Δεν θα ήθελα να στεναχωρήσω κανέναν από όσους (συνήθως) μέσα από την διαδικασία του όχλου, της “ανωνυμίας” και της ψυχολογίας της μάζας, μέσα από την ξεφρενη ροή που παίρνει μία άποψη-σλόγκαν που έχει πέραση σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, γίνονται υπέρμαχοι μιας ενδεχόμενης αποπομπής του Ράζβαν Λουτσέσκου από τον πάγκο του ΠΑΟΚ. Δεν είναι η πρώτη φορά, δεν θα είναι η τελευταία. Δεν είναι ο πρώτος προπονητής για τον οποίο γίνεται κάτι ανάλογο, σίγουρα δεν θα είναι ο τελευταίος.
Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι κάθε τέτοια κουβέντα, επιθυμία ή απαίτηση -κυρίως με τον τρόπο με τον οποίο γίνεται – δεν έχει μόνο χοντρά κομμάτια αγνωμοσύνης και αχαριστίας, αλλά κατά βάση προσεγγίζει – σχεδόν ταυτίζεται – με τον ποδοσφαιρικό αναλφαβητισμό.
Η απαξιωτική κριτική απέναντι σε έναν προπονητή – ο οποίος αναμφισβήτητα χαρακτηρίζεται και από αρκετά λάθη, εμμονές, κουσούρια – που έχει αποδείξει τι δουλειά κάνει, τι μπορεί να καταφέρει και πού μπορεί να φτάσει μια ομάδα, το μόνο που καταδεικνύει είναι ότι κάποιος ή κάποιοι αδυνατούν να του το αναγνωρίσουν. Ή δεν θέλουν. Ή προτιμούν κάποιον άλλον να έρθει πάνω σε άσπρο άλογο. Είναι όμως άδικο για τον Λουτσέσκου, είναι άδικο και για το κλαμπ να χαρακτηρίζεται εν συνόλω από τέτοιες συμπεριφορές.
Από εκεί και πέρα, το ζήτημα δεν έχει να κάνει μόνο με αυτό καθ’ αυτό το πρόσωπο, αλλά πολύ περισσότερο με την ποδοσφαιρική λογική, και τελικά την ματαιότητα, μιας αλλαγής προπονητή μεσούσης της σεζόν. Έχει να κάνει γενικότερα με τον “θεσμό” αλλαγής προπονητή ανάλογα με ένα σερί θετικών ή αρνητικών αποτελεσμάτων. Στην δεύτερη περίπτωση, το κεφάλι βρίσκεται επί πίνακι. Στην πρώτη, ξεκινούν συνήθως οι συζητήσεις πρόωρης ανανέωσης…
Αν υπάρχει μία, η μακράν πιο ποδοσφαιρική, η πιο ποδοσφαιρικά ορθόδοξη και λελογισμένη απόφαση που έχει πάρει ο Ιβάν Σαββίδης εδώ και δέκα χρόνια ήταν τον Μάιο του 2021. Ασχέτως αν ήταν σωστή ή λάθος. Ασχέτως αν μετά την στήριξε στην πράξη με μεταγραφές ή όχι. Είχε ζυγίσει λοιπόν, είχε αξιολογήσει (και πάλι δεν εξετάζω αν ήταν σωστή ή λάθος η αξιολόγηση) σε κατάλληλο χρόνο την περίπτωση του Πάμπλο Γκαρσία, έκρινε ότι δεν ήταν ακόμα έτοιμος και (προ)ετοίμασε την σκυτάλη, τα κλειδιά και το χτίσιμο για τον Λουτσέσκου. Η τότε πορεία στα play off και η κατάκτηση του κυπέλλου με τον Ουρουγουανό, δηλαδή ένα καλό σερί και ένα τίτλος, δεν έπαιξαν ρόλο και δεν άλλαξαν τον συλλογισμό του ισχυρού άντρα της ΠΑΕ.
Η κρίση για έναν προπονητή δεν μπορεί να διαμορφωθεί απλά και μόνο από ένα μπουκέτο αγώνων. Όπως επίσης, σχεδόν τίποτα δεν πρόκειται να κερδίσεις στην ουσία όταν αλλάζεις τεχνική ηγεσία και πλάνο μέσα στην χρονιά.
Λατρεύω… να αναδημοσιεύω ένα – παντός καιρού – κείμενο που είχα γράψει πριν αρκετά χρόνια σχετικά με το θέμα.
Το παραθέτω, σχεδόν αυτούσιο, όπως το κάνω σχεδόν σε κάθε περίοδο που ένας προπονητής του ΠΑΟΚ τίθεται εν αμφιβόλω:
Η σπουδαιότητα ενός προπονητή σε μια ομάδα έχει αναχθεί, σε βάθος δεκαετιών, σε μείζον ζήτημα για τους φιλάθλους, τους προέδρους, τους παίκτες αλλά και τους δημοσιογράφους. Πόσο καθοριστική όμως είναι η συμβολή του στην επιτυχία και πόσο αποτελεσματική είναι μια αντικατάσταση του στον πάγκο;
Σύμφωνα με το εξαιρετικό βιβλίο “The Numbers Game”, μετά από πολυετείς μελέτες και στατιστικές αναλύσεις, η επιρροή του τεχνικού σε μια ομάδα και τα περιθώρια βελτίωσης αυτής βρίσκεται μόλις στο 15%! Ακόμα κι αν έρθει ο Γκουαρντιόλα, ο Μουρίνιο ή ο Φέργκιουσον!
Επίσης, στο βιβλίο “Dutch Study”, το οποίο κάνει ανάλυση 212 τέτοιων καταστάσεων στην ιστορία του Ολλανδικού πρωταθλήματος, αναφέρεται το εξής: Ακόμα και χωρίς την απόλυση προπονητή, οι ομάδες έχουν περίπου ανάλογη πορεία με αυτές που τον διώχνουν. Μια ασυνήθιστη περίοδος κακών εμφανίσεων είναι απλά αυτό: ασυνήθιστη. Θα διορθωθεί αυτόματα όταν παίκτες επιστρέψουν από τραυματισμό, όταν τα σουτ δε βρίσκουν σε κάποιο δοκάρι ή όταν η τύχη χαμογελάσει ξανά στην ομάδα. Η θεωρία ότι απολύοντας προπονητές είναι πανάκεια για μια «αρρωστημένη» ομάδα είναι απλά ένα placebo. Είναι μια δαπανηρή ψευδαίσθηση».
Η άλλη πλευρά πάντως λέει πως το ποδόσφαιρο είναι ένα σπορ λεπτών ισορροπιών και αυτό το 15% είναι κάποιες φορές αρκετό για να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στη νίκη και την ήττα, ανάμεσα στη δόξα και την αποτυχία.
Οι ιδιοκτήτες των ομάδων στο σύνολό τους έχουν ελάχιστο ποσοστό επιτυχίας στις προσλήψεις προπονητών. Τα ποδοσφαιρικά σωματεία που διώχνουν τον τεχνικό τους, δεν τα πάνε καλύτερα μετά αν τις συγκρίνουμε με ομάδες που βρίσκονται σε ανάλογη κατάσταση και που δε φτάνουν σε μια τέτοια απόφαση.
Αυτό δε σημαίνει ότι όλοι οι προπονητές είναι άχρηστοι. Μας δείχνει όμως τρία άλλα πράγματα.
Πρώτον, οι προπονητές πιθανώς έχουν λιγότερη επιρροή στα αποτελέσματα από ότι όλοι πιστεύουν. Δεύτερον, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει μεγάλη διαφορά στις ικανότητες των διαθέσιμων υποψηφίων προπονητών που μπορεί να αντικαταστήσουν τον απολυμένο. Και τρίτον, κάποιοι προπονητές είναι καλύτεροι από τους άλλους αλλά κανείς δεν ξέρει ποιοι είναι αυτοί. Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος κατέκτησε περισσότερα τρόπαια από κάθε άλλο Βρετανό τεχνικό στην ιστορία, είχε απολυθεί από την Σεντ Μίρεν.
Σε ένα βιβλίο που λέγεται Playbooks and Checkbooks, ο συγγραφέας γράφει: «Ακόμα και με μια σύντομη σπουδή οι επιτυχημένοι προπονητές χρησιμοποιούν ποικίλες μεθόδους – κάποιοι είναι σκληροί, κάποιοι ευγενικοί, κάποιοι αυστηροί, κάποιοι ανεκτικοί, κάποιοι φιλικοί, κάποιοι απόμακροι». Αν προπονητές με εντελώς αντίθετη προσέγγιση, δούλεψαν σε κλαμπ που είχαν επιτυχίες, ίσως αυτά τα κλαμπ να ήταν πετυχημένα για λόγους που λίγο έχουν να κάνουν με τον προπονητή.
Ο Μπράιν Κλαφ, που κατέκτησε δυο φορές το κύπελλο πρωταθλητριών ως προπονητής της Νότινγχαμ Φόρεστ, όταν ρωτήθηκε για αυτό που όλοι θα «σκότωναν» να μάθουν, το μυστικό της προπονητικής του επιτυχίας, απάντησε: «κι εγώ θα ήθελα να ξέρω…».
Σπάνια θα υπάρξει ένας σοβαρός λόγος για μια ομάδα να διώξει τον προπονητή της. Αυτή η συνήθεια είναι δαπανηρή και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύεις ότι θα φέρει εμφανή διαφορά. Παρόλα αυτά γίνεται.
Εδώ στην Ελλάδα, η πιο συνηθισμένη δικαιολογία για την απόλυση ενός προπονητή, εκτός φυσικά από τα αποτελέσματα, είναι η αποσυμφόρηση της ψυχολογικής πίεσης των παικτών και του κόσμου. Μια μπούρδα είναι κι αυτό.
Καταλήγοντας με τα δικά μας, όλα τα παραπάνω δεν γράφτηκαν για υπερασπιστούν την όποια στήριξη και παραμονή του Λουτσέσκου στον ΠΑΟΚ. Θεωρώ πως αυτή είναι δεδομένη. Απλά τα μυαλά, όπως και τα αλεξίπτωτα, λειτουργούν καλύτερα όταν είναι ανοιχτά…