Συνηθίζουμε να μιλάμε για την ανάσταση. Κι όμως εδώ έχουμε έναν παίκτη, που πάντα είχε σφυγμό και απλώς περιμένει να τον συμπεριλάβουν στους… ζωντανούς! Ο Λάζαρος Λάμπρου είναι ένα από τα πρόσωπα της χρονιάς.
Θα έρθει κάποια στιγμή η μέρα, στην οποία κάποιος τολμηρός και γενναίος άνθρωπος θα θελήσει να τα ταξινομήσει. Θα προσπαθήσει να τα απαριθμήσει και να τα καταχωρίσει στα βιβλία της ιστορίας. Σίγουρα θα χρειαστεί χρόνο. Σίγουρα θα χρειαστεί τόμους. Και σίγουρα θα χρειαστεί ένα καλό σύστημα αρχειοθέτησης. Θα είναι με σειρά βαρύτητας των γεγονότων; Θα είναι με χρονική σειρά ή μήπως με αλφαβητική; Αν είναι με αλφαβητική, εκεί στο «Λ», κάπου ανάμεσα στη Λεωφόρο και στον Λουντ, υπάρχει ακόμα ένα όνομα. Λάζαρος Λάμπρου! Η ιστορία του αρχίζει ως ένα ακόμα από τα εγκλήματα του Γιάννη Αλαφούζου και συνεχίζεται μέσα από μια διαδρομή επιμονής και δανεικών ευκαιριών, στον ποδοσφαιριστή που εντυπωσιάζει φέτος την Ολλανδία!
Οι φωνές του μπαμπά έφταναν… Παιανία!
Στην Κατερίνη το όνομά του είναι γνωστό. Ο πατέρας του και η μητέρα του είναι δάσκαλοι φυσικής αγωγής, ενώ την οικογένεια συμπληρώνουν η μικρή Έλενα και ο μεγάλος γιος, ο Ιωάννης. Το ποδόσφαιρο δεν θα έλεγες ότι ήταν και παράδοξη επιλογή ενός παιδιού που μεγαλώνει σε αθλητικό περιβάλλον. Τεσσάρων χρονών ξεκίνησε και το πρώτο που έμαθε στο γήπεδο ήταν ότι ο μπαμπάς του, όταν δεν είναι στο σπίτι, μπορεί να γίνει εξαιρετικά αυστηρός (και τρομακτικός). «Συνεχώς μου φώναζε. Μου φώναζε πολύ», θα πει γελώντας ο Λάζαρος, ωστόσο ο Βασίλης Λάμπρου ήξερε καλά τι έκανε. Όχι τόσο όταν το παιδί του ήταν ακόμα του… νηπιακού σταθμού, αλλά όσο μεγάλωνε και άρχισε να φαίνεται το ταλέντο του.
Αυτό ήταν που προσέλκυσε αρκετούς από τους μεγάλους συλλόγους της χώρας στην Πιερία για να τον δουν να αγωνίζεται με τους Πόντιους Κατερίνης. Ο Παναθηναϊκός, ο οποίος εκτός από καλό δίκτυο σκάουτερ είχε και συνεργασία με τον σύλλογο, έφτασε πρώτος. Τον Αύγουστο του 2011 κατέβασε τον 13χρονο Λάζαρο στην Παιανία και έκτοτε ξεκίνησε για τον μικρό η μοναχική ζωή του ποδοσφαίρου. Ο πατέρας του ήξερε πώς έπρεπε να τον προστατεύσει από αντιπερισπασμούς, συμφώνησε με τον Νίκο Σαμαρά να μείνει ο γιος του εσώκλειστος στις εγκαταστάσεις του Παναθηναϊκού, ωστόσο ποτέ ένας γονέας δεν μπορεί να είναι ήρεμος.
«Από πολύ νωρίς έφυγα από την οικογένειά μου, αλλά δεν με πείραζε γιατί ήμουν τρελός για το ποδόσφαιρο. Για τους δικούς μου ήταν περισσότερο δύσκολο παρά για εμένα, γιατί ανησυχούσαν πολύ. Μου τηλεφωνούσαν καθημερινά. Ήμουν τόσο νέος και δεν με πείραζε που ζούσα μόνος. Μόνο μετά από δύο χρόνια περίπου κατάλαβα πόσο μου λείπει η οικογένεια μου. Πλέον όμως προσαρμόζομαι εύκολα. Έχω μάθει να μένω μόνος μου».
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ.