Ρόλοι. Το δυσκολότερο πράγμα σε ένα θίασο. Πιο πολύπλοκο από το κάστινγκ. Πιο σημαντικό κι απ’ το σενάριο. Η σπαζοκεφαλιά για κάθε σκηνοθέτη. Πως θα κατανείμει τους ρόλους; Πώς θα αποφύγει να αδικήσει κάποιους; Πώς θα μπορέσει να υπερτιμήσει κάποιους άλλους; Πώς θα πείσει τους κομπάρσους να σκιστούν σαν να ήταν πρωταγωνιστές; Πώς θα κάνει κάθε μέλος του θιάσου να νιώσει το ίδιο σημαντικός; Πως θα καταφέρει να κάνει όλο αυτό το πράγμα να τσουλάει; Πως θα του βρει χημεία; Το παραμικρό λάθος στους ρόλους μπορεί να οδηγήσει την παράσταση στα… βράχια.
Του πήρε καιρό του Τούντορ να μάθει τους «ηθοποιούς» του. Ακόμα περισσότερο καιρό του πήρε να αντιληφθεί τον δικό του ρόλο. Να κάνει την δική του ενδοσκόπηση και να καταλάβει πως πρέπει να σκηνοθετήσει. Στην αρχή πήγε αυστηρά by the book. Με το δικό του σενάριο (3-5-2), με τα δικά του αδιαπραγμάτευτα «θέλω» στον τρόπο (ποδοσφαιρικής) έκφρασης. Οι ρόλοι όμως δεν έβγαιναν. Κάποιοι ένιωθαν να σκάνε στο «ρολάκι» τους. Κάποιοι δεν μπορούσαν να αποστηθίσουν τα λόγια. Με εξαίρεση μερικές εντυπωσιακές εκλάμψεις, ως επί το πλείστον ο θίασος έμοιαζε με ξεκούρδιστη ορχήστρα.
Δεν έχει σημασία αν ο Κροάτης άλλαξε σκηνοθετική ρότα από ανάγκη, από πεποίθηση ή από απλή… τύχη. Το θέμα είναι πως στις δύο τελευταίες παραστάσεις (στις κολλητές τριάρες με ΠΑΣ Γιάννενα και Καλλονή), οι «ηθοποιοί» δείχνουν πιο… λυμένοι.
Πιο εξοικειωμένοι στους ρόλους τους. Υποδύονται αυτό που ξέρουν καλά. Να ‘ναι άραγε τόσο ευεργετικό αυτό το 4-2-3-1; Να ‘ναι άραγε το κλειδί που ανοίγει την πύλη του παραδείσου; Αν ναι, καλώς όρισε, κι ας άργησε λιγάκι.
Υποτίθεται ότι το ποδόσφαιρο υπάρχει για να σε ξεκουράζει. Να σε διασκεδάζει. Να σε γεμίζει. Να σε ταξιδεύει. Έστω και για 90 λεπτά να σε παρασύρει σε ένα άλλο ανέμελο κόσμο. Εδώ και μήνες η καθημερινότητα του ΠΑΟΚ αρκούσε για να σου μαυρίζει κι άλλο την ψυχή. Διχόνοια, δυσπιστία, αμφισβήτηση, μαυρίλα για όλους και για όλα. Ποιο είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να τα στείλει όλα αυτά στον αγύριστο ή έστω στο πίσω μέρος του εγκεφάλου όσων τρέφονται μόνο με μίρλα; Λίγα ψίχουλα… μπαλίτσας.
Ξέρω. Αόρατος ο ΠΑΣ Γιάννενα την Κυριακή, τσούρμο πενθήμερης εκδρομής η Καλλονή. Σάμπως, απέναντι σε κάτι τέτοιες ομάδες δεν έκανε τα χειρότερα του φετινά παιχνίδια ο ΠΑΟΚ, γεμίζοντας εσωστρέφεια; Ας μάθει πρώτα ο ΠΑΟΚ να «καθαρίζει» χωρίς να λερώνεται τέτοια παιχνίδια και ας φτάσει μετά να μιλάει για το επόμενο επίπεδο. Ας μάθει να μπουσουλάει πρώτα και μετά θα δούμε αν μπορεί να πάρει μετάλλιο στα σπρίντ.
Δεν είναι κανένα επαναστατικό σύστημα, ούτε είναι μια τακτική που κάνει την γη να γυρίζει ανάποδα. Ένα σωρό ομάδες εμπιστεύονται το 4-2-3-1 και θα συνεχίσουν να το κάνουν γιατί είναι λειτουργικό, πρακτικό και γεμίζει το γήπεδο. Δεν είναι δύσκολο στην θεωρία, δεν μπουχτίζει το κεφάλι το παίκτη με τακτικούς γρίφους, είναι απλό και κατανοητό. Αν έχεις και τα κατάλληλα εργαλεία, μπορεί να σε απογειώσει. Αρκεί οι ρόλοι, να ταιριάζουν.
Σε μία πρώτη ανάγνωση, έστω κι αν το δείγμα γραφής είναι μικρό, το πράγμα «τσουλάει» καλά. Ο Χαρίσης και ο Τσίμιροτ, δύο υπέροχα, μοντέρνα χαφ, που τρέχουν ακούραστα, μοιράζουν, σουτάρουν, «βλέπουν» γήπεδο, δείχνουν να κολλάνε άψογα στο «2». Δεν φρενάρουν τον ρυθμό, κολλάνε καλά μαζί, έχουν νιάτα, ενθουσιασμό, όρεξη, αφήνουν αποτύπωμα σε όλο το κέντρο χωρίς να είναι στατικοί κι εγκλωβισμένοι σε μερικά τετραγωνικά, είναι δύο χαφ που συνδέουν καλά τις γραμμές, χωρίς να υστερούν δημιουργικά ή ανασταλτικά.
Τους πήρε καιρό να τακιμιάσουν και να μείνουν ταυτόχρονα υγιείς, αλλά να που το πέτυχαν και μοιάζουν σαν να παίζουν χρόνια μαζί.
Ακόμα και ρολίστες που ήταν όλο… σαρδάμ, τώρα λένε το ποίημα νεράκι. Ο ανεπαρκής ως φουλ-μπακ Μάριν Λέοβατς με την φτωχή του επιθετική δράση, δείχνει άλλος άνθρωπος ως μπακ σε τετράδα, αυτό που έμαθε να παίζει μία ζωή. Ο Ζάιρο που έμοιαζε τόσο καιρό χαμένος στην επίθεση, δείχνει άλλος παίκτης με ακόμα ένα παίκτη στην πτέρυγα, παίζοντας πια ακροβολισμένος με περισσότερο χώρο για να σπριντάρει και να πάει στο αγαπημένο του ένας εναντίον ενός.
Ο Κλάους παίζοντας με τρεις ακόμα αιχμές, κοντά του μες την περιοχή (κι όχι με δύο όπως στο 3-4-2-1) σκόραρε σε δεύτερο συνεχόμενο ματς και ήταν μέσα σε τόσες φάσεις, όσες δεν έχει κάνει σε όλη την σεζόν. Οι αποστάσεις στα τελευταία 20 μέτρα (αυτό που φωνάζει τόσο πολύ ο Τούντορ) ήταν πιο μικρές και ο ΠΑΟΚ έδειξε να γεμίζει πιο πολύ από ποτέ την αντίπαλη περιοχή, προκαλώντας τρικυμία.
Σε δύο ματς, ο ΠΑΟΚ έφτιαξε τόσες επικίνδυνες φάσεις (συντονισμένα, όχι ακανόνιστα), όσες στα τελευταία του 10 ματς και είχε ποσοστά στην κατοχή που θύμιζαν Σαντάμ Χουσεΐν σε εκλογές. Δέχθηκε την πρώτη τελική on target από τον ΠΑΣ Γιάννενα στις καθυστερήσεις του ματς και τελείωσε το ματς με την Καλλονή δίχως να μάθουμε τι χρώμα φανέλα φορούσε ο Μελίσσας.
Πίεσε ψηλά, τρομοκράτησε τον αντίπαλο (37-8 τελικές, 22-2 κόρνερ σε αυτά τα δύο ματς), τον στρίμωξε στα σκοινιά, έβγαλε αμυντική ασφάλεια, τον έκανε αυτό που πρέπει να κάνει σε κάθε ομάδα τέτοιου βεληνεκούς που πατάει το χορτάρι της Τούμπας.
Μένει ένας ακόμα ρόλος. Αυτός που πρέπει να πάρει ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ. Ο ΠΑΟΚ δεν έχει πολυτέλεια να έχει ξενερωμένο τον βασικό του πρωταγωνιστή. Αυτόν που επιλέχθηκε για να κάνει την διαφορά με την υποκριτική του ευφυΐα. Σε μία ομάδα που δεν κερδίζει, το ημίωρο που (συνήθως) παίζει ο «Μπέρμπα» μπορεί να είναι αιτία εμφυλίου. Σε μία ομάδα ρολάρει, το ίδιο ημίωρο του «Μπέρμπα» μπορεί να είναι το ημίωρο του… κάτι παραπάνω. Της ποικιλίας. Μέχρι αυτό το ημίωρο να μπορεί να γίνει κάτι παραπάνω, χωρίς να προκύπτει φύρα στο σύστημα. Οι νίκες είναι διαχρονικά το μοναδικό φάρμακο που γιατρεύει τους εγωισμούς.
Μετά από καιρό, ο (λίγος, ομολογουμένως) κόσμος που πήγε στην «Τούμπα» έφυγε από το γήπεδο για δεύτερο σερί ματς χορτάτος. Γεμάτος. Ανάλαφρος. Ξέγνοιαστος. Ήρεμος. Χαμογελαστός. Καιρός ήταν. Ο ΠΑΟΚ δείχνει να βρίσκει ρόλους. Χημεία. Κορμό. Σταθερές.
Ξαφνικά, όλοι βρίσκονται στην ίδια σελίδα του βιβλίου, συντονισμένα.
Ας το απολαύσουμε, όσο κρατήσει…