Λίγη ώρα μετά την ολοκλήρωση του επαναληπτικού αγώνα κυπέλλου μεταξύ του ΠΑΟΚ και του Βόλου στο Πανθεσσαλικό Στάδιο, ο παραπάνω τίτλος θα μπορούσε να αναφέρεται στον Γιάννη Κωνσταντέλια. Τον Κωνσταντέλια όμως το ξέρουμε. Και πού τον βρήκαμε και ποιος είναι.
Αντί να ασχολούμαστε με τη χαρά του ποδοσφαίρου και το ταλέντο αυτού του παιδιού, είμαστε αναγκασμένοι να ασχολούμαστε με το κρυφό ταλέντο άλλων. Κάποιων απίθανων που ήταν κλεισμένοι την ίδια ώρα σε ένα καμαράκι, με δέκα τηλεοράσεις μπροστά τους και όλη τη σύγχρονη τεχνολογία στη διάθεσή τους.
Το μόνο που έλειπε – και μάλλον πρέπει να καθιερωθεί – από το δωμάτιο ήταν ένας κλινικός οφθαλμίατρος. Να εξετάσει τους εξεταστές. Να γιατρέψει τους ασθενείς. Δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς το γεγονός ότι κανείς δεν είδε το χέρι του Καλογερόπουλου στη φάση του 52’, ούτε την ανατροπή εντός περιοχής του Ντεσπόντοφ μερικά λεπτά αργότερα.
Κάποιος Χρήστος Βεργέτης από την Αρκαδία και κάποιος Θεόφιλος Μωϋσιάδης από την Ήπειρο, αποφάσισαν ότι θα παίξουν με τη νοημοσύνη και τα νεύρα μας. Όχι γιατί κρινόταν κάτι φοβερό εκείνη τη στιγμή, αλλά προφανώς για να αποδείξουν ότι μπορούν.
Από εκεί και πέρα, μέσα σε έναν κάκιστο αγωνιστικό χώρο, ο ΠΑΟΚ φόρεσε ξανά το κανονικό του πρόσωπο. Δε φόρτσαρε, ούτε αγχώθηκε. Έκανε αυτό που έπρεπε, βρίσκεται ήδη στους “8” του κυπέλλου – όπου θα αντιμετωπίσει τον Πανσερραϊκό – και περιμένει εκεί τους υπόλοιπους.