Δεν είναι λίγες οι φορές που το ποδόσφαιρο αποδεικνύεται ένα παιχνίδι συγκυριών. Εκτός από τη δουλειά, το ταλέντο και την ικανότητα, είναι και η τύχη που μπορεί να παίξει το ρόλο της στην καριέρα και την εξέλιξη ενός ποδοσφαιριστή ή ενός προπονητή. Ο τραυματισμός ενός παίκτη και το κενό που επωφεληθεί κάποιος αναπληρωματικός, ένα σημαντικό γκολ, μια σπουδαία νίκη, μια “χρυσή” αλλαγή, ίσως απλά μια δήλωση, μπορεί να αποβεί μοιραία. Είτε θετικά, είτε αρνητικά. Το θέμα είναι να αρπάξει κάποιος την ευκαιρία.
Χρησιμοποιώντας ένα πιο χειροπιαστό παράδειγμα, και επειδή το αντικείμενο του blog είναι ο Βλάνταν Ίβιτς, ας θυμηθούμε πώς ο Σέρβος είχε καθιερωθεί στην ενδεκάδα του ΠΑΟΚ. Έχοντας έρθει το καλοκαίρι του 2008 στην Τούμπα, ο Ίβιτς δεν είχε κερδίσει θέση βασικού από τον Φερνάντο Σάντος. Ο Δικέφαλος μετρούσε 4 συνεχή ανεπιτυχή αποτελέσματα στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος και αντιμετώπιζε τον Ηρακλή για την 6η αγωνιστική στην Τούμπα. Η πίεση για νίκη ήταν μεγάλη, ο Ίβιτς πέρασε ως αλλαγή στη θέση του Φωτάκη στο 74′ και στο 88′ πέτυχε το 1-0 δίνοντας τη νίκη στην ομάδα. Έκτοτε δεν βγήκε ποτέ ξανά από την ενδεκάδα και για 4 χρόνια ήταν ίσως ο πολυτιμότερος παίκτης του ΠΑΟΚ.
Επανερχόμενος στο παρόν και αφουγκραζόμενος την κοινή αίσθηση ότι αυτή είναι η ευκαιρία που δίνει ο ΠΑΟΚ στον προπονητή Ίβιτς, δεν μπορώ παρά να διαφωνήσω. Όχι, εδώ τα πράγματα δεν είναι τα ίδια, ούτε έχουν την ίδια βαρύτητα και σημασία. Η θέση του τεχνικού δεν έχει καμιά σχέση με αυτή του παίκτη.
Είναι τόσο άδικο για τον Σέρβο, να κρίνεται το όποιο προπονητικό του ταλέντο και οι όποιες ικανότητές του, από ένα πέρασμα λίγων βδομάδων από τον πάγκο του ΠΑΟΚ. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται φυσικά. Κάτι ανάλογο συνέβη πρόσφατα και με τον Γιώργο Γεωργιάδη, παλιότερα δε, πάμπολλες φορές.
Ο Ίβιτς, αποτελώντας ένα κεφάλαιο για τον ΠΑΟΚ μετά τα τρία χρόνια στην Κ20, δέχθηκε να παραλάβει μήνα Μάρτιο, ένα αγωνιστικά και ψυχολογικά ταλαιπωρημένο σύνολο, γεμάτο από τραυματισμούς και απουσίες, και το οποίο “πάτησε” όλη τη σεζόν πάνω σε ένα άλλο σύστημα με έναν διαφορετικής φιλοσοφίας προπονητή. Δέχθηκε να παραλάβει μια ομάδα που είχε χάσει πολύ έδαφος στη βαθμολογία και η οποία επιδιώκει, τουλάχιστον στη θεωρία, να κατακτήσει τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα. Δέχθηκε να παραλάβει μια ομάδα που θα παίξει τα περισσότερα (ή όλα) εναπομείναντα παιχνίδια την έδρα της χωρίς κόσμο και από την οποία θα αφαιρεθούν βαθμοί λόγω τιμωρίας.
Αυτή είναι η ευκαιρία λοιπόν; Να δουλέψει, για πρώτη φορά σε επαγγελματικό επίπεδο, υπό τέτοιες συνθήκες και σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα; Όχι δα…
Ο Σέρβος ήταν η αδυναμία μου στα 4 χρόνια που έπαιξε στον ΠΑΟΚ. Έκανε απίστευτες σεζόν, “ξεχείλιζε” από ποιότητα και σιγουριά. Αυτά ως παίκτης. Ως προπονητής δεν μπορώ φυσικά ακόμα να τον κρίνω. Για αυτό που μπορώ να είμαι σίγουρος είναι η δυνατότητα του να εμφυσήσει το ΠΑΟΚτσήδικο πνεύμα στην ομάδα και η αδιαμφισβήτητη σοβαρότητά του ως άνθρωπος.
Στο διάστημα που θα βρίσκεται στο τιμόνι του Δικεφάλου, δε θα ακούω δηλώσεις που να θίγουν ποδοσφαιριστές, δε θα δω καραγκιοζιλίκια από τον πάγκο την ώρα του αγώνα, δε θα ακούω αναφορές στην Παναγιά και σε θεωρίες συνωμοσίας, δε θα δω κόντρες με μεγάλα ονόματα, δε θα ακούω αστειάκια στις συνεντεύξεις τύπου, δε θα ακούω ειρωνείες και δε θα βλέπω βιντεάκια με τους τρόπους ανάπτυξης της ομάδας.
Καταλήγοντας, η ευκαιρία στον Ίβιτς θα δοθεί όταν θα έχει την ομάδα από την αρχή της σεζόν, και μέχρι το ΤΕΛΟΣ αυτής. Θα μπορεί να τη στήσει, να τη δουλέψει και να την κουμαντάρει. Θα είναι η επόμενη σεζόν; Αυτό δεν το ξέρω. Θα πρέπει να δοκιμάσει πρώτα κάπου αλλού για αποκτήσει εμπειρίες; Πιθανόν. Αυτό που ξέρω είναι ότι αξίζει το σεβασμό από όλους στον ΠΑΟΚ. Αυτόν το σεβασμό που δεν έδειξε σχεδόν σε κανέναν από τους προπονητές του τελευταίο διάστημα. Και είναι καιρός, αυτό να αλλάξει…
ΥΓ. Η εξοντωτική τιμωρία του ΠΑΟΚ έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στον Ιβάν Σαββίδη: αυτό σημαίνει πόλεμος. Το μόνο που κατάφεραν είναι να “ατσαλώσουν” το ποντιακό του πείσμα.