Ολοκλήρωσε με θετικό πρόσημο τις πρώτες δύο αγωνιστικές της Super League ο ΠΑΟΚ απέναντι σε ΑΕΛ και Ατρόμητο, αφήνοντας μια «εικόνα» που συνδυάζει σταθερότητα στην άμυνα με εμφανή δυσκολία στην αποτελεσματικότητα της επίθεσης. Τα στατιστικά των πρώτων παιχνιδιών που απομόνωσε το INPAOK από το πρώτο δείγμα «γραφής» του στο ελληνικό πρωτάθλημα, αποτυπώνουν σε μεγάλο βαθμό τα δυνατά αλλά και τα αδύναμα σημεία της ομάδας του Ραζβάν Λουτσέσκου.

Τι έκανε ο ΠΑΟΚ πριν τη διακοπή στην Ελλάδα;
Η μεγαλύτερη επιτυχία του Δικεφάλου είναι η αμυντική του συμπεριφορά δεδομένου πως σε δύο δύο διαδοχικά παιχνίδια διατήρησε ανέπαφη εστία (σ.σ 0 γκολ παθητικό ανά ματς), με τους αριθμούς που υποστηρίζουν την αμυντική του σταθερότητα να είναι οι ακόλουθοι:
- 13.5 τάκλιν ανά παιχνίδι
- 5.5 κλεψίματα
- 52 ανακτημένες μπάλες ανά αγώνα
- Μόλις 0 λάθη που οδήγησαν σε γκολ ή σουτ
Η σταθερότητα αυτή έδωσε στον ΠΑΟΚ τη δυνατότητα να ελέγξει τον ρυθμό, με την κατοχή μπάλας να αγγίζει το εντυπωσιακό 70%. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι δεν σημειώθηκαν σοβαρά λάθη που να οδηγήσουν σε τελικές ή σε γκολ, επιβεβαιώνοντας ότι η αμυντική συνοχή αποτελεί μέχρι στιγμής το πιο ισχυρό «χαρτί» του ΠΑΟΚ.
Η μεσαία γραμμή και η δημιουργία
Η «εικόνα» στο μεσοεπιθετικό κομμάτι είναι πιο σύνθετη. Το σύνολο του Ράζβαν Λουτσέσκου έδειξε κυριαρχία στον άξονα, αλλά η δημιουργία παραμένει το ζητούμενο. Κατά μέσο όρο σημείωσε κατοχής μπάλας στο εντυπωσιακό 70%, καταγράφοντας περισσότερες από 500 πάσες ανά παιχνίδι με υψηλή ακρίβεια. Αυτό αποτυπώνει μια ομάδα που κυριαρχεί στον άξονα, επιβάλλει τον ρυθμό της και ελέγχει τις ισορροπίες στον αγωνιστικό χώρο. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα στο δημιουργικό κομμάτι και κυρίως στην τελική προσπάθεια υστερεί. Ενώ οι πάσες στην άμυνα αγγίζουν το 94% σε ακρίβεια, οι αντίστοιχες στην επίθεση περιορίζονται στο 80%, δείχνοντας ότι η ομάδα δυσκολεύεται να βρει με ακρίβεια τις λύσεις στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου. Παράλληλα, οι σέντρες παρουσιάζουν πολύ χαμηλή επιτυχία, κάτι που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την εκμετάλλευση των επιθετικών κινήσεων.
Οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί:
-
561 πάσες ανά αγώνα με 88,4% ακρίβεια
-
94,2% επιτυχία στις πάσες στην άμυνα, αλλά μόλις 79,9% στην επίθεση
-
Εντυπωσιακός αριθμός στις μακρινές μπαλιές (32 ανά παιχνίδι, 66% ακρίβεια), αλλά χαμηλά ποσοστά στις σέντρες (29,2% ακρίβεια).
Η εν λόγω στατιστική αποτυπώνει έναν ΠΑΟΚ που ελέγχει τον ρυθμό, αλλά δυσκολεύεται να «σπάσει» κλειστές άμυνες και να μετατρέψει την υπεροχή του σε γκολ.
Στην επίθεση, η στατιστική εικόνα είναι ξεκάθαρη και δείχνει το μεγάλο πρόβλημα. Ο ΠΑΟΚ σκόραρε μόλις δύο γκολ σε δύο αναμετρήσεις, έχοντας όμως δημιουργήσει μεγάλο όγκο προσπαθειών με περισσότερα από 20 σουτ ανά παιχνίδι. Το ποσοστό μετατροπής ευκαιριών σε γκολ αγγίζει μόλις το 4%, κάτι που καταδεικνύει την έλλειψη τελειώματος. Τα δύο τέρματα προήλθαν από φάσεις μέσα στην περιοχή, με καμία επιτυχία από μακρινές αποστάσεις ή στημένες φάσεις. Ενδεικτικό της αναποτελεσματικότητας είναι ότι ο ΠΑΟΚ δημιούργησε κατά μέσο όρο 5 μεγάλες ευκαιρίες, αλλά έχανε σχεδόν τις τέσσερις από αυτές, αφήνοντας χαμένο μεγάλο κομμάτι της υπεροχής του στο γήπεδο.
Παρά την κυριαρχία του στο χορτάρι, η παραγωγικότητα παραμένει περιορισμένη:
-
2 γκολ σε 2 παιχνίδια (1 ανά αγώνα)
-
Μόλις 4% ποσοστό μετατροπής σε γκολ (2 γκολ σε 45 τελικές προσπάθειες)
-
22,5 σουτ ανά παιχνίδι, εκ των οποίων μόνο 6 στον στόχο
-
5 μεγάλες ευκαιρίες ανά αγώνα, αλλά 4,5 χαμένες
-
Τα 2 γκολ προήλθαν μέσα από την περιοχή, με καμία επιτυχία εκτός περιοχής ή από φάουλ (0/23 προσπάθειες συνολικά).
Συνολικά, ο ΠΑΟΚ έδειξε ένα πρόσωπο που μπορεί να εμπνεύσει αισιοδοξία, κυρίως λόγω της αμυντικής του αξιοπιστίας και της ικανότητάς του να ελέγχει το παιχνίδι μέσα από την κυριαρχία στο κέντρο. Ωστόσο, το πρόβλημα της επιθετικής αποτελεσματικότητας παραμένει το μεγαλύτερο αγκάθι. Η ομάδα του Λουτσέσκου χρειάζεται να βρει λύσεις στην τελική προσπάθεια, είτε μέσα από καλύτερες συνεργασίες είτε μέσα από ατομικές ενέργειες παικτών με προσωπικότητα. Το «μηδέν» στην άμυνα προσφέρει σιγουριά, όμως για να φτάσει ο ΠΑΟΚ στους μεγάλους στόχους του, οφείλει να βρει και τον δρόμο προς το εύκολο γκολ.