Οι τερματοφύλακες έχουν κι αυτοί ψυχή, δεν είναι μονάχα οι αποδιοπομπαίοι τράγοι που ενίοτε χαλάνε τη γιορτή του ποδοσφαίρου με τα λάθη τους, αλλά στην Τούμπα επανέρχεται συχνά πυκνά το διαχρονικό ερώτημα: «Πότε θα βρούμε έναν γκολκίπερ που θα προσφέρει σιγουριά και ασφάλεια;».
Η σχέση του «Δικεφάλου», με το «Νο1», ουδέποτε υπήρξε ερωτική. Αποδεικνύεται μάλλον… μαζοχιστική, αφού κάθε σεζόν επανέρχεται στο τραπέζι το διαχρονικό ερώτημα: γιατί δεν μπορεί να βρει ο ΠΑΟΚ έναν μεγάλο τερματοφύλακα, που θα του προσφέρει σιγουριά και ασφάλεια.
Με αφορμή τη συζήτηση που άνοιξε, μετά το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, για τον Αλέξανδρο Πασχαλάκη, η FORZA καταπιάνεται μ’ αυτή την «πονεμένη ιστορία», που συνεχίζει να πληγώνει τους «ασπρόμαυρους».
Στα 42 χρόνια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην Ελλάδα έχουν περάσει από την πρώτη ομάδα 48 τερματοφύλακες. Ένα νούμερο μεγάλο, για μια θέση που κανένα παιδί, που ξεκινάει να παίζει μπάλα, προτιμά να παίζει. Κι όμως, ο ΠΑΟΚ είχε σε δύο σεζόν (2002-03, 2003-04), με προπονητή τον Αναστασιάδη, επτά γκολκίπερ στο ρόστερ του! Η Τούμπα ποτέ δεν ήταν και δεν είναι το πιο εύκολο γήπεδο, ειδικά για τους τερματοφύλακες, που έχουν την ικανότητα (και τη δυνατότητα) να ακούνε τα πάντα. Ειδικά στην εποχή του κορονοϊού τα πάντα φτάνουν στα αφτιά τους.
Για να το ξεκαθαρίσουμε. Οι τερματοφύλακες έχουν κι αυτοί ψυχή, δεν είναι μονάχα οι αποδιοπομπαίοι τράγοι που ενίοτε χαλάνε τη γιορτή του ποδοσφαίρου με τα λάθη τους, το ξέρει καλά ο Έλληνας γκολκίπερ του «Δικεφάλου», που κατάφερε τη χρονιά του αήττητου πρωταθλήματος (μέτρησε 30/30 συμμετοχές παίζοντας σ’ όλα τα παιχνίδια) να γίνει εκ των πρωταγωνιστών του «ασπρόμαυρου» νταμπλ, να βγει μπροστά και να βοηθήσει το κοινό της ομάδας να τον γνωρίσει καλύτερα και να αντιληφθεί γιατί η θέση του είναι εξ ορισμού των άκρων.
Από τον Δεκέμβριο του 2017 όταν ο Ραζβάν Λουτσέσκου του έδωσε «γάντια» βασικού, ο Πασχαλάκης δεν είχε βρεθεί ποτέ άλλοτε στη θέση του πρωταγωνιστή. Μέχρι τότε μετρούσε 47 αγώνες σ’ όλες τις επαγγελματικές κατηγορίες, ήταν σχεδόν στα αζήτητα καμία σχέση με την τετραετία του στην Τούμπα. Εφτασε, αισίως, τις 135 συμμετοχές με την «ασπρόμαυρη» φανέλα, κέρδισε τίτλους, έκανε ένα καλό συμβόλαιο μέχρι το 2022, είχε πολλές καλές βραδιές, είχε όμως και κακές στιγμές, βρέθηκε από την κόλαση στον παράδεισο, έτσι συμβαίνει πάντοτε με τη δική τους (ποδοσφαιρική) φάρα… Το λάθος ενός τερματοφύλακα κάνει μπαμ και συνήθως έχει το μεγαλύτερο κόστος για την ομάδα.
Αυτό συνέβη και το βράδυ της περασμένης Τετάρτης στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό. Ας μη γελιόμαστε, όταν ο τερματοφύλακας σου έδινε την εντύπωση, σχεδόν από το ξεκίνημα του αγώνα, ότι θα κάνει την γκέλα, τότε υπάρχει πρόβλημα. Ο Πασχαλάκης είχε σπουδαίες επεμβάσεις στα χτυπήματα του Φορτούνη και του Βαλμπουενά, αλλά ότι δεν πλήρωσε με την γκάφα του στο πρώτο μέρος, το πλήρωσε με τον τρόπο που αποφάσισε να βγει (και να μη βγει…) στη φάση του γκολ της ισοφάρισης από τον Μπα.
Είδε στο διάστημα της παρουσίας του Αμπέλ Φερέιρα να χάνει τη θέση του κάτω από τα δοκάρια της ομάδας, να επιστρέφει μετά τα τέσσερα γκολ που δέχθηκε ο Ζίβκο Ζίβκοβιτς στο «Κλεάνθης Βικελίδης», αλλά και πάλι να ξεκινάει τη φετινή σεζόν πίσω από τον Σέρβο γκολκίπερ. Όλα αυτά μέχρι που ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της ομάδας ο Πάμπλο Γκαρσία και τον επανάφερε ως τη βασική επιλογή για τη θέση.
Ο Πασχαλάκης μετράει 9 σερί παρουσίες κάτω από την «ασπρόμαυρη» εστία με τον Ουρουγουανό τεχνικό στον πάγκο, που θα έχει τους λόγους του για να του δείχνει τυφλή εμπιστοσύνη.
Λεφτά με… σέσουλα!
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ Ο «ΔΙΚΕΦΑΛΟΣ» ΞΟΔΕΨΕ ΣΕΒΑΣΤΑ ΠΟΣΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑ
Η απόκτηση του Ρόμπιν Όλσεν από τη Μάλμε κόστισε 650.000 ευρώ, με τους «ασπρόμαυρους» να πληρώνουν 750.000 ευρώ για τον Μάρκο Βελλίδη και 1,8 εκ. ευρώ για τον Ροδρίγο Ρέι.
Το καλοκαίρι του 2015 αποκτήθηκε ο Ρόμπιν Όλσεν έναντι 650.000 ευρώ από τη Μάλμε, για να αποχωρήσει -μέσω πώλησης στην Κοπεγχάγη-μετά από 19 παρουσίες κάτω από τα δοκάρια της ομάδας.
Εκείνο το διάστημα, χειμώνας του 2016, οι «ασπρόμαυροι» στράφηκαν προς την περίπτωση του Μάρκου Βελλίδη, έβγαλαν από τα ταμεία τους το ποσό των 750.000 ευρώ, ένα ιδιαίτερα σημαντικό ποσό, αλλά στο τέλος της χρονιάς ο Γλύκος ήταν πάλι βασικός, καθώς ο πρώην τερματοφύλακας του ΠΑΣ Γιάννινα αγωνίστηκε σε μόλις 15 παιχνίδια.
Η επιλογή του Ζέλικο Μπρκίτς έμοιαζε ευθύς εξαρχής ως δεύτερη λύση, με τον Σέρβο «κίπερ» να φεύγει μετά από μόλις 11 συμμετοχές, αφήνοντας τον Γλύκο και κάποιους νεαρούς (Μελίσσας, Σιαμπάνης) που είχαν προωθηθεί από τις ακαδημίες.
Ο Λούμπος Μίχελ, μετά τον σοβαρό τραυματισμό του Παναγιώτη Γλύκου (165 συμμετοχές), βγήκε στην αγορά με σκοπό να δαπανήσει ένα σεβαστό ποσό για την αγορά τερματοφύλακα. Ανάμεσα σε Οτσόα και Ρέι κατέληξε στον Αργεντινό πληρώνοντας 1.800.000 ευρώ στη Γοδόι Κρουζ.
Ο Ρέι ξεκίνησε βασικός με Στανόγεβιτς και Λουτσέσκου, όμως έχοντας βγει για πρώτη φορά από την πατρίδα του έδειχνε να μην μπορεί να προσαρμοστεί, με την ομάδα να πληρώνει τα λάθη του στα παιχνίδια με την Εστερσουντ.
Το… κύκνειο άσμα του Αργεντινού ήταν ο αγώνας στη Νέα Σμύρνη κόντρα στον Πανιώνιο (2-2) τον Νοέμβριο του 2017. Έκτοτε αγωνίστηκε σ’ ένα μόλις παιχνίδι κυπέλλου (Τρίκαλα-ΠΑΟΚ 1-5) και τη χρονιά του νταμπλ έπαιξε σε άλλα τρία παιχνίδια για τον ίδιο θεσμό.
ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΒΑΝ ΣΑΒΒΙΔΗ
Χακόμπο – Ιτάνζ κι από εκεί (ξανά) στον Γλύκο
Όλοι μαζί οι πενήντα τελευταίοι τερματοφύλακες του Δικεφάλου δεν έχουν φτάσει τις 500 συμμετοχές κι αυτό αποτελεί άλλη μια απόδειξη για τη μαζοχιστική σχέση των «ασπρόμαυρων» με τους κατά καιρούς γκολκίπερ από κάθε γωνιά του πλανήτη, που κάθισαν κάτω από τα δοκάρια της ομάδας.
Η αναζήτηση λύσης στα χρόνια του Ιβάν Σαββίδη πέρασε από πολλά στάδια, με πολλές αγορές κι αρκετές επιλογές. Αρχικά, ο «Δικέφαλος» πήγε στη λύση των επιλογών από τερματοφύλακες που αγωνίζονταν στο ελληνικό πρωτάθλημα. Η πρώτη αφορούσε τον Σανθ Χακόμπο (30 συμμετοχές) που είχε συστηθεί στο ποδοσφαιρικό κοινό με τη φανέλα του Αστέρα Τρίπολης. Ακολούθησε η αγορά του Σαρλ Ιτάνζ από τον Ατρόμητο. Επιλογή του Γιώργου Δώνη, ο Καμερουνέζος «πορτιέρε» κόστισε κοντά στις 250.000 ευρώ, ποσό το οποίο συμφώνησε να εισπράττει στο διάστημα της παρουσίας του στην Τούμπα.
Εμεινε για ενάμιση χρόνο, αγωνίστηκε σε 40 παιχνίδια και καθώς δεν «κόλλησε» ποτέ ο Αυστριακός Μίκαελ Γκσπούρνινγκ (1 συμμετοχή), οι προπονητές του ΠΑΟΚ επέστρεψαν για λίγο στη λύση του Παναγιώτη Γλύκου. Όμως, η αναζήτηση συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια.
ΟΙ ΓΚΟΛΚΙΠΕΡ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΥΜΠΑ
Στη “μετά Φούρτουλα εποχή”
Στα 95 χρόνια περάσαν από τις τάξεις του «Δικεφάλου» σπουδαίοι γκολκίπερ. Ο πρώτος, ίσως και τελευταίος, μεγάλος «κίπερ» ήταν ο Μλάντεν Φούρτουλα. Από το 1984, όταν ο Βόσνιος, σερβικής καταγωγής τερματοφύλακας σταμάτησε να υπερασπίζεται την εστία του ΠΑΟΚ, ο σύλλογος δεν μπόρεσε να βγάλει έναν σπουδαίο τερματοφύλακα.
Ασφαλώς και υπήρξαν στη «μετά Φούρτουλα» εποχή πολλοί και καλοί τερματοφύλακες. Ο Νίκος Μιχόπουλος, ας πούμε, έφτασε μέχρι την εθνική ομάδα, αλλά εκείνο το γκολ του Κριστιάν Βιέρι, ένα βροχερό βράδυ στη Μαδρίτη το ’97, πάντα θα τον στοιχειώνει. Όπως, θα στοιχειώνει τον Γλύκο, που αγωνίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας, ένα… ουρανοκατέβατο γκολ που δέχθηκε το 2011 στον προημιτελικό του κυπέλλου με τον Ατρόμητο στην Τούμπα. Ο Γιάννης Γκιτσιούδης, ήρθε εκ μεταγραφής από τον Ηρακλή, πρόσφερε στην ομάδα, όπως πρόσφεραν και οι Βαγγέλης Πουρλιοτόπουλος και Κυριάκος Τοχούρογλου.
Η τετραετία (2008-2012) ανήκε στον Κώστα Χαλκιά, αφού ούτε ο Ντάριο Κρέσιτς έπιασε, αλλά μην νομίζετε πως ο Θεσσαλός πρωταθλητής Ευρώπης, άκουσε λίγα από την κερκίδα, μέχρι να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου.
ΖΙΒΚΟΒΙΤΣ
Μια μέσα, μία έξω…
Η τελευταία προσθήκη τερματοφύλακα καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2019 με τον ερχομό του ελεύθερου Ζίβκο Ζίβκοβιτς από την Ξάνθη. Ο Σέρβος τερματοφύλακας ξεκίνησε πίσω από τον Πασχαλάκη, κάποια στιγμή μέσα στη σεζόν βρέθηκε να υπερασπίζεται την εστία πριν το τραυματικό για εκείνον 4-2 με τον Άρη. Εντούτοις, το περασμένο καλοκαίρι αποτέλεσε εκ νέου πρώτη επιλογή για τον Φερέιρα κι ήταν βασικός στα πρώτα 16 παιχνίδια της χρονιάς, με την τελευταία συμμετοχή του να καταγράφεται στο PSV Αϊντχόφεν – ΠΑΟΚ 3-2 στις 26 Νοεμβρίου.
Πηγή : FORZA