Σήμερα (15/12) συμπληρώνονται 21 χρόνια από την μεγαλύτερη επανάσταση που υπήρξε ποτέ στους κανόνες του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Ήταν 15 Δεκεμβρίου του 1995, όταν μετά από πέντε χρόνια δικαστικών αγώνων, ο Βέλγος Ζαν Μαρκ Μπόσμαν, 52 ετών πλέον, κέρδισε μια δίκη στο ευρωπαϊκό δικαστήριο του Λουξεμβούργου που άλλαξε για πάντα το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Ίσως να είναι υπερβολή, αλλά ορισμένοι πιστεύουν ότι η παρέμβαση που έκανε ο Μπόσμαν στο ποδόσφαιρο είναι πιο βαθιά ακόμα και από εκείνη των κορυφαίων προπονητών που διαμόρφωσαν νέα δεδομένα στον χώρο της μπάλας.
Το 1990 ο Μπόσμαν έπαιζε στην Λιέγη, στην δεύτερη κατηγορία του βελγικού πρωταθλήματος. Το συμβόλαιό του επρόκειτο να λήξει και η ομάδα του πρόσφερε μια νέα συμφωνία, ωστόσο, του μείωνε κατά τα 2/3 τις αποδοχές. Ο Μποσμάν αρνήθηκε, ήθελε να πάει να παίξει στη Δουνκέρκη, στη Γαλλία, αλλά η Λιέγη ζήτησε αποζημίωση ύψους 600.000 ευρώ. Ποσό υψηλό για εκείνη την εποχή. Σύμφωνα με τους νόμους που ίσχυαν τότε, δεν είχε το νομικό δικαίωμα να μετεγγραφεί σε άλλη ομάδα, αν πριν δεν αποζημιωνόταν η ομάδα του. Η μετεγγραφή ματαιώθηκε.
Τότε ο Μπόσμαν αποφάσισε να κάνει προσφυγή και να ξεκινήσει ένα δικαστικό αγώνα που ίσως ούτε ο ίδιος φανταζόταν την διάρκεια, την κατάληξη, αλλά και τις συνέπειες που θα προκαλέσει. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που ένας ποδοσφαιριστής προσέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια, προκειμένου να διεκδικήσει την «ελευθερία του».
Το άρθρο 48 της Συνθήκης της Ρώμης του 1957, εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στο ποδόσφαιρο. Από την ημερομηνία εκείνη και μετά δεν είναι τίποτα ίδιο. Θεωρείται ο πιο διάσημος αγωνιστής της ελευθερίας του αθλητισμού, προκαλώντας μία απόφαση που άλλαξε για πάντα το παιχνίδι.
Με την απόφαση αυτή, που έμεινε γνωστή ως «απόφαση Μπόσμαν» επιτράπηκε στους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές να μεταγράφονται ελεύθερα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν λήγει το συμβόλαιό τους με κάποιο σύλλογο, χωρίς η ομάδα που αγωνίζονταν να παίρνει χρήματα. Επίσης, ακυρώθηκαν όσοι κανονισμοί εθνικών ομοσπονδιών χωρών-μελών της Ε.Ε. , που επέβαλαν περιορισμούς σε τέτοιου είδους μεταγραφές και ένα ανώτατο όριο ξένων ποδοσφαιριστών, όριο που επίσης καταργήθηκε. Η απόφαση αρχικά αφορούσε μόνο σε ποδοσφαιριστές υπηκόους των χωρών-μελών της Ε.Ε., τους λεγόμενους κοινοτικούς, για τους οποίους επιτρεπόταν πλέον μεταγραφή ανεξαρτήτως αριθμού, σε αντίθεση με τους μη κοινοτικούς, για τους οποίους η κάθε ομοσπονδία διατήρησε τους κανονισμούς της.
Έτσι οι εργασιακοί νόμοι που είχαν ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήρθαν και στο ποδόσφαιρο, αποτελώντας μία πραγματικότητα, ίδια με εκείνη που αντιμετωπίζουν οι άλλοι εργαζόμενοι.
Δύο νεαροί δικηγόροι, έδωσαν επί πέντε χρόνια τη μάχη στα δικαστήρια του Βελγίου και στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Λουξεμβούργου, απέναντι στο αθλητικό και πολιτικό κατεστημένο. Μία υπόθεση, που καταγράφεται στα χρονικά ως μία από τις πληρέστερες και πλέον τεκμηριωμένες δικονομικά υποθέσεις, αναλυμένη σε 350 παραγράφους και άρθρα.
Τι απέγινε όμως τελικά ο Ζαν Μαρκ Μπόσμαν; Ο άνθρωπος που άλλαξε το ποδόσφαιρο, αλλά δεν κατάφερε να σώσει την καριέρα του. «Μετά από όλα αυτά τα χρόνια υπάρχει η αίσθηση ότι η απόφαση που με αφορούσε, έσπασε τις αλυσίδες στο ποδόσφαιρο,» είχε πει ο Μπόσμαν σε μία συνέντευξή του στην Bild. «Τώρα οι παίκτες έχουν την ελευθερία να πάνε όπου θέλουν, οι ομάδες μπορούν να πάρουν οποιονδήποτε παίκτη. Με απλά λόγια: η απόφαση έκανε καλύτερο το ποδόσφαιρο από ότι ήταν πριν. Είμαι υπερήφανος για ό,τι έκανα,» πρόσθεσε.
«Μου έφυγε ένα βάρος. Ένιωσα ότι αποκαταστάθηκα. Ο πραγματικός σκοπός της μάχης μου ήταν να βρω ένα νέο δρόμο που να με οδηγήσει πίσω για να παίξω. Αλλά αυτό ήταν το πρόβλημα: νομίμως θα μπορούσα να βρω μια νέα ομάδα, αλλά και για τις ομάδες ήμουν ένας ταραχοποιός. Η απόφαση έφτασε όταν ήμουνα 31 ετών. Είχα χάσει τα καλύτερα χρόνια της καριέρας μου, και δεν είχα ποτέ μια αποζημίωση για αυτό».
Ο Ζαν Μαρκ Μπόσμαν, έχει δηλώσει υπερήφανος, αλλά και πικραμένος για την αντιμετώπιση που γνώρισε, ενώ σημείωσε πως δεν πήγαν καλά όλα. «Είναι πολύ καλό τα παιδιά μου να ακολουθήσουν τις σπουδές τους και θα ήθελα πολύ να τα δω να ασχολούνται με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό. Αυτό είναι το καλύτερο, μόνο ερασιτεχνικός αθλητισμός,» είχε τονίσει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στην The Telegraph.
Στον Βέλγο που άλλαξε ο ποδόσφαιρο, δεν αρέσει η εικόνα που παρουσιάζει το παιχνίδι σήμερα: «Σήμερα τα χρήματα είναι κυρίαρχα. Οι σύλλογοι έχουν βρει τρόπους να πλουτίσουν περαιτέρω, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των πλουσιότερων και των άλλων».