Γιατί έμεινε ο Φερνάντο Βαρέλα; Πολύ απλά, διότι ο ΠΑΟΚ έχει δημιουργήσει τέτοιες συνθήκες, ώστε το συνολικό πακέτο που προσφέρει σε κάθε παίκτη του να μην συγκρίνεται με τίποτα!
«Κοίτα τον μικρό ρε! Θηρίο έγινε. Τον έφτασε τον πατέρα του σε ύψος. Πόσο χρονών είσαι λεβέντη μου;», ρώτησε ένας παρείσακτος οπαδός του ΠΑΟΚ, ο οποίος μες την παραζάλη της φιέστας είχε τρυπώσει στην μεικτή ζώνη της Τούμπας που μύριζε έντονα σαμπάνια.
«Δεκατέσσερα κύριε», απάντησε με έμφυτη ευγένεια και χαμηλωμένο βλέμμα ο ψηλόλιγνος πιτσιρικάς, ο οποίος στωικά περίμενε τον μπαμπά του να τελειώσει με τις δηλώσεις (σε άπταιστα ρουμανικά) σε ένα τηλεοπτικό συνεργείο που είχε καταφθάσει από το Βουκουρέστι.
Αίφνης, τα δυο αυτιά μου άρχισαν να λειτουργούν αυτόνομα. Με το ένα προσπαθούσα να υποκλέψω έστω και μία ατάκα του Φερνάντο Βαρέλα στους Ρουμάνους που θα έδειχνε μία ένδειξη για το μέλλον του στον ΠΑΟΚ, από την άλλη προσπαθούσα να ακούσω τις στιχομυθίες με τους γιους του.
Από την στιγμή που τα φτωχά μου ρουμανικά με πρόδωσαν (εξάλλου οι συνάδελφοι θα μου τα έδιναν έτοιμα μετά) αποφάσισα να παίξω μπάλα με τους μικρούς.
«Γκουστάβο, τον ντριμπλάρεις τον μπαμπά σου, όταν παίζετε μαζί», ήταν το δόλωμα για να πιάσουμε κουβεντούλα.
«Ε, καμιά φορά. Ο μπαμπάς μου δεν με αφήνει ποτέ να τον περάσω. Είναι πολύ σκληρός, κάνει τάκλιν», απάντησε ξανά με συστολή ο 14χρονος Γκουστάβο Βαρέλα, που -σε περίπτωση που δεν το ξέρετε- παίζει επιθετικός στους μικρούς του ΠΑΟΚ.
Άλλο που δεν ήθελε ο 11χρονος Τόμας, που βρισκόταν ακριβώς από δίπλα του.
«Τι λες ρε ψεύτη; Αφού εσύ δεν μπορείς να περάσεις ούτε μένα! Κάθε φορά που το προσπαθείς σου ρίχνω ξύλο. Τον μπαμπά θα περάσεις;». Σε περίπτωση που δεν το ξέρετε, ο 11χρονος Τόμας με το ακόμα πιο τσαχπίνικο βλέμμα παίζει κι αυτός μπάλα, μόνο που επέλεξε να μοιάζει στον μπαμπά. Παίζει πίσω.
Όλα αυτά σε άψογα ελληνικά, αίφνης ο μπαμπάς Βαρέλα έμοιαζε εντελώς κομπάρσος στην όλη φάση. Δεν άκουσε την συζήτηση μας, αν την άκουγε, σίγουρα θα καμάρωνε για τους γιους του. Για την ευγένεια τους, την εμφάνιση τους, το βλέμμα τους, το χαμόγελο τους, το στήσιμο τους στον χώρο. Εκτός από καλός παίκτης, δείχνει να είναι και καλός μπαμπάς (στην εξίσωση βάλτε και τον βενιαμίν Λορέντσο που για κάποιο λόγο έλειπε από το σκηνικό), κάτι που είναι απείρως σημαντικότερο και πιθανώς δυσκολότερο.
Αυτή είναι η διασκέδαση του. Το «έξω» του. Να πηγαίνει να βλέπει τα παιδιά του να παίζουν μπάλα. Οι γονείς, οι προπονητές των μικρών το ξέρουν, τον βλέπουν συχνά. Όποτε μπορεί πάει και στα εκτός έδρας, πιάνει επαρχία.
Αυτή ήταν η ανησυχία του, αυτό τον έκαιγε όλη την χρονιά, όσο έμενε επί ξηρού ακμής αναφορικά με το μέλλον του στον ΠΑΟΚ. Τα παιδιά του. Είναι καλά εδώ. Έχουν φίλους. Πάνε σχολείο. Προσαρμόστηκαν. Μιλάνε την γλώσσα. Παίζουν μπάλα. Χαίρονται. Μεγαλώνουν όμορφα. Τους φέρονται καλά. Τους σέβονται. Τους αγαπάνε. Τι θα γίνει αν χρειαστεί κάποια στιγμή το καλοκαίρι να τους πω ότι… φεύγουμε; Η σκέψη αυτή τον βασάνιζε όλη την χρονιά, μόνο όσοι έχουν παιδιά πιθανώς να καταλαβαίνουν.
Στην μία άκρη της ζυγαριάς, ο επαγγελματίας Φερνάντο και το ηθικό κομμάτι. Ήθελε το καλύτερο δυνατό συμβόλαιο, μία ανταμοιβή της τριετούς προσφοράς του ως… χαμηλόμισθος στον ΠΑΟΚ, αλλά και μία όσο το δυνατόν μεγαλύτερη οικονομική εξασφάλιση της οικογένειας του. Από την άλλη, ο μπαμπάς Βαρέλα, που έβλεπε τα παιδιά του να γίνονται «τεσσεράκηδες», να του μαθαίνουν στα ελληνικά όλα τα συνθήματα, να γίνονται μέσα σε τρία χρόνια «ΠΑΟΚ αφού», κάτι που αν δεν το βιώσεις, επίσης είναι αδύνατον να ερμηνεύσεις ή να καταλάβεις.
Ένα από τα ελάχιστα πράγματα που τον πείραξαν ήταν όταν άρχισε να διαβάζει δεξιά κι αριστερά πως απέρριψε την πρόταση του ΠΑΟΚ επειδή είναι… παραδόπιστος: «Εκεί που κάποιοι βάζουν το πόδι, ορισμένοι βάζουν το κεφάλι. Μην μιλάτε για τον χαρακτήρα μου», ήταν το οργισμένο του μήνυμα στο Instagram, θέλοντας να δείξει την εσωτερική μάχη που γινόταν μέσα του κι ελάχιστοι γνώριζαν.
Τελικά τα… παλιόπαιδα τον έψησαν. Μπορεί να ήταν μια οργανωμένη σκανταλιά ή ένα αυθόρμητο ομαδικό κλάμα. Τον έκαναν κουρέλι όμως. Αυτός ο τύπος που χτυπάει μανιασμένα την μπουνιά στο τραπέζι για να ξυπνήσει τους συμπαίκτες του, αυτός που ουρλιάζει σε κάθε κερδισμένο τάκλιν, αυτός ο απροσπέλαστος τύπος που σέβονται κι ενίοτε σκιάζονται οι αντίπαλοι, το τέρας του ΠΑΟΚ, η σταθερά του, αυτός που κάνει τους γύρω του να νιώθουν ασφάλεια και να αποδίδουν καλύτερα, λύγισε. Πήρε τηλέφωνο και δέχθηκε να υπογράψει αυτό που προηγουμένως απέρριψε. Πιθανώς, η καλύτερη μεταγραφή του ΠΑΟΚ όποιον κι αν φέρει ετούτο το καλοκαίρι.
Στην επόμενη τριετία (πρώτα ο Θεός), ο Γκουστάβο, ο Τόμας, ο Λορέντσο θα έχουν πια την δυνατότητα να μάθουν πια όλα τα συνθήματα στην Τούμπα. Κάτσε μην δούμε και κανέναν από δαύτους συμπαίκτη με τον μπαμπά κάποια στιγμή…