Για τη νέα σελίδα στην καριέρα του, για λογαριασμό της Ινδικής Πούνε, μίλησε ο Κώστας Κατσουράνης στην ιστοσελίδα “livemint.com”.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
Τι σε ενθουσίασε στην Ινδία και ήθελε να έρθεις να παίξεις ποδόσφαιρο εδώ και σε αυτό το κλαμπ;
“Η ιδέα να έρθω εδώ, ήταν πολύ καλή. Η αγωνιστική περίοδος δεν είναι μεγάλη και αυτό ήταν σημαντικό. Είναι κάτι καινούργιο στη ζωή μου, μια νέα πρόκληση. Μου αρέσει ήδη εδώ. Έχουν περάσει 2-3 μέρες από τότε που έφτασα. Ήμουν στη Βομβάη και τώρα είμαι εδώ στο Δελχί και τα βρίσκω όλα νορμάλ, δεν είναι κάτι παράξενο για μένα. Πριν έρθω εδώ, δεν διάβασα κάτι για το ινδικό ποδόσφαιρο και τώρα είναι κάτι νέο για όλους μας. Όλοι στην Ινδία θέλουν να βελτιωθούν στο ποδόσφαιρο, αλλά θα χρειαστεί χρόνος για να συμβεί αυτό. Πρέπει να έχεις μια καλή βάση, οι ομάδες πρέπει να έχουν τα προπονητικά τους κέντρα και περισσότεροι παίκτες πρέπει να αρχίσουν να παίζουν στην Ευρώπη. Στο ποδόσφαιρο, η οργάνωση είναι σημαντική, ακόμα πιο σημαντική και απ’ ό,τι γίνεται στο χορτάρι”.
Είσαι ο μόνος παίκτης στο πρωτάθλημα που αγωνίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Πώς ήταν η εμπειρία;
“Κατ’ αρχάς, μπορούσαμε να τα πάμε καλύτερα. Αν ήμασταν ψυχικά λίγο πιο δυνατοί, θα μπορούσαμε να περάσουμε στον επόμενο γύρο. Όμως, δώσαμε τα πάντα για να προκριθούμε και νομίζω ότι το αξίζαμε. Αλλά όταν το ματς με την Κόστα Ρίκα πήγε στα πέναλτι, είναι πάντα 50-50. Και ήταν η βραδιά του δικού τους γκολκίπερ. Σε όλα τα ματς παίξαμε καλό ποδόσφαιρο και δώσαμε τα πάντα στον αγωνιστικό χώρο. Αυτό είναι το πιο σημαντικό για μας. Ως ποδοσφαιριστής, ονειρεύεσαι να παίξεις για την χώρα σου σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, ειδικά στην Βραζιλία, μια χώρα γνωστή για το ποδόσφαιρο”.
Αγωνίστηκες στην Πορτογαλία με την Μπενφίκα για τρία χρόνια. Πως ήταν τα πράγματα εκεί;
“Πήγα στην Μπενφίκα, διότι ήταν ένας τεράστιος σύλλογος στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και κάθε παίκτης θα ήθελε να παίξει σε μια τέτοια ομάδα. Το επίπεδο στην Πορτογαλία είναι σε γενικές γραμμές πολύ καλό και γι’ αυτό επέλεξα να πάω εκεί. Είχα μία πολύ καλή σχέση με τον κόσμο της Μπενφίκα που με εκτίμησε τα τρία χρόνια που έπαιξα εκεί, όχι μόνο ως παίκτη αλλά και ως άνθρωπο. Όταν ήμουν στην Μπενφίκα, οι εμφανίσεις μου δεν πέρασαν απαρατήρητες. Είχα προτάσεις από την Τσέλσι, την Ατλέτικο Μαδρίτης και τη Βιγιαρεάλ όσο έπαιζα στην Πορτογαλία αλλά η Μπενφίκα δεν με άφησε να φύγω. Στην τελευταία χρονιά, μου δόθηκε η ευκαιρία να γίνω αρχηγός, που ήταν μεγάλη τιμή. Ήταν μια δυνατή σχέση και ακόμα μιλάω με ορισμένους παίκτες της ομάδας”.
Κατακτήσατε το EURO 2004, που είναι μία από τις πιο σπουδαίες ποδοσφαιρικές ιστορίες. Πείτε μας πράγματα για το τουρνουά και τον προπονητή σας, τον Οτο Ρεχάγκελ.
“Ο Οτο Ρεχάγκελ άλλαξε τα πάντα στην Εθνική ομάδα της Ελλάδας, μαζί με τότε πρόεδρο της ΕΠΟ, τον Βασίλη Γκαγκάτση. Βασικά, ο πρόεδρος επέτρεψε στον προπονητή να κάνει ό,τι θέλει. Το κλειδί της ομάδας, αν σας αρέσει.. Ήταν ένας τυπικός, έξυπνος Γερμανός προπονητής και έφερε στην Ελλάδα τον ψυχισμό των Γερμανών. Ήταν πολύ καλός στο να κάνει την Εθνική ομάδα να παίζει σαν σύλλογος. Όταν πήραμε το EURO 2004 στην Πορτογαλία, είχαμε μια πολύ δυνατή ομάδα. Ήταν μια μεγάλη στιγμή για όλους μας. Στα 12 χρόνια μου στην ομάδα πετύχαμε περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσα να φανταστώ”.
Αλλά οι Έλληνες δέχονταν συνεχή κριτική για το στυλ τους όλα αυτά τα χρόνια…
“Η Ελλάδα δεν είναι Βραζιλία, όπου όλοι παίζουν ποδόσφαιρο. Είμαστε μία μικρότερη χώρα, ίσως 9 εκ. άνθρωπο στην Ελλάδα. Η κριτική τους πρέπει να το λαμβάνει αυτό υπόψιν, όταν αναφέρεται στο στυλ μας. Ίσως έχουμε μία βαρετή ομάδα αλλά δεν διαθέτουμε παίκτες όπως ο Μέσι και ο Ρονάλντο. Πρέπει να τα καταφέρνουμε με τις δικές μας ‘δεξαμενές’ και δυνάμεις και να παίζουμε με μεγαλύτερο ψυχισμό, όπου ο καθένας αγωνίζεται και για τον διπλανό του. Πάντα παίζαμε ως ομάδα και ήμασταν επιτυχημένοι. Νομίζω ότι κάθε χώρα πρέπει να παίζει με τις δυνάμεις της. Τώρα, προσπαθούμε να παίξουμε πιο επιθετικά και βελτιωνόμαστε χρόνο με το χρόνο. Αλλά είναι φυσιολογικό στο ποδόσφαιρο να παίζεις με τέτοιο στυλ ανάλογα με τους παίκτες που διαθέτεις”.
Ποια είναι η κατάσταση τώρα στο ελληνικό ποδόσφαιρο με την οικονομική κρίση στη χώρα;
“Τα πράγματα δεν είναι καλά, αλλά ο κάθε ένας προσπαθεί να βελτιώνεται. Το ελληνικό ποδόσφαιρο χρειάζεται μεγαλύτερη αγάπη για το άθλημα. Δεν αγαπούν το ποδόσφαιρο όπως θα έπρεπε, νοιάζονται μόνο για το αποτέλεσμα: το να χάσεις ή να νικήσεις. Το ποδόσφαιρό μας μπορεί να βελτιωθεί. Με την οικονομική κρίση στη χώρα, είδαμε περισσότερους νεαρούς Έλληνες παίκτες στις ομάδες, διότι οι σύλλογοι δεν έχουν πια χρήματα για μετεγγραφές”.