Σε όλη αυτή την διαδρομή στο ασπρόμαυρο μονοπάτι προκαλούσε σχεδόν πάντοτε δάκρυα. Πολλά δάκρυα. Πολύ διαφορετικά δάκρυα κάθε φορά.
Άλλοτε, ήταν δάκρυα χαράς. Άλλοτε, δάκρυα αγαλλίασης.
Δάκρυα εκτόνωσης, καρτερίας, υπερηφάνειας.
Δάκρυα έκπληξης, δάκρυα θαυμασμού, δάκρυα πανηγυρισμών, δάκρυα φόβου.
Δάκρυα ανατριχίλας, δάκρυα σεβασμού, δάκρυα με αναφιλητά.
Δάκρυα φυγής, δάκρυα επιστροφής, δάκρυα αντίστασης, δάκρυα κατάκτησης.
Ένας ανεμοστρόβιλος ακραίων συναισθημάτων.
Τώρα ήταν η δική του σειρά του να μπει στα παπούτσια όλων όσων έκανε τα μάτια τους μα υγρανθούν τόσα χρόνια.
Και έγιναν και τα δικά του έτσι. Τώρα ναι. Τώρα, ισχύει αυτό που είπε με το μικρόφωνο ανά χείρας και με τρεμάμενη φωνή: «είμαι ένας από εσάς».
Χρειάστηκε να βγάλει τον μανδύα του ποδοσφαιριστή, για να καταλάβει τι έκανε. Τι προκάλεσε όλα αυτά τα χρόνια.
Και αίφνης τα μάτια του γέμισαν… σκουπιδάκια.
Ναι, τα τρόπαια που στέκονταν πίσω του είναι σημαντικά, είναι ο κόπος του, ο ιδρώτας του, η υστεροφημία του, το αποτύπωμα του.
Μα, αίφνης κατάλαβε ότι υπάρχουν πράγματα πολύ πιο σημαντικά, τα οποία δεν είναι μετρήσιμα: Ο σεβασμός, η εκτίμηση, η αγάπη.
Η ζωή ενός επαγγελματία αθλητή είναι πεπερασμένη, σύντομη, έχει αρχή και τέλος.
Η ζωή για ένα σύμβολο, για μία σημαία, για έναν μύθο, για έναν ηγέτη, για έναν αρχηγό είναι αέναη.
Κι ο Αντρέ έκανε κάτι πολύ πιο δύσκολο από εκείνο το γκολ στο Αγρίνιο που αψήφησε τους νόμους της φυσικής, πολύ πιο ακραίο από τότε που μπήκε με αθλητική περιβολή και κομμένο χιαστό στην φιέστα τίτλου, πολύ πιο μάγκικο από τότε που φάσκιωσε το κεφάλι του με μια γάζα και συνέχιζε να παίζει με τα αίματα να τρέχουν από το κούτελό του ένα υγρό βράδυ στην Γάνδη.
Ήρθε ως άγνωστος πιτσιρικάς, μπουλούκος, με μαγουλάκια, χαίτη λασπωτήρα και σπυράκια ακμής και αποχωρεί ως σύμβολο αιώνιο.
Ένα ποδοσφαιρικό προσφυγάκι κι αυτό, σύμφυτο με την ιστορία του συλλόγου, που έφυγε δίχως να το θέλει από το σπιτικό του και βρήκε μία νέα πατρίδα, για να απολαύσει νόστιμο ήμαρ.
Σε όλη αυτή την διαδρομή έκανε σωστά, έκανε και λάθη. Έβαλε γκολ, είχε και στραβοκλωτσιές.
Πέτυχε, ίσως, το σημαντικότερο γκολ στην ιστορία του συλλόγου, αυτό που ξεκλείδωσε όλες τις επόμενες πίστες, αυτό που έλυσε το χειρόφρενο και μετέτρεψε τον ΠΑΟΚ του παραλίγο, στον νικητή ΠΑΟΚ.
Και συνάμα είχε τον συμβολικότερο πανηγυρισμό ever όταν έσκισε την διαφημιστική πινακίδα με την δυνατότερη κλωτσιά που έδωσε ποτέ, βγάζοντας αγανάκτηση, καταπίεση και αδικίες ετών.
Στο τέλος όμως αυτής της πορείας, το μόνο που μένει είναι ένα: η επίγευση.
Το γεμάτο γήπεδο, η γιορτή, το μήνυμα στην επετειακή φανέλα του ΠΑΟΚ, τα μπλουζάκια όλων των συμπαικτών του, τα συνθήματα από την εξέδρα, η αναγνώριση των ουδέτερων, τα υγρά μάτια, η αγάπη, ο σεβασμός.
Ο Αντελίνο Φρέιτας, ο Βιεϊρίνια, ο Αντρέ έλαβε από τον ΠΑΟΚ το ωραιότερο δώρο. Βρήκε γύρω του, εντός του, πέριξ του ένα μέρος για να ανθίσει.
Και βγάζει την φανέλα του με τον τρόπο που θα ονειρευόταν κάθε ποδοσφαιριστής. Με μία ονειρεμένη, λιτή, απέριττη, γεμάτη ουσία, κλάση και συναίσθημα τελετή.
Με νίκη, με γεμάτο γήπεδο, με χειροκρότημα, με μάτια υγρά.
Αν και έχει μόνο μια κόρη, ο Βιεϊρίνια στην είναι πραγματικότητα πολύτεκνος. Γέννησε όλα αυτά τα χρόνια χιλιάδες νέα ΠΑΟΚτσάκια.
Μέσα από αυτό το βράδυ, από αυτή την υπέροχη βραδιά, ο ΠΑΟΚ μπορεί εν αγνοία του να γέννησε νέους Βιεϊρίνια.
Αλήθεια, ποιος δεν θα ήθελε να είναι ο επόμενος που θα ζήσει ένα τέτοιο βράδυ; Ποιος δεν θα ήθελε να φορέσει μία τέτοια φανέλα ή να μακροημερεύσει μαζί της, μέχρι τα βαθιά ποδοσφαιρικά του γεράματα;
Ο Αντρέ έδωσε τίτλους, έβαλε γκολ, σήκωσε τρόπαια, μα έκανε κάτι ακόμα μεγαλύτερο.
Πρόσφερε ένα παράδειγμα.
Ένα μονοπάτι.
Εναν τρόπο για να μείνεις για πάντα χαραγμένος στην ιστορία…