Η φετινή (μη) παραγωγικότητα των σέντερ φορ του ΠΑΟΚ θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια αποσπασματική κατάσταση, όμως η επαναλαμβανόμενη εμφάνιση του φαινομένου στα χρόνια του Ραζβάν Λουτσέσκου, μπορεί να οδηγήσει και σε διαφορετικά συμπεράσματα. Διαφορετικές αναγνώσεις που μπορεί να προσεγγίζουν την αλήθεια, μπορεί και όχι.
Ο Ρουμάνος τεχνικός άλλωστε τοποθετήθηκε σε σχετικό ερώτημα, στην πρόσφατη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε, γενικεύοντας το πρόβλημα και αποδίδοντάς το σε μια σειρά παραγόντων που ελαφραίνουν την ατομική ευθύνη και βαραίνουν την ομαδική. Προβάλλοντας περισσότερο την πνευματική προσέγγιση, παρά την καθαρά αγωνιστική.
«Η απάντηση είναι περίπλοκη. Να μείνουμε σε ένα γενικό συμπέρασμα βάσει του σκεπτικού μου. Δεν υπάρχει η ίδια αυτοπεποίθηση, η ίδια αποφασιστικότητα, δεν έχουν καθαρό μυαλό μέσα στην περιοχή. Είμαστε μια ομάδα που φτιάχνουμε πολλές φάσεις, θα πρέπει για να τελειώνουμε τις φάσεις πρέπει να έχεις την κατάλληλη νοοτροπία. Δεν ειναι θέμα ενός στράικερ, ενός παίκτη. Πατάμε περιοχή με όλους τους παίκτες, αλλά πρέπει να βρούμε την κατάλληλη επιλογή την σωστή στιγμή. Πίσω από αυτό όμως, θα πρέπει να υπάρχει η κατάλληλη ψυχολογία. Δεν πρέπει να σκέφτονται οι παίκτες ότι θα το… λύσουν μόνοι τους. Πολλοί παίκτες βλέπουν το πρόβλημα και θέλουν να το λύσουν ατομικά, αυτό σε οδηγεί στο να χαλάσεις το μυαλό σου. Σου δημιουργεί μια εξτρά πίεση και αυτή η πίεση δεν φέρνει κατάλληλες αποφάσεις. Αυτά τα προβλήματα θα λυθούν μόλις καταφέρουμε να τα λύσουμε ομαδικά. Δεν είναι θέμα των επιθετικών. Τα γκολ θα έρθουν μόλις έρθουν και οι καλύτερες αποφάσεις, μαζί με την τύχη που μας λείπει. Θέλω από τους επιθετικούς μου να είναι όλοι μαζί και πιο μαχητικοί» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Λουτσέσκου.
Η αλήθεια είναι ότι ο τρόπος παιχνιδιού που έχει καθιερώσει ο Λουτσέσκου στα χρόνια παραμονής του στο κλαμπ, δεν είναι και ο πιο ευνοϊκός για τον λεγόμενο φουνταριστό της επίθεσης. Κυρίως γιατί ο φουνταριστός δεν είναι φουνταριστός. Γιατί δε λειτουργεί ως φουνταριστός μέσα στις τέσσερις γραμμές. Έχοντας ως προτεραιότητα τις μύριες όσες απαιτήσεις του προπονητή του σε όλους τους υπόλοιπους χώρους του γηπέδου, η παρουσία του στο κουτί αδυνατίζει. Έχοντας αναλάβει αρκετούς διαφορετικούς ρόλους, χάνει συχνά αυτόν τον οποίον έχει μάθει. Αυτόν για τον οποίο βγάζει το ψωμί του, αυτόν για τον οποίον έχει το ταλέντο, αυτόν με τον οποίον συνοδεύεται πάντα η “φανέλα με το νούμερο 9”. Να στέλνει την μπάλα στα δίχτυα.
Όταν απομακρύνεται από τη θεωρητικά κυρίως δουλειά του, αυτή με την οποία θρέφεται, ίσως είναι λογικό να χάνει την αυτοπεποίθησή του. Ίσως είναι αναμενόμενο να έχει ξοδέψει τόση σωματική και πνευματική ενέργεια σε όλα τα υπόλοιπα, ώστε να μην περισσεύει η δέουσα για τη στιγμή της εκτέλεσης.
Από την αποχώρηση του Πρίγιοβιτς το 2018, στην Τούμπα έχουν παρελάσει ένα σωρό επιθετικοί. Κανείς όμως δεν κατάφερε να έχει τα νούμερα του Σέρβου. Όχι απαραίτητα γιατί δεν είχε την ίδια έφεση στο σκοράρισμα, ούτε γιατί ήταν λιγότερο ικανός. Αλλά γιατί εγκλωβιζόταν στον πολυπαραγοντικό ρόλο του. Δεν ήταν το σημείο αναφοράς στην επίθεση, αλλά ένα απλό γρανάζι της όλης δημιουργικής διαδικασίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο πιο αποδοτικός, χρήσιμος και απαραίτητος φορ των τελευταίων χρόνων στον ΠΑΟΚ είναι κάποιος που δεν χαρακτηρίζεται καν για το εκτελεστικό του ταλέντο. Ένας παίκτης που κερδίζει αυτοπεποίθηση από όλα τα υπόλοιπα που κάνει μέσα στο γήπεδο προκειμένου να προσθέσει μια δεκάδα γκολ μέσα στη σεζόν.
Κι αν ο Μπράντον Τόμας αποτελεί το πρότυπο του σέντερ φορ που μπορεί να ταιριάξει στο ΠΑΟΚ του Λουτσέσκου, μάλλον είναι αμαρτία να αναζητάς επιθετικούς “φονιάδες”. Επιθετικούς που κατά κάποιον τρόπο θα ευνουχιστούν για το κοινό καλό, επιθετικούς που θα θυσιάσουν την ικανότητά τους στο γκολ.