Η ιστορία επαναλαμβάνεται, αρχικά σαν τραγωδία, μετά σαν φάρσα. Αν επαναλαμβάνεται συνεχόμενες φορές, τότε… καταντάει αηδία. Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος…
Κυριακή μεσημέρι. Έχεις τιγκάρει την κοιλιά σου από την καλύτερη μάσα της εβδομάδας, έχεις πιει τα κρασάκια σου, τα τσιπουράκια σου, τις μπυρίτσες σου, έχεις νταγκλάρει, σου βγαίνει η κούραση όλης της εβδομάδας. Το κρεβάτι σε καλεί μελωδικά, τα μάτια έχουν αρχίσει να βαραίνουν, ο Μορφέας έχει αρχίσει να σε αγκαλιάζει στοργικά, αλλά δυστυχώς έχεις να βγάλεις μία υποχρέωση.
Την κάνεις, βαρυγκωμώντας, σαν αγγαρεία. Βλαστημάς την ώρα και τη στιγμή που σου χάλασαν την ζαχαρένια, τέτοια ώρα θα έπρεπε να είσαι τεντωμένος στο κρεβάτι, μα καλά δεν έχουν ακούσει για την σιέστα;
Βγάζεις τυπικά την υποχρέωση, δεν ιδρώνεις, δεν λερώνεσαι, δεν τσαλακώνεσαι, ζητάς μία συγγνώμη στο τέλος και πας για να αράξεις την πέτσα σου. Ε, την επόμενη φορά μπορεί να είσαι και καλύτερος.
Η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται, τα ‘λεγε και ο Μαρξ. Την πρώτη φορά σαν τραγωδία, την δεύτερη όμως σαν φάρσα. Αν επαναλαμβάνεται πολλές, συνεχόμενες φορές, τότε ξεπερνάει τα όρια της φάρσας, καταντάει αηδία.
Ο νωχελικός, ράθυμος, χορτάτος ΠΑΟΚ για μία ακόμα φορά έγινε λαχταριστός μεζές για κάποιον που αληθινά πεινούσε. Σε κάποιον που είχε μάτι να γυαλίζει. Σε κάποιον που πασχίζει να αποδείξει κάτι σε κάποιον. Σε κάποιον που απλώς κάνει τα βασικά στο γήπεδο.