Εκτενή συνέντευξη στο gazzetta παραχώρησε ο Γιώργος Γεωργιάδης, ο οποίος αναφέρθηκε με λεπτομέρειες για το πέρασμά του από τον ΠΑΟΚ, το ιστορικό ματς με την Τότεναμ στο Λονδίνο αλλά και την εν γένει καριέρα του.
Οι αναφορές του άλλοτε παίκτη του Δικεφάλου, μεταξύ άλλων:
Όταν ήρθε η ώρα των προτάσεων το καλοκαίρι του 2011, είχες «κρούση» μόνο από τον ΠΑΟΚ ή και από άλλες ομάδες;
«Ο πρόεδρος του Πανσερραϊκού τότε, ο Πέτρος Θεοδωρίδης, ήταν πολύ καλός παράγοντας. Με φώναξε στα γραφεία του και η πρώτη ομάδα που ενδιαφέρθηκε για εμένα ήταν η ΑΕΚ. Είχα μιλήσει από τον Γενάρη και η αλήθεια είναι ότι επειδή υποστήριζα την ΑΕΚ από μικρός, ήμουν πολύ χαρούμενος για αυτό. Ήταν σαν όνειρο για εμένα και όλα έδειχναν ότι θα πήγαινα εκεί.
Με τις καλές εμφανίσεις μου, ήρθε και ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός μέχρι το τέλος της σεζόν αλλά επίσημα μόνο η ΑΕΚ με είχε… ενοχλήσει. Τελικά λίγο πριν ολοκληρωθεί η χρονιά, με πήραν τηλέφωνο και από τον ΠΑΟΚ, όπου ήταν ο Ζήσης Βρύζας. Τελευταία μέρα πριν τελειώσει το πρωτάθλημα, ο πρόεδρος με φώναξε πάλι στο γραφείο και μου είπε πως τα έχει βρει στο οικονομικό με όλες τις ομάδες! Και με τις τέσσερις! Ήταν στο δικό μου χέρι να πάω όπου θέλω και δεν επρόκειτο να μπει εμπόδιο.
Η αλήθεια είναι πως ούτε ο Ολυμπιακός αλλά ούτε ο Παναθηναϊκός με είχαν προσεγγίσει. Μόνο η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ με είχαν πάρει τηλέφωνο. Τότε είχα φίλο και τον Τάσο Παπάζογλου που είχε πάει στον Ολυμπιακό και μου είχε εξηγήσει πώς έγινε η μεταγραφή του. Εμένα τίποτα και τελικά δεν με πήρε κάποιος. Ο πρόεδρος μού είπε να πάρει τον Μαρινάκη μπροστά μου για να το ακούσει ότι με θέλει ο Ολυμπιακός αλλά εγώ ήθελα να επικοινωνήσουν με εμένα όπως έκαναν ΑΕΚ και ΠΑΟΚ».
Πώς ο ΠΑΟΚ σε… κέρδισε από την ΑΕΚ που ήταν και η αγαπημένη ομάδα σου;
«Ήμουν ανάμεσα σε αυτές τις δύο ομάδες. Οι πιθανότητες ήταν υπέρ της ΑΕΚ αλλά τις τελευταίες δύο – τρεις μέρες μου άρεσε πολύ η στάση του Ζήση Βρύζα και κατάφερε να με πάρει στον ΠΑΟΚ. Η ΑΕΚ το «έχασε» προς το τέλος με τον τρόπο της και τελευταία στιγμή αποφάσισα να πάω στον ΠΑΟΚ. Μου είχαν ετοιμάσει και τζετ για να πάω στην προετοιμασία της ΑΕΚ αλλά εγώ ακόμα δεν τα είχα βρει και τους το εξήγησα ότι θέλω πρώτα να το κλείσουμε και μετά θα έρθω. Εν τέλει χάλασε η διαπραγμάτευση».
Αν γυρνούσες τον χρόνο πίσω, θα άλλαζες την απόφασή σου;
«Είναι δύσκολη ερώτηση. Τώρα που το βλέπω με μεγαλύτερη πείρα, αν ένα παιδί στην ηλικία μου τότε είχε μία πρόταση από αυτές τις ομάδες, ο Ολυμπιακός είναι μία καλύτερη προοπτική γιατί βλέπω τι επιλογές έχουν αν φύγουν από εκεί. Κάθε χρόνο η ομάδα έπαιρνε πέντε με δέκα πιτσιρικάδες. Μπορεί να μην έπαιζαν αλλά όταν ήταν να φύγουν είχαν μία καλή λύση. Είτε εξωτερικό, είτε ομάδα Superleague. Για το εξωτερικό τότε μόνο ο Ολυμπιακός ήταν η ομάδα που ήξεραν για τέτοια θέματα, οπότε ήταν μία από τις βασικές επιλογές. Δεν ξέρω αν θα την άλλαζα αλλά σου εξηγώ τι μου φαίνεται το καλύτερο με την εμπειρία μου, γιατί και με τον ΠΑΟΚ έζησα πολύ καλές στιγμές».
Πάμε στο κομμάτι του ΠΑΟΚ. Πώς ήταν η εμπειρία εκεί;
«Την πρώτη χρονιά στον ΠΑΟΚ, προπονητής ήταν ο Λάζλο Μπόλονι και η ομάδα είχε αρκετούς έμπειρους παίκτες. Όταν πήγα εκεί ένιωσα ένα δέος γιατί βρέθηκα ανάμεσα σε μεγάλα ονόματα και με τόσο κόσμο να τον ακολουθεί. Όταν κάνεις μία τέτοια μεταγραφή, νιώθεις πως οι κόποι σου δικαιώνονται. Έμεινα για τρία χρόνια αλλά δεν είμαι ευχαριστημένος από τον εαυτό μου γιατί θα μπορούσα να δώσω πολλά περισσότερα πράγματα».
Η πρώτη χρονιά πώς ήταν;
«Ήταν όνειρο για εμένα. Πήγα από τον Πανσερραϊκό και δεν περίμενα ότι θα παίξω, αλλά ο Μπόλονι με έβαλε στο 90% των αγώνων εκείνη τη σεζόν. Ήταν η καλύτερη μου χρονιά στον ΠΑΟΚ και θυμάμαι πολύ έντονα την πορεία στην Ευρώπη τότε, ήμουν πρώτος στις ασίστ στη διοργάνωση μέχρι να αποκλειστούμε. Όμως η δεύτερη χρονιά δεν ήταν έτσι».
Τότε είχες πρωταγωνιστήσει στο Τότεναμ – ΠΑΟΚ 1-2, όπου είχες κάνει τις δύο ασίστ. Τι θυμάσαι από εκείνο το παιχνίδι;
«Τότε η Τότεναμ δεν έβλεπε τόσο… σοβαρά το Europa League. Έβαζε τους αναπληρωματικούς κυρίως, αλλά κινδύνευσε να μείνει εκτός αν δεν μας κέρδιζε στο μεταξύ μας ματς στην Αγγλία, έμπαινε σε μπελάδες. Εγώ τότε ήμουν ένα παιδί που είχα άγνοια… κινδύνου και αυτό ήταν το καλό. Πίστευα ότι όποιον και να βρω μπροστά μου μπορώ να τον νικήσω, πίστευα πολύ στον εαυτό μου και ότι τίποτα δεν είναι απίθανο. Όταν είδαμε τις εντεκάδες και καταλάβαμε ότι παίζουν όλοι πλην του Μπέιλ, ήταν κάπως… αμήχανο. Δεξία σκέψου ήταν ο Λένον που ήταν πολύ καλός και έπεφτε πάνω σε εμένα και τον Σταφυλίδη. Αλληλοκοιταχτήκαμε και του είπα «θα την βγάλουμε ρε, μην στεναχωριέσαι» και κάπως έτσι ξεκίνησε το παιχνίδι».
Υπήρχε πίεση πριν το ματς; Πιστεύατε στη νίκη;
«Δεν προλάβαμε να αγχωθούμε να σου πω την αλήθεια γιατί ξεκινήσαμε τόσο καλά, βάλαμε το πρώτο γκολ νωρίς και αμέσως μετά και το δεύτερο. Ήταν φανταστικό το πρώτο ημίχρονο και αν μια ομάδα έπρεπε να βάλει άλλο τέρμα, ήμασταν εμείς γιατί είχαμε δύο – τρεις καλές ευκαιρίες να σκοράρουμε».
Για τη στιγμή του πέναλτι και την αποβολή του Σταφυλίδη…
«Ήταν πεντακάθαρα με το στήθος ο Σταφυλίδης. Ο διαιτητής τους ξαναέβαλε στο παιχνίδι καθώς μέχρι τότε δεν είχαν κάνει τίποτα. Εντάξει, εκείνη τη στιγμή ήταν περίεργο για εμάς καθώς ήταν ήδη υψηλοί οι ρυθμοί και έπρεπε να παίξουμε άλλα 45 λεπτά με δέκα παίκτες και το σκορ στο 2-1. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο μέχρι το τέλος. Πρώτη φορά με πίεζε κάποιος τόσο πολύ. Ηταν σαν… φλιπεράκι, που διώχνεις την μπάλα και ξαναγυρνάει πίσω. Ήταν τρελός ο ρυθμός αλλά τέλος καλό όλα καλά και εμείς ήμασταν στο τοπ της απόδοσης και γράψαμε ιστορία».
Ποιος παίκτης της Τότεναμ σου είχε κάνει περισσότερο εντύπωση;
«Ο Μόντριτς μου άρεσε πάρα πολύ. Ήταν εγκεφαλικός παίκτης, έπαιζε αμυντικός χαφ σε εκείνο το ματς και έφτιαχνε όλο το παιχνίδι. Δεν έχανε ποτέ την μπάλα, ήξερε πού να την δώσει και η ποιότητά του φαινόταν τόσο πολύ μέσα στο γήπεδο…».
Πώς ένιωσες με τις ασίστ;
«Η αλήθεια είναι πως έγιναν όλα τόσο γρήγορα που δεν πρόλαβα να το… καταλάβω. Είχαμε και τον κόσμο που είχαμε γίνει… ένα με τον τρόπο που μας στήριζαν. Δεν πίστευα τι ήταν αυτό που είχαμε καταφέρει. Δεν το κατάλαβα τι είχα κάνει. Ούτε μετά το ματς. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να αντιληφθώ τι είχα κάνει προσωπικά και φυσικά την επιτυχία της ομάδας. Το κατάλαβα μόλις γυρίσαμε Θεσσαλονίκη μετά το ματς. Μόλις βγήκαμε από το αεροδρόμιο μας περίμεναν χιλιάδες οπαδοί του ΠΑΟΚ και μας πήγαν «σηκωτούς» μέσα στο λεωφορείο. Ήταν πρωτόγνωρα για εμένα».
Μόλις σφύριξε τη λήξη ο διαιτητής πώς ένιωσες;
«Τη θυμάμαι ακόμα αυτή τη στιγμή. Ένιωσα τόσο μεγάλη ανακούφιση που τα καταφέραμε, έβλεπα τους οπαδούς να ζουν μία τρέλα στις εξέδρες. Ήταν άλλο πράγμα».
Τι συνέβη την επόμενη σεζόν;
«Είχε να κάνει με έναν τραυματισμό που με άφησε για σχεδόν έξι μήνες έξω, αν και αρχικά είχε έρθει ο Γιώργος Δώνης στον πάγκο, ο οποίος ήταν ο καλύτερος προπονητής για εμένα. Ξέρει πάρα πολλά πράγματα για το ποδόσφαιρο και μου είχε πει ότι του θυμίζω τον εαυτό του και μου είχε δώσει πάρα πολύ καλή ψυχολογία. Ήμουν πολύ άτυχος όμως, γιατί για έναν τραυματισμό στο πέλμα για τον οποίο αρχικά ήταν να μείνω 1,5 μήνα εκτός, έχασα σχεδόν όλη τη σεζόν».
Πώς λύθηκε το πρόβλημα;
«Ακολούθησα τις συμβουλές των γιατρών, βγήκα εκτός ομάδας και ζήτησα από την ομάδα να επιστρέψω όταν θα είμαι εγώ έτοιμος. Θυμάμαι πως όταν επανήλθα, ο Δώνης μου έλεγε «Άντε ρε Γιώργο πότε θα επιστρέψεις;» και όταν γύρισα, μπήκε στην προπόνηση και έλεγε «Έχουμε καινούργιο παίκτη» και με χειροκροτούσε. Όλα αυτά μου ανέβασαν τη ψυχολογία. Σκέψου ότι τραυματίστηκα στην 3η αγωνιστική και επέστρεψα τέσσερις αγώνες πριν τελειώσει το πρωτάθλημα! Μπήκα ως αλλαγή με τον ΠΑΣ Γιάννινα, βάζω το γκολ που έγινε το 1-0 και έδωσα την ασίστ για το 2-0. Ο Δώνης την επόμενη μέρα μού έλεγε ότι με περίμενε τόσο καιρό και εγώ είχα «φτερά» στα πόδια. Όμως το κλίμα ήταν βαρύ για εκείνον και στον ημιτελικό Κυπέλλου στην Τρίπολη δεν με πήρε στην αποστολή για να μην με επιβαρύνει. Εχασε η ομάδα και έφυγε. Τότε τελείωσε και η σεζόν για εμένα. Ήταν η χειρότερή μου στον ΠΑΟΚ».
Στην τρίτη σου σεζόν ήρθε ο Στέφενς που είχε μεγάλη εμπειρία ως προπονητής. Σε βοήθησε να πάρεις ψυχολογία;
«Ήταν πολύ καλό για εμένα, γιατί ξέρεις ότι όταν έρθει ένα προπονητής ξένος δεν έχει… κολλήματα και θα σε δοκιμάσει προτού πάρει αποφάσεις. Πίστευα ότι αν άξιζα θα παίξω. Ξεκίνησε η προετοιμασία και ήμουν έτοιμος γιατί δούλευα και πριν μόνος μου. Θυμάμαι που μάς ρωτούσε έναν-έναν ξεχωριστά πριν φύγουμε και με ρώτησε για το πώς βλέπω τη σεζόν. Εγώ είχα ήδη μία πρόταση από την Καρσλρούη και ήθελα να πάω. Αλλά ήθελα να ακούσω και τη γνώμη του Στέφενς.
Εκείνος μου απάντησε ότι έχω παίξει και στα δέκα φιλικά και ότι είμαι ο βασικός εξτρέμ της ομάδας. Στα προκριματικά θα ήμουν στο βασικό σχήμα για τα πλάνα του. Μόλις μου το είπε, πήρα τηλέφωνο τον ατζέντη μου και είπα ότι δεν θα πάω στη Γερμανία. Έπαιξα όντως στα προκριματικά αλλά δεν απέδωσα όπως θα ήθελα. Μετά ήρθε και η μεταγραφή του Στοχ και έχασα τη θέση μου. Έκανα και εγώ τα λάθη μου σίγουρα και η χρονιά δεν κύλησε όπως θα ήθελα. Έπαιξα μερικά ματς αλλά δεν ήμουν όπως στην πρώτη σεζόν. Σίγουρα θα περίμενα λίγο περισσότερη στήριξη αλλά και εγώ όταν είχα τις ευκαιρίες δεν τις αξιοποίησα».
Σου είχε γίνει πρόταση ανανέωσης;
«Ναι, ο Βρύζας μου είχε προτείνει συμβόλαιο για ακόμα τρία χρόνια αλλά δεν το δέχτηκα. Αυτό αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω, σίγουρα θα το άλλαζα. Ήμουν νεαρός σε ηλικία τότε, είχα πέσει ψυχολογικά και είχα πει ότι δεν μπορώ να παίζω όταν δεν με πιστεύουν. Γι’ αυτό είχα αρνηθεί την πρόταση για ανανέωση. Δεν είχα κάποιον να με συμβουλέψει, ούτε ο ατζέντης μου, ο οποίος μου έλεγε πως θα μου βρει 100% ομάδα με τα θέλω μου. Τα είχα αλλιώς στο μυαλό μου και έτσι δεν έμεινα στον ΠΑΟΚ».
Ποια στιγμή από τον ΠΑΟΚ δεν θα ξεχάσεις ποτέ και ποιον συμπαίκτη είχες ξεχωρίσει;
«Από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές ήταν στο γήπεδο της ΑΕΚ τη σεζόν 2011/12. Ήταν το γεγονός πως ο ΠΑΟΚ είχε χρόνια να νικήσει την ΑΕΚ στην Αθήνα και επειδή υπήρχε το θέμα και με εμένα στο πού θα πήγαινα εκείνο το καλοκαίρι, ήταν ιδιαίτερο ματς. Είχα βάλει και το ένα από τα δύο γκολ, οπότε αυτό ξεχωρίζω. Τώρα στο θέμα του συμπαίκτη… είναι πολύ δύσκολο. Από θέμα συμπεριφοράς και ήθους θα έλεγα τον Σαλπιγγίδη. Απίστευτος ποδοσφαιριστής και επαγγελματίας γιατί ήταν τόσο απλός και ταπεινός παρά τα όσα πέτυχε. Ήταν παράδειγμα για εμένα στο πώς να συμπεριφέρομαι και εγώ. Αγωνιστικά ήταν πολλλοί οι καλοί ποδοσφαιριστές και δύσκολα μπορώ να ξεχωρίσω κάποιον. Ο Βούκιτς και ο Λάζαρ ήταν οι παίκτες που μου άρεσαν πιο πολύ θα έλεγα…».