρωπος στις επιλογές μου και προσπαθώ να μην λείψει τίποτα από την οικογένειά μου. Είμαι, πάντως, πεπεισμένος ότι θα τα καταφέρουμε, απλά θα πρέπει εκτός από αλλαγή νοοτροπίας στην διαχείριση των οικονομικών μας να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και λειτουργίας συνολικά ως κοινωνία.
-Τα τελευταία χρόνια υπάρχει αύξηση της εγκληματικότητας στη χώρα μας. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται και υπάρχει περίπτωση, τουλάχιστον στις μικρότερες κοινωνίες, να επιστρέψουμε στις εποχές που κοιμόταν ο κόσμος με ανοιχτές πόρτες και παράθυρα;
Το ανησυχητικό φαινόμενο δεν είναι η αύξηση της εγκληματικότητας (γεγονός που πρέπει, βέβαια, να μας προβληματίσει), αλλά η μετάλλαξη αυτής σε πιο βιαία και πολλές φορές θανατηφόρα. Η αθρόα λαθρομετανάστευση, η ανεργία, τα ναρκωτικά και γενικότερα όλα τα αρνητικά φαινόμενα μιας κοινωνίας συνέτειναν στην αύξηση της εγκληματικότητας. Καθημερινά στο γραφείο μου γίνομαι μάρτυρας τέτοιων καταστάσεων. Ναρκομανείς κλέβουν για να πάρουν τη δόση τους, λαθρομετανάστες και ντόπιοι ληστεύουν για να ζήσουν. Ο άνθρωπος όταν πεινάει γίνεται θηρίο, ενώ ακόμα πιο βίαιος όταν δεν έχει να ταΐσει τα παιδιά του. Κάποτε άρπαζαν διάφορα για να τα πουλήσουν. Τώρα παρατηρείται το φαινόμενο να κλέβουν μίνι μαρκετ και να αφαιρούν όχι χρήματα ή τιμαλφή, αλλά τρόφιμα. Οι εποχές τις ξενοιασιάς με τις ανοιχτές πόρτες και παράθυρα έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
– Παρά το γεγονός πως η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν φιλόξενη χώρα, ενώ και οι ίδιοι οι Έλληνες έφευγαν μετανάστες παρατηρείται τελευταία το φαινόμενο της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Σε τι πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;
Τον ρατσισμό τον εντείνει η οικονομική κρίση. Από την στιγμή, λοιπόν, που βρισκόμαστε εν μέσω αυτής είναι λογικό να πολλαπλασιάζονται τα κρούσματα. Είμαστε ένας λαός που ξεχνάμε εύκολα. Ξεχάσαμε πως και εμείς κάποτε αναζητήσαμε την ελπίδα σ’ άλλες χώρες και τώρα κατηγορούμε για τα πάντα τους οικονομικούς μετανάστες. Το φαινόμενο για να ξεπεραστεί χρειάζεται παιδεία η οποία καλλιεργεί τον σεβασμό προς τον συνάνθρωπο και μειώνει την μισαλλοδοξία. Δεδομένης, λοιπόν, της έλλειψης παιδείας δεν πιστεύω ότι το φαινόμενο μπορεί να ξεπεραστεί στο εγγύς μέλλον.
-Ζείτε στον ευαίσθητο χώρο του Αιγαίου. Πιστεύετε πως μπορεί κάποια στιγμή να μην σκεφτόμαστε πλέον τον «εξ ανατολής κίνδυνο»;
Νομίζω ότι ο «εξ ανατολής κίνδυνος» είναι περισσότερο τεχνητός παρά πραγματικός. Συντηρείται, ωστόσο, και πυροδοτείται από κάποιους διότι πίσω από τα «θερμά επεισόδια» κρύβεται μια τεράστια βιομηχανία εξοπλισμών.
Στη Ρόδο, όπου ζω , μια επαρχία με πολλούς έλληνες μουσουλμάνους δεν υπάρχει το παραμικρό πρόβλημα, αντίστοιχα φαντάζομαι και στην Θράκη. Σε πρόσφατο ταξίδι μου στην Τουρκία διαπίστωσα ότι και εκείνοι έχουν
τους ίδιους προβληματισμούς μ’ εμάς, που δεν είναι η υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο, αλλά η καθημερινότητα, δηλαδή το πώς θα ζήσουν με τον καλύτερο τρόπο την οικογένεια τους, αν θα έχουν δουλειά και όλα τα υπόλοιπα που απασχολούν και εμάς. Πιστεύω ότι όλοι θέλουν να ζουν ειρηνικά και να απολαμβάνουν κάθε στιγμή της ζωής τους. Τουλάχιστον εγώ αυτό επιζητώ.