Ένας από τους νομικούς οι οποίοι χειρίστηκαν για λογαριασμό της ΠΑΕ ΠΑΟΚ την υπόθεση της πολυιδιοκτησίας, όταν αυτή έφτασε στο CAS, ήταν ο Νίκος Λαγαρίας.
Με αφορμή την ανακοίνωση της νέας σύνθεσης της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού και μια δήλωση ενός από τα νέα μέλη της, του κ. Τσιλιώτη, «ότι οι αποφάσεις της ΕΕΑ προσβάλλονται στο CAS», ο κ. Λαγαρίας σχολίασε για το συγκεκριμένο θέμα σε αθηναϊκά ΜΜΕ αλλά και γενικότερα για ζητήματα της πολυιδιοκτησίας και της εκδίκασης στο CAS, αποκαλύπτοντας και λεπτομέρειες που για πρώτη αφορά ακούγονται δημόσια.
«Για τον κ. Τσιλιώτη, το νέο μέλος της ΕΕΑ, με τον οποίο γνωριζόμαστε και έχουμε δώσει κοινούς αγώνες σε άλλα fora, του εύχομαι καλή επιτυχία! Θέλω όμως να κάνω μια μικρή παρατήρηση σε σχέση με αυτά που άκουσα να λέει, ότι δηλαδή οι αποφάσεις της ΕΕΑ προσβάλλονται στο CAS. Οι αποφάσεις της ΕΕΑ δεν προσβάλλονται στο CAS και τούτο διότι δεν υπάρχει τέτοια συμφωνία μεταξύ της ελληνικής πολιτείας – διότι είναι μια κρατική επιτροπή – και της ΕΠΟ, για διαιτητική επίλυση διαφορών, που να δίνει δικαιοδοσία και αρμοδιότητα σ’ αυτό το Αθλητικό Διαιτητικό Δικαστήριο, στο CAS», είπε ο κ. Λαγαρίας.
«Βεβαίως, κρίθηκε παρεμπιπτόντως στο CAS ένα ζήτημα πολύ σοβαρό (σ.σ.: της φερόμενης τότε πολυϊδιοκτησίας), και ήμουν και δικηγόρος της ΠΑΕ ΠΑΟΚ στο CAS αλλά και μετέπειτα στην Επιτροπή Εφέσεων της ΕΠΟ. Ακριβώς αυτό ήταν το πρόβλημα, κρίθηκε (σ.σ.: από το CAS) ότι εάν η απόφαση της ΕΕΑ θεωρούνταν δεσμευτική για το οργανωμένο ποδόσφαιρο, τότε θα είχαμε υπερβολική κρατική παρέμβαση. Επομένως, το θέμα είναι “κατά πόσο και μέχρι πού” η ΕΕΑ. Αυτή είναι μια συζήτηση που δυστυχώς δεν έχει ανοίξει ακόμα στην Ελλάδα. Υπήρξε η ετυμηγορία του CAS, αλλά δεν βλέπω να απασχολεί ιδιαίτερα», τονίζει ο έγκριτος νομικός και συμπληρώνει:
«Να το κάνω πιο σαφές, βάζω ένα ερωτηματικό: Αδειοδοτεί το ποδόσφαιρο τις ποδοσφαιρικές ομάδες, στη βάση του UEFA Club Licensing και Financial Fair Play – είναι θέματα αυτορρύθμισης του ποδοσφαίρου – αλλά αδειοδοτεί και η ελληνική πολιτεία (ΕΕΑ), κάτι το οποίο η UEFA δεν το “πολυαναγνωρίζει” και φυσικά δεν το θέλει. Κάποιος τους αξιολόγησε αυτούς που επαναδιορίστηκαν στην ΕΕΑ, και πήραν άριστα δέκα. Και οι κρίνοντες κρίνονται. Στην υπόθεση της πολυϊδιοκτησίας, υπήρξε ένα πατατράκ, πώς να το κάνουμε τώρα. Αναστατώθηκε όλη η Ελλάδα, για έναν χρόνο»
Ο κ. Λαγαρίας θυμάται πώς του έγινε η κρούση από τον ΠΑΟΚ για να εμπλακεί στην υπόθεση και αποκαλύπτει, για πρώτη φορά τους διαλόγους του με τους ανθρώπους της ΠΑΕ αλλά και κάποιους χειρισμούς που μέχρι τώρα δεν είχαν δημοσιοποιηθεί.
«Όταν με κάλεσε ο ΠΑΟΚ, Μεγάλη Παρασκευή του 2020, με πήραν τηλέφωνο, είχαν χάσει τρία δικαστήρια στην Ελλάδα και η υπόθεση πήγαινε στο CAS. Με πολλή ευγένεια, πρέπει να πω, και τακτ, με ρώτησαν αν θα αναλάμβανα, διότι ήταν πολύ δύσκολο για έναν δικηγόρο να μπει στην πορεία μιας υπόθεσης που έφτανε στο τελευταίο δευτερόλεπτο και με χαμένες τρεις δίκες. Για λόγους συμβολικούς, την αμοιβή μου τη συμφώνησα σαν μπόνους επιτυχίας, είναι η πρώτη φορά που το λέω ανοιχτά. Ξέρετε γιατί το έκανα αυτό; Διότι ήμουν 100% σίγουρος ότι αυτή η υπόθεση δεν χανόταν με τίποτα, όπως και δεν χάθηκε.
Ήταν τόσο προφανές αυτό που συνέβαινε και απορώ πώς δεν το έβλεπε κανείς εδώ, στην Ελλάδα, Κανείς δεν είπε, τι δουλειά έχει μια κρατική επιτροπή να αποφασίζει δεσμευτικά για πράγματα που αφορούν σε εσωτερικά ζητήματα μιας αθλητικής ομοσπονδίας, στα intra-federation affairs, όπως είπε και το CAS. Τα λέω σήμερα, που είναι ημέρα γιορτής για την ΕΕΑ, αλλά οφείλω να τα πω. Και πρέπει οι αρμόδιοι να τα δουν αυτά. Δηλαδή, μέχρι πού μπορεί το κράτος να παρεμβαίνει στα εσωτερικά ζητήματα του αθλητισμού.
Είμαι ο άνθρωπος που είπε το επιχείρημα αυτό, της υπερβολικής κρατικής παρέμβασης, το “excessive state interference”. Είναι αυτό ακριβώς που έχει γράψει το CAS στην απόφασή του, στη σκέψη 180. Είπε, “δεν έχω απόφαση για να δικάσω”, “δεν γνωρίζω καμία ΕΕΑ για το ζήτημα της αφαίρεσης βαθμών, γνωρίζω μόνο το ποδόσφαιρο” και έτσι έστειλε πίσω την υπόθεση για να δικαστεί και να εκδοθεί απόφαση αθλητικού δικαιοδοτικού οργάνου»
Ο κ. Λαγαρίας ξεκαθαρίζει ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο θα κινδύνευε για πρώτη φορά τόσο πολύ με grexit αν θεωρούνταν δεσμευτική η απόφαση της ΕΕΑ.
«Αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό για το αθλητικό κίνημα στην Ελλάδα. Το CAS είπε, κάντε ό,τι θέλετε σαν πολιτεία, είστε κυρίαρχο κράτος, αλλά τι δουλειά έχετε εσείς να μιλάτε για κανονισμούς του ποδοσφαίρου και αφαίρεση βαθμών; Είπε ότι αν θεωρούνταν δεσμευτική η απόφαση της ΕΕΑ για την αφαίρεση βαθμών, θα υπήρχε υπερβολική κρατική παρέμβαση στον αθλητισμό και αυτό θα μπορούσε να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες.
Αναφέρουν οι κανονισμοί του ποδοσφαίρου και τα καταστατικά ότι μια ομοσπονδία τιμωρείται με την κύρωση της αναστολή ιδιότητας μέλους, δηλαδή να το πω απλά με “Grexit” εν προκειμένω, ακόμα και όταν η ίδια δεν φταίει, όταν δηλαδή παρεμβαίνει το κράτος, χωρίς δική της υπαιτιότητα. Αυτά δεν ξέρω αν έχουν απασχολήσει στην Ελλάδα, πάντως αν ξαναπάει δεύτερη φορά τέτοια υπόθεση στο CAS, θυμηθείτε αυτό που σας λέω, και εκδικάσει το CAS στην ουσία μιας τέτοιας υπόθεσης, είμαι βέβαιος ότι δεν θα δείξει την ίδια “διπλωματία”.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αποδομήθηκε η ΕΕΑ στο σύνολό της. Πρέπει να θυμίσω ότι επέβαλε και ένα πρόστιμο, το οποίο, φυσικά, ως διοικητική πράξη, δεν προσβλήθηκε στο CAS, γιατί το CAS δεν έχει δικαιοδοσία για τέτοιες υποθέσεις. Έχει προσβληθεί στα διοικητικά δικαστήρια και εκκρεμεί αυτή η υπόθεση. Αν θέλει το κράτος να ασκήσει την εποπτεία που προβλέπεται στο άρθρο 16 παρ. 9 του Συντάγματος, μπορεί να το κάνει φυσικά, είναι κυρίαρχο κράτος, αλλά δεν πρέπει να παρεμβαίνει στα εσωτερικά ζητήματα του αθλητισμού.
Το ζήτημα της πολυϊδιοκτησίας και της αδειοδότησης, συγκεκριμένα, δεν είναι ζήτημα που το ρύθμισε, το προέβλεψε το κράτος, το προβλέπει η UEFA, είναι εσωτερικό της ζήτημα. Το CAS έστειλε την υπόθεση πίσω, στην Ελλάδα, χωρίς να υπάρχει τέτοιο αίτημα από κάποιον διάδικο, δηλαδή τον Ολυμπιακό, τον ΠΑΟΚ, την ΕΠΟ ή την Ξάνθη. Συνήθως αυτό δεν συμβαίνει στο CAS. Το CAS ξεκαθάρισε την υπόθεση, σκέφτηκε και ενήργησε αθλητικά, γιατί έτσι μόνο ενεργεί το CAS. Στην Ελλάδα πρέπει κατεπειγόντως να γίνουν κατανοητά τα όρια της αυτονομίας του αθλητικού κινήματος».