Μια διαδρομή 38 χρόνων στους πάγκους μερικών εκ των μεγαλύτερων ομάδων της Ευρώπης (μεταξύ αυτών και του ΠΑΟΚ), ένα μέρος της οποίας εξελίχθηκε στα ελληνικά γήπεδα, ολοκληρώθηκε χθες. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, μία από τις σημαντικότερες προπονητικές φιγούρες στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ αποφάσισε να αποσυρθεί από τους πάγκους σε ηλικία 72 ετών.
Έδωσε τέλος σε αυτή τη σπουδαία καριέρα με την εξής γραπτή δήλωση: «Η δουλειά του προπονητή περιλαμβάνει κάθε μέρα σημαντικές και δύσκολες αποφάσεις. Όταν όμως η δουλειά αποτελεί και μεγάλη αγάπη, τα βγάζεις πέρα, παρά τις δυσκολίες. Η τελευταία μου απόφαση να αποσυρθώ είναι λογική, μελετημένη, αλλά και δύσκολη. Το μπάσκετ και η προπονητική δεν ήταν μέρος της ζωής μου, αλλά ολόκληρη η ζωή μου. Ήταν μια διαρκής σχέση. Κοιτώντας πίσω, θέλω να ευχαριστήσω όλους τους συνεργάτες μου και κυρίως τους παίκτες για το σεβασμό, την εμπιστοσύνη και την έμπνευση. Πάντα έλεγα πως με ενοχλεί να ακούω ότι δημιούργησα παίκτες. Εγώ απλώς τους έδωσα μία ευκαιρία και εκείνοι την αξιοποίησαν. Φυσικά, δεν μπορώ και δεν πρόκειται να πω ποτέ αντίο στο μπάσκετ».
Το σάιτ του ΕΣΑΚΕ (esake.gr) κατέγραψε τους «σταθμούς», τις επιτυχίες και τους αριθμούς του «Ντούντα» στο ελληνικό Πρωτάθλημα.
Ο Ίβκοβιτς κοουτσάρισε συνολικά πέντε ελληνικές ομάδες κάνοντας την αρχή με τον Άρη τη διετία 1980-1982. Οδήγησε τους «κίτρινους» στην 3η (19-7) και στη 2η θέση (20-6) αντίστοιχα αλλά δεν κατάφερε να τους οδηγήσει σε κάποιον τίτλο.
Αφού πέρασε μια περίοδο εννιά χρόνων σε ομάδες της πρώην Γιουγκοσλαβίας αλλά και στην Εθνική ομάδα της χώρας, ο Ίβκοβιτς επέστρεψε στο ελληνικό μπάσκετ, αυτή τη φορά για λογαριασμό του ΠΑΟΚ στον πάγκο του οποίου έμεινε από το καλοκαίρι του 1991 μέχρι τα μέσα της σεζόν 1993-94. Στο διάστημα αυτό οδήγησε την ομάδα στον τίτλο του πρωταθλητή του 1992, έναν από τους τρεις που κέρδισε ο ίδιος καθώς ακόμη και στην 3η θέση του ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το 1993. Ο συνολικός απολογισμός του με τον «δικέφαλο» στο Πρωτάθλημα ήταν 65 νίκες και 13 ήττες.
Ο ΠΑΟΚ ήταν η απαρχή μιας «γεμάτης» 10ετίας για τον Ντούσαν Ίβκοβιτς στην Ελλάδα.
Αυτό γιατί ανέλαβε τον Πανιώνιο το καλοκαίρι του 1994. Δημιούργησε ένα κράμα έμπειρων (Χριστοδούλου, Μποσγανάς, Αγγέλου) και ταλαντούχων Ελλήνων παικτών (Καράγκουτης, Καλαϊτζής, Γέλιτς, Τσόπης, Δρελιώζης) τους οποίους οδήγησε αρχικά στην 5η θέση και στην έξοδο στο κύπελλο Κόρατς το 1995 και ακολούθως στην 3η θέση του Πρωταθλήματος το 1996. Στον κυανέρυθρο πάγκο μέτρησε, ως προς την Basket League, 41 νίκες και 26 ήττες.
Το 1996 άρχισε την πρώτη θητεία του στον πάγκο του Ολυμπιακού διαδεχόμενος τον Γιάννη Ιωαννίδη και μένοντας σε αυτόν μέχρι το καλοκαίρι του 1999 ενώ επέστρεψε στον Πειραιά για τη διετία 2010-2012. Με τους ερυθρόλευκους κατέκτησε δύο φορές την Ευρωλίγκα (1997 και 2012), δύο φορές το ελληνικό Πρωτάθλημα (1997 και 2012) και άλλες δύο το Κύπελλο (1997 και 2011). Σε αυτήν την συνολική πενταετία μέτρησε ως προπονητής του Ολυμπιακού στην Basket League 148 νίκες και 31 ήττες.
Στο μεσοδιάστημα (1999-2001) ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ με την οποία πανηγύρισε το Κύπελλο Σαπόρτα του 2000 και το Κύπελλο Ελλάδας το 2000 και το 2001 ενώ την οδήγησε στα ημιτελικά της Ευρωλίγκα το 2001 –τότε δεν υπήρχε το format του φάιναλ φορ. Η «ένωση» κατέκτησε στο Πρωτάθλημα υπό τις οδηγίες του την 4η θέση τόσο το 2000 όσο και το 2001 με συνολικό απολογισμό 45 νικών και 21 ηττών.
Σε αυτά τα 13,5 χρόνια λοιπόν που πέρασε στους ελληνικούς πάγκους, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς μέτρησε συνολικά 338 νίκες και 104 ήττες σε 442 αγώνες Πρωταθλήματος.