Ο Ράζβαν Λουτσέσκου ήταν χείμαρρος σε συνέντευξη που παραχώρησε σε ιταλικό podcast, μιλώντας για όλους και για όλα.
Ο προπονητής του ΠΑΟΚ αναφέρθηκε στη σχέση του με τον πατέρα του, Μιρτσέα, στη φιλοσοφία του γύρω από το ποδόσφαιρο, την φετινή πορεία του Δικεφάλου, αλλά και την κατάσταση που επικρατεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Αναλυτικά η μεγάλη συνέντευξη του προπονητή του ΠΑΟΚ:
Για την σχέση του με τον Μιρτσέα Λουτσέσκου: «Πιστεύω ότι στην προπονητική μου φιλοσοφία, στο πώς εργάζομαι, υπάρχει μεγάλο ποσοστό στοιχείων που προέρχονται από τον πατέρα μου. Γιατί έζησα στο πλάι του από τότε που ήμουν μωρό, τον ακολουθούσα παντού, έβλεπα πώς προετοίμαζε τους αγώνες, πώς προετοίμαζε τις προπονήσεις. Οπως είναι φυσικό, άκουγα με προσοχή στο πλευρό του όλες τις συζητήσεις του και έμαθα τη φιλοσοφία του.
Οπότε είναι τελείως φυσιολογικό να έχω επηρεαστεί από τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος βλέπει το ποδόσφαιρο. Κατόπιν βέβαια, σιγά σιγά, έκανα τη δική μου καριέρα. Ως ποδοσφαιριστής είχα μια αρκετά «αθόρυβη» καριέρα στη Ρουμανία. Για μένα όμως ήταν πολύ σημαντική, γιατί από παιδί άκουγα συνέχεια ότι ‘είσαι ο γιος του Λουτσέσκου’, ότι ‘στο σχολείο πετυχαίνεις πράγματα γιατί είσαι ο γιος του’.
Αργότερα, σε θέματα σχέσεων, μου έλεγαν ‘ότι οι γυναίκες έρχονται μαζί σου γιατί είσαι ο γιος του Λουτσέσκου’, ότι ‘οι φιλίες σου δημιουργούνται επειδή σε πλησιάζουν λόγω συμφέροντος’. Ή ότι ‘είσαι στο ποδόσφαιρο επειδή έχεις τη βοήθεια του πατέρα σου’. Γι’ αυτό βρισκόμουν σε αυτή τη μάχη με αυτή την κατάσταση που με έφερνε κάπως σε δύσκολη θέση. Οπότε εκείνη την περίοδο, η όλη ιστορία με έβλαψε.
Κατόπιν έγινα προπονητής. Όταν ξεκίνησα αυτή την καριέρα, εκ νέου άκουγα αρκετά συχνά ότι οι προπονήσεις προέρχονταν από τον πατέρα μου. Μάλιστα, όταν έρχονταν τα ντέρμπι – εγώ ήμουν προπονητής στη Ραπίντ Βουκουρεστίου – με την Ντινάμο ή τη Στεάουα, ντέρμπι δηλαδή σαν το Ρόμα-Λάτσιο ή το Ιντερ-Μίλαν, οι οπαδοί των αντιπάλων ομάδων μου τραγουδούσαν από τις εξέδρες «τηλεφώνα στον πατέρα σου, τηλεφώνα στον πατέρα σου!».
Οπότε, όπως βλέπετε, έχω αρκετές ενδιαφέρουσες ιστορίες. Μπορώ να πω ότι εκείνος, τον καιρό εκείνο, ήταν με τη δική του ομάδα, στη δική του πραγματικότητα, κι εγώ στη δική μου. Οπότε δεν έχουμε μιλήσει πολύ για τα θέματά μας. Όταν μιλούσαμε, το κάναμε περισσότερο για να αποβάλουμε από πάνω μας την ένταση των αγώνων. Σε γενικές γραμμές όμως, αυτό που έχω πάρει από τον πατέρα μου είναι η εκπαίδευση για τη δουλειά αυτή και το τεράστιο πάθος για το ποδόσφαιρο.
Επιπλέον, εκείνος δεν προπονεί αυτή τη στιγμή (ή σε περιόδους που δεν προπονούσε όπως το 2018-19), οπότε έρχεται και παρακολουθεί την ομάδα μου, όπου παίζουμε, ειδικά στα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Μερικές φορές μου μιλάει για το τι είδε, τι του άρεσε ή όχι, τι θετικό ή αρνητικό εντόπισε».
Για την εμπειρία του από την Σαουδική Αραβία: «Η μεγαλύτερη δυσκολία προέρχεται από το ότι οι άνθρωποι στις χώρες αυτές είναι πολύ συναισθηματικοί. Πολύ εύκολα παρασύρεσαι από μια αρνητική κατάσταση και αυτομάτως γίνεσαι ο χειρότερος, ο πιο ανόητος προπονητής ή παίκτης, αλλά εξίσου εύκολα γίνεσαι ο θεός τους.
Ετσι δημιουργείται μια πολύ έντονη πίεση. Επιπλέον, μια νίκη έχει τεράστια σημασία για τον κόσμο αυτό. Οι άνθρωποι εκεί ζουν για το ποδόσφαιρο και ζουν για τη νίκη. Οι ημέρες μετά τον αγώνα εξελίσσονται ανάλογα με το αποτέλεσμά του. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι πως το να εργάζεσαι στο εξωτερικό δεν είναι ποτέ εύκολο. Θα είσαι πάντα ένας ξένος.
Αν τα πράγματα πάνε καλά, σε σέβονται πολύ. Αν όμως δεν πάνε καλά, η κριτική έρχεται άμεσα και είναι πολύ σκληρή. Πάντως είχα και την τύχη να κερδίσω. Εδώ στην Ελλάδα κατακτήσαμε το πρωτάθλημα ύστερα από 34 χρόνια, αλλά πρέπει να πω ότι ακόμα και τη σεζόν πριν από τον τίτλο, το 2017-18, είχαμε κατακτήσει το πρωτάθλημα στο χόρτο και μας το αφαίρεσαν στα χαρτιά. Μας έκοψαν 9 βαθμούς και μας πήραν εκείνο τον τίτλο, αφαιρώντας μας παράλληλα άλλους 2 βαθμούς από το επόμενο πρωτάθλημα -το οποίο κερδίσαμε.
Εκείνη ήταν μια απίστευτη ιστορία, γιατί στην Ελλάδα, πέρα από το ποδόσφαιρο, τα «εγώ» των προέδρων, των ιδιοκτητών των ομάδων, είναι τεράστια. Είναι πλούσιοι, αλλά με τεράστια «εγώ». Κατά τη γνώμη μου -όπως εγώ το νιώθω που βρίσκομαι οκτώ χρόνια εδώ- προέχει στην Ελλάδα η μάχη μεταξύ των ιδιοκτητών, η μάχη για να δουν ποιος είναι ο πιο δυνατός. Και κατόπιν ερχόμαστε εμείς, οι ομάδες. Οπότε, κερδίσαμε στον αγωνιστικό χώρο, αλλά μας αφαίρεσαν αυτούς τους βαθμούς για το τίποτα. Τέλος πάντων, δεν ξαναμπαίνω σε αυτή την ιστορία, αλλά για εμένα κερδίσαμε και το πρωτάθλημα εκείνο.
Κατόπιν, την επόμενη χρονιά το πρωτάθλημα, το κύπελλο, αήττητοι σε όλους τους αγώνες, ήταν και αυτό ένα ρεκόρ, ένα ιστορικό επίτευγμα για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Από εκεί το επιτελείο μου κι εγώ πήγαμε στην Αλ Χιλάλ και κάναμε εξαιρετική δουλειά. Κερδίσαμε το Τσάμπιονς Λιγκ, το πρωτάθλημα και το κύπελλο -το τρεμπλ στην Ασία. Ημουν τυχερός γιατί αισθανόμουν καλά, ήμουν ευτυχισμένος γιατί, στο κάτω-κάτω, αυτό που μετράει στο ποδόσφαιρο είναι τα αποτελέσματα. Οι νίκες φέρνουν ευτυχία.
Ήμουν τυχερός γιατί είχα στα χέρια μου κατά καιρούς φανταστικούς παίκτες -και στην Ελλάδα και στη Σαουδική Αραβία. Για μένα ήταν τεράστια έκπληξη αυτό που βρήκα στη Σαουδική Αραβία. Εκτός από ξένους παίκτες όπως ο Σέμπα, ο Τζοβίνκο, ο Γκομίς, είχαμε και τον Περουβιανό Καρίγιο που είχε εμπειρία από Ευρώπη, τον Εντουάρδο Κάρλος που είχε παίξει σε Πορτογαλία και Γαλλία, είχαμε έναν φανταστικό Νοτιοκορεάτη, τοπ ποδοσφαιριστή και πανέτοιμο για μεγάλα πράγματα, έξυπνο, που διάβαζε σωστά κάθε φάση στο παιχνίδι (σ.σ.: εννοεί τον Τζανγκ Χιουν-σο).
Είχαμε ένα γκρουπ Σαουδαράβων παικτών με απίστευτη ποιότητα νοητική. Οχι μόνο έκαναν στο 100% τη δουλειά τους στην τακτική, αλλά σκέφτονταν ποδοσφαιρικά με έναν τρόπο εκπληκτικό.Έδιναν τα πάντα στις προπονήσεις. Είχα ακούσει τόσα για τη Σαουδική Αραβία, ότι εκεί το ποδόσφαιρο είναι έτσι ή αλλιώς… Πρέπει να ομολογήσω ότι εξεπλάγην ευχάριστα και έχω μόνο καλά λόγια να πω για όλα όσα μου έδωσαν στην Αλ Χιλάλ. Εντάξει, η Αλ Χιλάλ είναι ίσως τοπ σύλλογος, ανώτερος από τους υπόλοιπους και σε επίπεδο οργανωτικό.
Έχουν έναν φανταστικό πρόεδρο, με σπουδές στο Μαϊάμι -αυτός με πήγε εκεί-, με εξαιρετικό όραμα για την ομάδα. Ακόμα και αυτό έκανε τη διαφορά, βοηθώντας τον σύλλογο να αναπτυχθεί τόσο. Βλέπετε πώς παίζουν, τι καταφέρνουν, είναι η ομάδα με ρεκόρ σερί νικών, μια ομάδα φτιαγμένη από εντυπωσιακούς ποδοσφαιριστές και με έναν φανταστικό προπονητή όπως ο Ζεσούς».
Για τις ποδοσφαιρικές αρχές του: «Εντάξει, αυτό το χαρακτηριστικό έχει παραμείνει, αλλά με τα χρόνια αλλάζουν μικρές λεπτομέρειες. Οπως είπα, η φιλοσοφία μου επηρεάστηκε από αυτή του πατέρα μου. Αυτός αγαπούσε το επιθετικό ποδόσφαιρο, να έχει την κατοχή και τον έλεγχο της μπάλας. Ετσι και η δική μου προπονητική φιλοσοφία υπαγορεύει να έχουμε την κατοχή της μπάλας και να κάνουμε πρέσινγκ ψηλά.
Μου αρέσει η ιδέα να έχουμε μεγάλη κατοχή της μπάλας και να χειριζόμαστε την κατοχή αυτή σωστά. Με αλλαγές στο παιχνίδι, να ανοίγουμε το γήπεδο και τις αντίπαλες άμυνες, να βρίσκουμε τους χώρους και να κάνουμε επιθέσεις με ένταση. Χρησιμοποιούμε πολύ το πρέσινγκ ψηλά για δύο λόγους. Κατ’ αρχάς πιστεύω ότι προσφέρει αυτοπεποίθηση στην ομάδα.
Όταν πάει να αμυνθεί ψηλά, με επιθετικότητα και ένταση, όταν οι παίκτες νιώθουν ότι ο προπονητής τους σπρώχνει μπροστά, αρχίζουν να νιώθουν δυνατοί και να έχουν πίστη στις δυνάμεις τους. Δεν έχουμε φόβο. Δεύτερον, κάθε ομάδα που υφίσταται έντονο πρέσινγκ, δεν μπορεί εύκολα να ξεφύγει και να τροφοδοτήσει με ακρίβεια τους παίκτες ποιότητας που συνήθως παίζουν μπροστά.
Οπως είπα, με τα χρόνια ήρθαν και μικρές διαφοροποιήσεις. Για να έχεις την κατοχή, πρέπει να είσαι και πιο συμπαγής, να έχεις κοντά τις γραμμές ώστε να υποχρεώσεις τους αντιπάλους να βγουν από την αμυντική τους ζώνη. Ακόμα και όταν χάνεις την μπάλα, με τον τρόπο αυτό είναι πιο εύκολο να αντιδράσεις και να κάνεις άμεσα πρέσινγκ.
Εντάξει, αυτή είναι η φάση του πρέσινγκ ψηλά. Ομως δουλεύουμε πολύ και στη φάση της αναδιοργάνωσης στο κέντρο του γηπέδου ή μέσα στο δικό μας μισό. Γιατί δεν μπορείς πάντα να κυριαρχείς. Υπάρχουν και αντίπαλοι πιο δυνατοί. Πάντως μέσες άκρες αυτή είναι η φιλοσοφία μας.
Φέτος είχαμε πολύ ενδιαφέροντα παιχνίδια. Αν εξαιρέσεις αυτό που σου είπα νωρίτερα για το σύστημα στο ελληνικό ποδόσφαιρο, που είναι μια πραγματικότητα άσχημη και αρνητική και βοηθάει συνήθως τους συλλόγους της Αθήνας, υπάρχει και η δυσκολία των πλέι οφ. Μια πολύ πολύ πολύ σκληρή διαδικασία με αγώνες ανάμεσα στους 4 πρώτους, ακόμα και τον 5ο , τον Αρη. Αλλά οι Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, ΑΕΚ και εμείς ο ΠΑΟΚ, είμαστε μια τετράδα με απίστευτο ανταγωνισμό.
Όλες έχουν ποιοτικούς ποδοσφαιριστές και μέσω αυτών των πλέι οφ -10 αγώνες-, η κατάκτηση του πρωταθλήματος γίνεται πολύ δύσκολη. Στη διάρκεια της φετινής σεζόν, έχουμε συναντήσει τόσες φορές τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ… Αλλά και στην Ευρώπη αποκτήσαμε ενδιαφέρουσες εμπειρίες, παίζοντας δύο φορές με την Αϊντραχτ, με την Ντινάμο Ζάγκρεμπ. Για να φθάσουμε στους ομίλους του Conference League, περάσαμε από τρεις προκριματικούς γύρους…
Εκεί, περνώντας από τον ένα γύρο στον επόμενο, αποκτήσαμε αυτοπεποίθηση στις δυνάμεις μας, θέληση, κίνητρο για να τα πάμε καλά στην Ευρώπη. Εδώ στην Ανατολική Ευρώπη -θυμάμαι και από την εποχή που ήμουν στη Ρουμανία- οι ομάδες θέλουν πολύ να διακρίνονται στην Ευρώπη. Θα μπορούσα να πω ότι το θέμα είναι ίσως και πατριωτικό – το συναίσθημα ότι εκπροσωπούν τη χώρα τους. Και είναι πιο έντονο απ’ ό,τι σε άλλες χώρες πιο δυνατές ποδοσφαιρικά».
Για τον τρόπο παιχνιδιού του ΠΑΟΚ: «Λίγο και απ΄τα δύο. Όπως είπα και πριν, στην δουλειά μας φροντίζουμε να δίνουμε προσοχή στο build up από πίσω, σε ό,τι κάνουμε στο κέντρο του γηπέδου, σε ό,τι πρέπει να κάνουμε στην επίθεση. Το ίδιο συμβαίνει και με το πρέσινγκ. Στην αρχή δοκιμάζουμε το να πρεσάσουμε ψηλά και στη συνέχεια το πως αναδιοργανωνόμαστε όταν χάσουμε τη μπάλα, το πώς θα ξαναπάρουμε την κατοχή, την μπάλα για να βρούμε άμεσα τους κάθετους διαδρόμους.
Για εμάς ο έλεγχος της μπάλας σημαίνει πολλά, όμως θέλω να έχουμε υπομονή. Κυρίως πνευματική υπομονή, να παίζουμε γρήγορα χωρίς να βιαζόμαστε στο παιχνίδι μας, όταν η άλλη ομάδα είναι οργανωμένη. Γιατί αν μας βρουν ανοιχτούς, θα βγουν στο τρανζίσιον και θα είναι επικίνδυνο για εμάς. Αντίθετα, όταν παίρνουμε εμείς την μπάλα, μέσα από το πρέσινγκ ή το κλέψιμο της μπάλας, στόχος μας είναι να παίξουμε κάθετα.
Να το κάνουμε επιθετικά. Να εκμεταλλευτούμε γρήγορα το χώρο και να φτάσουμε γρήγορα στην τελική πάσα. Αυτό είναι φυσιολογικό. Υπάρχουν ομάδες που παίζουν χαμηλά και είναι δύσκολο να πάρεις την μπάλα και αμέσως να παίξεις κάθετα. Αντίθετα, όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με ομάδες που θέλουν να παίξουν, που έχουν ποιότητα, αυτό το κάθετο στυλ είναι πιο εύκολο γιατί βρίσκεις χώρους, βρίσκεις ανοιχτές ομάδες…»
Για την θέση του τερματοφύλακα: «Πιστεύω ότι ο τερματοφύλακας έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να αποκρούσει ένα πέναλτι, αν έχει την υπομονή να περιμένει μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. Δεν είναι εύκολο όμως, το να είσαι όρθιος μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες στον εκτελεστή. Αυτές είναι στατιστικές, ίσως έχουν δίκιο. Για μένα το πιο σημαντικό είναι αυτό. Αν ένας τερματοφύλακας κινηθεί πριν, τότε δίνει σε έναν εκτελεστή πέναλτι, που έχει την εξυπνάδα, να στείλει αλλού το πέναλτι. Όλα είναι θέμα πνευματικής προετοιμασίας. Ο Κριστιάνο Μπάτσι αποχώρησε λόγω οικογενειακής πίεσης
Για τους Ιταλούς συνεργάτες του: «Από το 2005, που ήταν η δεύτερη σεζόν μου στην προπονητική, υπήρχε στο σταφ μου ένας Ιταλός. Ήταν ένας γυμναστής φυσικής κατάστασης. Και τότε ήρθε με νέα πράγματα, με βοήθησε πολύ και δεθήκαμε πολύ. Με τον καιρό έγινε ο 2ος μου βοηθός. Μετά από 15 χρόνια χωρίσαμε γιατί έτσι έπρεπε… Και με τα χρόνια υπήρξαν κι άλλοι Ιταλοί, όπως ο Κριστιάνο Μπάτσι που είναι δεύτερος στην Ουντινέζε.
Ο βοηθός προπονητή είναι Ιταλός, ο Πάολο Καστορίνα. Επίσης, ο προπονητής τερματοφυλάκων, Μπιάνκι. Ο Πάολο ασχολείται περισσότερα με τις αμυντικές φάσεις, με 4+2, γιατί εμείς παίζουμε 4-2-3-1, υπάρχει μία πολύ καλή συνεργασία ανάμεσά μας. Υπάρχει και ο προπονητής φυσικής κατάστασης, Ματέο Σπαταφόρα, μαζί με έναν Έλληνα. Τα πάμε καλά και σε αυτόν τον τομέα. Είμαστε καλά από άποψη φυσικής κατάστασης, τρέχουμε, πρεσάρουμε.
Είμαστε καλύτεροι από τους αντιπάλους μας, γίνεται καλή δουλειά. Έχουμε έναν ακόμη προπονητή, Ρουμάνο, είναι καινούργιος που δουλεύουν τα στημένα. Ο Ρουμάνος ήρθε να αντικαταστήσει τον Μπάτσι που ήταν υπό πίεση από την οικογένειά του, ήταν εξωαγωνιστικοί οι λόγοι (σ.σ. της αποχώρησής του). Πήραμε έναν Ρουμάνο που με τον καιρό έχει ανεβεί πολύ.
Στην αρχή μπήκε πιο δειλά, τώρα τα πάει πολύ καλά. Έχει πάρει αυτοπεποίθηση, έχει καλό χαρακτήρα και… αυτοί είμαστε. Στο επιτελείο μου, είμαστε 8 μαζί με εμένα. Και υπάρχουν και άλλοι 2 που είναι στο επιτελείο του συλλόγου που κυρίως ασχολούνται με τους παίκτες που προέρχονται από τους τραυματισμούς, ώστε να είναι πιο ομαλή η μετάβαση από το ιατρικό επιτελείο στην προπόνηση».
Για το αν «διαβάζει» τα στατιστικά: «Δεν είμαι τόσο τρελός με αυτά τα δεδομένα. Τα διαβάζω γιατί πρέπει να τα διαβάζω. Τα αναλύει περισσότερο το επιτελείο μου και μιλάμε γι΄αυτά αλλά για εμένα σημασία έχουν η αίσθηση και οι εικόνες που έχεις πάρει από τον αγώνα. Με ενδιαφέρουν αυτά που έχουμε δουλέψει στις προπονήσεις να επιβεβαιώνονται στον αγωνιστικό χώρο. Εγώ προσωπικά δεν είμαι “τρελός” με τα στατιστικά αλλά είμαι “τρελός” για τα βίντεο. Γι’ αυτό αφήνω την πλευρά των αριθμών στους βοηθούς μου».
Για το πόσες ώρες την εβδομάδα αφιερώνει για να ξαναβλέπει τους αγώνες του ΠΑΟΚ: «Πολύ γιατί στο κάτω-κάτω εγώ πρέπει να βλέπω και τους αγώνες των αντιπάλων. Πράγμα δύσκολο γιατί όταν παίζουμε κάθε τρεις ημέρες, είναι δύσκολο το πρόγραμμα, καθώς βλέπω τρία ματς μέσα στην εβδομάδα μαζί με τον αναλυτή μας.
Δουλεύουμε πολύ μαζί, σχεδιάζουμε τη στρατηγική μας. Πρέπει να κάνουμε μικρά βιντεάκια (3-4 λεπτών) που να έχουν ουσία γιατί με βάση αυτά τα βίντεο σχεδιάζουμε τις προπονήσεις μας και την τακτική για τους αγώνες. Βλέπουμε τρεις αγώνες και πρέπει να δουλέψουμε πάνω στις φάσεις για το πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε χώρο, πότε μπορούμε να επιτεθούμε, πότε αλλάζει ρυθμό ο αντίπαλος. Εάν δεν δουλέψω με αυτόν τον τρόπο, δεν αισθάνομαι καλά και δεν έχω αυτοπεποίθηση. Όταν δουλέψω ως πρέπει, έχω αυτοπεποίθηση πριν τον αγώνα»
Για το ποιες είναι οι προοπτικές του ελληνικού ποδοσφαίρου: «Καταρχάς, έχω προπονήσει αρκετά χρόνια στην Ελλάδα. Ήμουν πρώτα 3 χρόνια στην Ξάνθη, 2 χρόνια στον ΠΑΟΚ και μετά πήγα στη Σαουδική Αραβία, οπότε υπήρξε μια διακοπή στη μέση. Το ελληνικό ποδόσφαιρο βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση γιατί οι Έλληνες είναι πολύ συναισθηματικοί.
Για παράδειγμα, στο τέλος της σεζόν αλλάζουν πράγματα στις ομάδες σύμφωνα τελευταία αποτελέσματα. Για τον λόγο αυτό και επειδή οι ελληνικοί σύλλογοι μπαίνουν νωρίς στα προκριματικά της Ευρώπης, δεν είναι έτοιμοι και δεν μπορούν να μπουν στους ομίλους ή μπαίνουν σπάνια και δεν φτάνουν πολύ μακριά.
Σε αυτό οδηγεί η έλλειψη στρατηγικής που προκαλείται από τον συναισθηματισμό. Πάντα υπάρχει απίστευτη πίεση στο τέλος του πρωταθλήματος. Αν δεν έχει συμβεί αυτό που σκεφτόταν ο κόσμος ότι θα συμβεί, η πίεση πηγαίνει στον ιδιοκτήτη, αυτός με τη σειρά του κάνει πολλές αλλαγές και έτσι δημιουργείται μια πολύ δύσκολη κατάσταση και όταν τα πράγματα πάνε καλά τότε είναι αργά.
Στον ΠΑΟΚ ήμασταν η ελληνική ομάδα που πριν δύο χρόνια είχαμε φτάσει στα προημιτελικά του Conference League. Φέτος, είμαστε ξανά στην προημιτελική φάση, αυτή τη φορά μαζί με τον Ολυμπιακό. Θα σου έλεγα πως το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι πολύ δύσκολο, έχει μεγάλη ένταση, είναι αμυντικογενές. Υπάρχουν παίκτες με ταλέντο.
Για παράδειγμα, ο Κουλιεράκης που ξεκίνησε να παίζει με εμάς πέρυσι που ήταν 18 χρονών. Λόγω της ηλικίας του ήταν φυσιολογικό να κάνει λάθη. Είναι πολύ δυνατός παίκτης και σε πνευματικό επίπεδο. Δεν τον παίρνει τίποτα από κάτω. Στο επόμενο λεπτό είναι στο 100% των δυνατοτήτων του. Του αρέσει να δημιουργεί και παιχνίδι με τη μπάλα.
Έχουμε επίσης και τον Κωνσταντέλια. Ήδη από πέρυσι στα 19 του χρόνια είχε γίνει βασικός. Πρόκειται για ένα εκπληκτικό ταλέντο. Έχει την ικανότητα να παίρνει τη μπάλα ανάμεσα στις γραμμές, να γυρίζει γύρω από τον εαυτό του και να πηγαίνει προς το τέρμα που δεν βλέπω συχνά στο ποδόσφαιρο. Ίσως το μόνο που του λείπει είναι αυτή η νοοτροπία, του να είναι αποφασιστικός παίκτης. Στα αλήθεια, είναι λίγο ρομαντικός… σαν ένας “ποιητής” του ποδοσφαίρου. Λέει εγώ θέλω να είμαι ευτυχισμένος παίζοντας ποδόσφαιρο. Αυτό μπορείς να το κάνεις νικώντας κιόλας.
Επιπλέον, έχουμε τον Κοτάρσκι που ήρθε στα 22 του στον ΠΑΟΚ και τώρα είναι 24 ετών. Είναι από τους τερματοφύλακες που μπορούν να παίζουν πολύ καλά με τα πόδια. Γενικότερα, υπάρχουν πολλοί καλοί νέοι ποδοσφαιριστές. Για εμένα οι Έλληνες έχουν φυισικό ταλέντο. Γιατί εδώ δεν υπάρχουν τα οργανωμένα «φυτώρια». Δηλαδή, αυτοί μεγαλώνουν με βάση την ποιότητά του και με το πως οι ίδιοι αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο.
Στα αναπτυξιακά πρωταθλήματα οι Έλληνες παίζουν μόνο για τη νίκη. Υπάρχει πίεση. Ωστόσο, για τους νέους αυτό δεν θα έπρεπε να είναι το πρώτο ζητούμενο. Σίγουρα πρέπει να υπάρχει η νοοτροπία της νίκης. Πρωταρχικό ρόλο στις ηλικίες αυτές έχει η εκμάθηση βασικών τεχνικών στοιχείων του αθλήματος και της πειθαρχίας της δουλείας, κάτι που λείπει»
Για τους πολλούς μεσοεπιθετικούς του ΠΑΟΚ: «Μπορούμε να βελτιωθούμε πολύ σε κάθε τομέα. Εγώ πιστεύω ότι μας λείπει κυρίως η εκπαίδευση και η κουλτούρα να δουλεύουμε στη λεπτομέρεια. Γενικώς, είμαστε μια οργανωμένη ομάδα. Η διαφορά ωστόσο, κρίνεται στις λεπτομέρειες. Για τον λόγο αυτόν, λέω πως από μικρή ηλικία οι ποδοσφαιριστές πρέπει να μάθουν πόσο σημαντικές είναι οι λεπτομέριες.
Πρέπει να δίνουν προσοχή και να εντοπίζουν τα μικρά λάθη. Αυτό το “κατακτάς” μαθαίνοντας με την ομάδα. Μπορεί να είσαι ταλαντούχος, αν όμως δεν μάθεις να λειτουργείς σε μια ομάδα που παίζει οργανωμένο ποδόσφαιρο, δεν θα μπορείς να δείξεις το ταλέντο σου. Η αξία ενός ποδοσφαιριστή ανεβαίνει όταν είναι μέλος μιας οργανωμένης ομάδας.
Για μένα αν δίναμε ένα παράδειγμα, μπορεί να φανεί ως υπερβολή, είναι η Μάντσεστερ Σίτι. Όλοι μιλάνε για παίκτες φαινόμενο. Αλλά δεν ήταν έτσι. Η παρουσία του Γκουαρδιόλα την έκανε ομάδα φαινόμενο. Η οργάνωσή του. Αυτά που έδωσε εκείνος στην ομάδα, την έκαναν να αναπτυχθεί τόσο. Σίγουρα ήταν μία δυνατή ομάδα, αλλά όλες οι ομάδες όπως η Τσέλσι, η Λίβερπουλ, ήταν δυνατές. Και στην Ιταλία και στην Ισπανία υπάρχουν ομάδες δυνατές με καλούς παίκτες και ταλέντα.
Στο τέλος, την διαφορά την έκανε η δουλειά του Γκουαρδιόλα που τους βοήθησε να αναπτυχθούν ως ποδοσφαιριστές. Ο Ντε Μπρούινε είναι ένας εκπληκτικός παίκτης αλλά δεν ήταν τόσο δυνατός μέχρι να συνεργαστεί με τον Γκουαρδιόλα. Αγωνίστηκε στην Τσέλσι, στην Γερμανία, πήγε αρκετά καλά αλλά η δική του έκρηξη, ήρθε με τον Γκουαρδιόλα.
Για το τι μπορεί να κάνει η Ρουμανία στο Euro: «Δεν είναι ένας όμιλος εύκολος αλλά ούτε φαντάζει ως κάτι απίθανο. Μπορώ να σου πω ότι στην Ρουμανία, όπως και στην Ελλάδα, υπάρχει μεγάλο πάθος για τα παιχνίδια της Εθνικής. Στην Ρουμανία θα υπάρχει ένα πολύ καλό κλίμα, ένα κλίμα αισιοδοξίας, ακόμη κι αν η ομάδα δεν είναι πολύ δυνατή, θα είναι πολύ ενωμένη. Θα έχουν μεγάλη θέληση να πάνε καλά και μπορεί να κάνουν και εκπλήξεις. Υπάρχουν καλοί παίκτες. Ούτε στη Ρουμανία γίνεται δουλειά στη βάση του ποδοσφαίρου, οι παίκτες δεν μεγαλώνουν με την κουλτούρα της λεπτομέρειας αλλά σιγά σιγά με το κίνητρο που αποκτούν, απέχοντας από τις μεγάλες διοργανώσεις, θα δείξουν μεγάλη θέληση στο Euro».