Αν ο Γιόχαν Κρόιφ είναι ο προφήτης του ποδοσφαίρου, τότε ο (βασικός υποψήφιος για τον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας) Τζόνι Φαν’τ Σιπ είναι ο πιο πιστός μαθητής του.
«Ήμουν 8 ετών και ερωτευμένος με το χόκεϊ επί πάγου, όταν η οικογένεια μου αποφάσισε να αφήσει τον Καναδά για την Ολλανδία. Δεν μιλούσα ούτε λέξη ολλανδικά, όμως αρκούσε μία και μόνο στιγμή για να αλλάξει την ζωή -ήταν ο ο τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης, ανάμεσα στον Άγιαξ και την Ίντερ.
Ήταν η μέρα που ο Γιόχαν Κρόιφ φώλιασε για τα καλά μες την καρδιά μου, από εκείνο το βράδυ και μετά δεν κοίταξα ποτέ πίσω μου.
Αυτά που έκανε με την μπάλα ήταν αγνή μαγεία. Έγινε με μιας το απόλυτο είδωλο μου και με ενέπνευσε να γραφτώ σε μία τοπική ομάδα ποδοσφαίρου, έχοντας ως όνειρο να να παίξω κάποια στιγμή στον Άγιαξ και να τον γνωρίσω από κοντά.
Fast forward. Το ρολόι γυρνάει εννιά χρόνια αργότερα. Είναι το ντεμπούτο μου με τους μεγάλους. Στην πρώτη μου φάση παίρνω την μπάλα από έναν παίκτη που μου φωνάζει: «Πέρνα τον». Το έκανα ενστικτωδώς, κερδίζοντας ένα φάουλ και μαζί τα συγχαρητήρια από εκείνον.
Ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ και εκείνη η μέρα, η 6η Δεκεμβρίου του 1981 ήταν ιστορική διότι επέστρεφε μετά από 8 χρόνια απουσίας στην Μπαρτσελόνα.
Ναι, είναι αλήθεια. Κάποια όνειρα γίνονται πραγματικότητα και γι’ αυτό πορεύομαι με την φράση: «το μέλλον ανήκει σε εκείνους που πιστεύουν στην δύναμη των ονείρων τους».
Αν δεν ήταν ο Κρόιφ, ποτέ δεν θα είχα παίξει επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Αυτός με εντόπισε στην ομάδα νέων και ουσιαστικά πρότεινε στον προπονητή της πρώτης ομάδας του Άγιαξ, Κουρτ Λίντερ να μου δώσει μία ευκαιρία. Ο Γιόχαν πίστεψε σε μένα πολύ περισσότερο από όσο εγώ πίστευα στον εαυτό μου.
Έμεινε το ίδιο παρεμβατικός σε όλη την ζωή μου. Ήταν η μεγαλύτερη επιρροή που είχα τόσο ως παίκτης -αγωνίστηκα 41 φορές με την Εθνική Ολλανδίας- αλλά και ως προπονητής. Κυρίως όμως ως ένας ποδοσφαιρικός πατέρας, αλλά και δάσκαλος.
Ήταν επαναστατικός, τόσο ως παίκτης, όσο και ως προπονητής, σκεφτόταν πάντα δύο κινήσεις μπροστά, ζητώντας πάντα από τους παίκτες τους να διασκεδάζουν στο χορτάρι και να προσφέρουν διασκέδαση στον κόσμο, την ώρα που ο ίδιος αδιάκοπα έψαχνε για νέα ταλέντα.
Όσα έμαθα στα 2,5 χόνια που τον είχα προπονητή -ήμουν ένας από τους αρχηγούς της ομάδας- παραμένουν οι βασικές αρχές της προπονητικής μου φιλοσοφίας. Ακόμα και σήμερα πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται: «Πως θα αντιδρούσε τώρα ο Γιόχαν;», «Πως θα το έβλεπε τώρα αυτό εκείνος;»
Ο Γιόχαν ήταν αυτός που συμβούλευσε την ολλανδική ομοσπονδία να προσλάβει το 2004 τον Μάρκο φαν Μπάστεν και εμένα ως τεχνικό δίδυμο στην Εθνική, με την οποία προκριθήκαμε τόσο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006, όσο και στο Euro του 2008.
Αυτός με προσέλαβε στην μεξικανική ομάδα Τσίβας Γουαδαλαχάρα, όπου όσο ήμασταν μαζί κάναμε αμέτρητες, πολύ διεξοδικές κουβέντες για το ποδόσφαιρο και τη ζωή, τις οποίες κρατάω ως φυλαχτό μέσα μου.
Ο Γιόχαν ήταν μία ανεπανάληπτη προσωπικότητα. Όταν αγωνιζόταν στις ΗΠΑ, έμαθε ένα παιδάκι με σύνδρομο Down να κολυμπάει, αλλά και να παίζει ποδόσφαιρο, κάτι που οδήγησε στην ίδρυση του Ιδρύματος Γιόχαν Κρόιφ.
Όταν επέστρεψε ως προπονητής στην Μπαρτσελόνα το 1988 έπειτα από μία έντονη διαφωνία με την διοίκηση του Άγιαξ, κατάφερε να κατακτήσει το Champions League που έλειπε από την τροπαιοθήκη του συλλόγου, αλλά και να βάλει τις βάσεις για την ίδρυση της Masia.
Σήμερα, θεωρείται η πιο εμβληματική και επιδραστική φιγούρα στην ιστορία της Μπαρτσελόνα.
Όταν η Melbourne Heat με πλησίασε το 2009, ο Γιόχαν μου έδωσε την ευχή του και μου είπε ότι πάντα ήθελε να ταξιδέψει στην Αυστραλία. Δυστυχώς δεν ήρθε ποτέ, έφυγε πολύ γρήγορα από κοντά μας, αν και η κληρονομία του θα ζει αιώνια».
Ο Τζόνι Φαν’τ Σιπ δεν είναι ένας απλός μαθητής του Γιόχαν Κρόιφ. Είναι πιθανώς ο πιο πιστός μαθητής του. Με ένα περίεργο τρόπο ήταν συνεχώς δίπλα του. Μαζί του. Πλάι του. Το 2002 ως το 2004 μετά από δική του σύσταση ανέλαβε πόστο στις ακαδημίες του Άγιαξ. Μετά από δική του παρέμβαση έμεινε για άλλα τέσσερα χρόνια στους «οράνιε» (2004-08) ως βοηθός του Μάρκο Φαν Μπάστεν. Με τις δικές του ευλογίες έφυγε για Μελβούρνη (2009-12) και τον ακολούθησε ως το Μεξικό, όταν ο Κρόιφ ανέλαβε μόνο για ένα εξάμηνο να τρέξει εν λευκώ το πρότζεκτ της Τσίβας Γουαδαλαχάρα.
Βλέπει το ποδόσφαιρο όπως Εκείνος. Θα ήθελε να παίζεται όπως Εκείνος. Total football, σκεπτόμενο ποδόσφαιρο, με φαντασία, τεχνική, ποιότητα. Η προπονητική του θεωρία είναι προσωποκεντρική, ο ποδοσφαιριστής, ο άνθρωπος πρώτα. Μαζί του, ο διάλογος θεωρείται δεδομένος, το ποδόσφαιρο βασίζεται στην δημοκρατία, και όχι στις αυθεντίες.
Στον σκληρό επαγγελματικό κόσμο, αυτό πολύ συχνά δεν είναι αρκετό. Στις δύο προπονητικές του απόπειρες σε Τβέντε και Τσβόλε δεν έμεινε πάνω από μία σεζόν, ίσως αυτά που ζητούσε ήταν πάνω από τις δυνατότητες των παικτών που είχε στα χέρια του.
Στην Αυστραλία, όπου τον έβλεπαν περίπου ως μετενσάρκωση του Γιόχαν Κρόιφ, δημιούργησε από το μηδέν μία ξεκάθαρη ποδοσφαιρική κουλτούρα. Έμεινε συνολικά 7 χρόνια στην Μελβούρνη και όσοι συνεργάστηκαν μαζί του έχουν να λένε ότι έμαθαν κανονικό ποδόσφαιρο.
Ο Τζόνι Φαν’τ Σιπ είναι ένας υπέροχος θεωρητικός του ποδοσφαίρου, έμαθε την μπάλα πλάι στον κορυφαίο στοχαστή όλων των εποχών. Προς το παρόν αυτό που κάνει είναι να κηρύττει σε κάθε γωνία της γης την ποδοσφαιρική αλήθεια του μέντορα του.
Σε μία χώρα που παίρνει κάτω από την βάση στο μάθημα της ποδοσφαιρικής θεωρίας, σε μία χώρα με 11 εκατομμύρια προπονητές του καφενείου, σε μία χώρα που δεν την ενδιαφέρει το πως, αλλά μόνο το αποτέλεσμα, ο Τζόνι Φαν’τ Σιπ (αν τελικά πάρει το χρίσμα) μοιάζει ότι το πιο διαφορετικό έχει περάσει ποτέ από τον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας.